kunduros.jpg

Γεννημένος στην Κρήτη το 1926 ο Νίκος Κούνδουρος είχε αποφοιτήσει από την Ανώτερη Σχολή Καλών Τεχνών.
Λόγω πολιτικών πεποιθήσεων, εξορίστηκε στην Μακρονήσο και αποφάσισε στα 28 του χρόνια να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Γύρισε το 1954, την Μαγική Πόλη, μια ταινία που εντάσσεται στα νεωτερικά ρεύματα του ευρωπαϊκού κινηματογράφου, παρά στα μίζερα δεδομένα της ελληνικής κινηματογραφίας εκείνης της εποχής.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1956, γυρίζει το Δράκο μια ταινία ορόσημο για τον ελληνικό κινηματογράφο, η οποία είχε διεθνή απήχηση, ενώ κόπιες της υπάρχουν σήμερα σε πολλές ξένες ταινιοθήκες.
Το 1963, η διεθνής αναγνώριση του Νίκου Κούνδουρου θα κορυφωθεί, με το Βραβείο Σκηνοθεσίας που απονέμεται στο Φεστιβάλ Βερολίνου για τις Μικρές ΑφροδίτεςΤο Σημάδι της Αφροδίτης, όπως προτιμάει ο ίδιος να ονομάζει αυτή την ταινία του).
Ανάμεσα στο Δράκο και τις Μικρές Αφροδίτες ο Νίκος Κούνδουρος γύρισε άλλες δύο ταινίες οι οποίες παραμένουν σχεδόν άγνωστες στο ευρύ κοινό. Η μία είναι Οι Παράνομοι: γυρισμένη το 1958 αντιμετώπισε προβλήματα με την ελληνική λογοκρισία, γιατί ήταν η πρώτη ελληνική ταινία που τόλμησε να αναφερθεί, έστω και έμμεσα στον Εμφύλιο Πόλεμο. Η άλλη είναι Το Ποτάμι (1960), μια ταινία που έφερε το σκηνοθέτη σε σύγκρουση με τους Αμερικανούς συμπαραγωγούς ως προς το τελικό μοντάζ της με αποτέλεσμα να προβληθεί (και να βραβευθεί) στην Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1960 σε δύο διαφορετικές εκδοχές, αλλά να μην κυκλοφορήσει ποτέ στο εμπορικό δίκτυο.
kundur2.gif
Μια άλλη ταινία του Νίκου Κούνδουρου που επίσης δεν κυκλοφόρησε ποτέ στο εμπορικό δίκτυο, είναι Vortex ή Το Πρόσωπο της Μέδουσας. Τα γυρίσματα συνέπεσαν με την επιβολή της δικτατορίας το 1967 και η ταινία ολοκληρώθηκε στο εξωτερικό και προβλήθήκε στη Γαλλική Ταινιοθήκη, στο Παρίσι, το 1971 στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, εκτός συναγωνισμού, το 1977 και στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, στην Αθήνα, τον ίδιο χρόνο.
Μετά την πτώση της χούντας ο Νίκος Κούνδουρος γύρισε τα ντοκιμαντέρ Τα Τραγούδια της Φωτιάς και Ελληνιστί Κύπρος. Στο πρώτο καταγράφει το κλίμα που επικρατούσε στην Αθήνα, το καλοκαίρι του 1974 αμέσως Μετά την πτώση της χούντας, με τις μεγάλες συναυλίες στα γήπεδα αλλά και τις διαδηλώσεις στους δρόμους. Στο δεύτερο αποτυπώνει μαρτυρίες Κυπρίων την εποχή του δεύτερου Αττίλα.
Στην πιο πρόσφατη της δημιουργικής πορείας του, ο Νίκος Κούνδουρος μας έδωσε την τριλογία 1922, Μπορντέλο και Μπάιρον, μπαλάντα για έναν δαίμονα. Τριλογία που συνιστά μια χρονολογική αντίστροφη διαδρομή στην ιστορία του ελληνισμού: Μικρασιατική Καταστροφή, Κρητική Επανάσταση, Εθνεγερσία του 1821.
kundur3.jpg
Ο Γιώργος Μπράμος σ' ένα κείμενό του αποτιμά ως εξής την παρουσία του Νίκου Κούνδουρου στο νέο ελληνικό σινεμά: "O Νίκος Κούνδουρος εμφανίστηκε στην ελληνική κινηματογραφία σε μια εποχή που το μέγιστο τραύμα τού εμφυλίου πολέμου δεν είχε κλείσει. Μαζί με τον Μιχάλη Κακογιάννη και τον Γιώργο Τζαβέλλα, ήταν απ' αυτούς που προσπάθησαν, ο καθένας από τη δική του πλευρά και με τη δική του επάρκεια, να εισαγάγουν τον ελληνικό κινηματογράφο στις απαγορευμένες και αθέατες μέχρι τότε περιοχές της μετεμφυλιακής πολιτισμικής αγωνίας. Είχαν, όμως, διαφορετικές αφετηρίες και κινήθηκαν σε διαφορετικούς θεματικούς και αισθητικούς δρόμους. Ο Κακογιάννης και ο Τζαβέλλας ανανέωσαν ριζικά την ελληνική κινηματογραφία, αλλά εργάστηκαν με συνέπεια στα όρια της εγχώριας κινηματογραφικής βιοτεχνίας. Κούνδουρος μπήκε στον κινηματογράφο με τη συνείδηση ενός στρατευμένου, ενός ανατροπέα. Στην αρχή, το κινηματογραφικό έργο του έχει πολιτική-κοινωνική αφετηρία, και οι ταινίες του διαθέτουν φιλοδοξίες που ξεπερνάνε την "εκ των έσω" μόνο ανανέωση του ελληνικού κινηματογράφου. Αυτές οι φιλοδοξίες, όπως θα τις προσεγγίσουμε και στη συνέχεια, είναι και αισθητικές, στη μεσαία κυρίως περίοδο του, επανέρχονται στην αμεσότητα και την πολιτική στράτευση κατά τη μεταχουντική περίοδο και, στο τέλος, συνδέονται με μιαν απόπειρα επαναβεβαίωσης της ιστορικής διαδρομής τού νεότερου ελληνισμού. Πριν από την εμφάνιση του Θόδωρου Αγγελόπουλου και του λεγόμενου Νέου Ελληνικού κινηματογράφου, ο Νίκος Κούνδουρος ήταν ο επιφανέστερος πρόγονος της προσπάθειας για την πολιτική, αισθητική, θεματική και παραγωγική χειραφέτηση της ελληνικής κινηματογραφίας. "
«Έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών στις 22 Φεβρουαρίου 2017.