(Ιερή Αράχνη)
του Ali Abbasi
(η κριτική του Δημήτρη Μπάμπα)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_holy-spider.jpg

Μια νεαρή γυναίκα γυμνόστηθη μπροστά στο καθρέφτη. Το σώμα της γεμάτο μελανιές, σημαδεμένο από ίχνη μιας βίας. Ντύνεται. Αποχαιρετά το παιδί της και βγαίνει έξω στη νύχτα. Λίγο αργότερα στις δημόσιες τουαλέτες βάφεται και φορά ψηλοτάκουνα παπούτσια. Είναι πόρνη και ηρωινομανής. Ιράν. Η ιερή πόλη Mashhad. 2000.
Βασισμένη σε μια πραγματική ιστορία, η ταινία έχει στο κέντρο τη δράση ενός κατά συρροή μανιακού δολοφόνου που σκότωνε πόρνες στην ιερή πόλη του Ιράν Mashhad τη δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της χώρας. Η υπόθεση αυτή δίχασε τη κοινή γνώμη της χώρας αφού μετά τη σύλληψή του και κατά τη διάρκεια της δίκης θεωρήθηκε από μέρος της κοινής γνώμης ότι ο δολοφόνος λειτουργούσε εν είδει θείας τιμωρίας, καθαρίζοντας τους δρόμους της πόλης από «αμαρτωλά μιάσματα».
Ο ιρανός αλλά εγκατεστημένος στη Δανία σκηνοθέτης Ali Abbasi (Border, 2018) τοποθετεί τη δράση μέσα σ’ ένα πολύχρωμο και ημιφωτισμένο αστικό τοπίο: πιάτσες πορνείας, διακίνηση ηρωίνης αλλά και τα ιερά προσκυνήματα. Οργανώνει ο σκηνοθέτης το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης γύρω από δύο πόλους. Ο πρώτος είναι ο μανιακός δολοφόνος και η δράση του. Ενώ ο δεύτερος είναι η Arezoo Rahimi, μια νεαρή δημοσιογράφος που καλύπτει δημοσιογραφικά και παθιάζεται με την αποκάλυψη του δολοφόνου – το ρόλο υποδύεται η βραβευμένη στο Φεστιβάλ Καννών αυτοεξόριστη ιρανή Zar Amir Ebrahimi. Η ιστορία της ταινίας –που δεν είναι παρά μια τυπική ιστορία μανιακού δολοφόνου- γειώνεται στη δεδομένη πολιτικό κοινωνική πραγματικότητα του θεοκρατικού καθεστώτος -και είναι αυτό που δίνει την όποια αξία στην ταινία.
Ο κεντρικός χαρακτήρας, όντας βετεράνος του πολέμου Ιράν-Ιράκ, πάσχει από μετατραυματική διαταραχή και τελεί υπό την επήρεια ενός τυφλού θρησκευτικού φανατισμού. (Εδώ οι αναφορές στην κλασική ταινία Taxi Driver προφανείς και εμφανείς). Ενώ, ο έτερος κεντρικός χαρακτήρας είναι η πραγματική ηρωίδα της αφήγησης: σκιαγραφείται ως το ελλείπον από το κοινωνικό πεδίο γυναικείο σώμα και βλέμμα, διαρκώς αποδέκτης μιας ανδρικής βίας, που αναζητά μια έκφραση και ένα λόγο. Είναι σ’ αυτόν τον χαρακτήρα που διακρίνουμε τα ηρωικά χαρακτηριστικά –την υπέρβαση των εμποδίων και την απόδοση της δικαιοσύνης- αλλά και τα χαρακτηριστικά μιας βαθιάς ενσυναίσθησης. Η νεαρή αυτή γυναίκα ταυτίζεται συναισθηματικά με ό,τι το κοινωνικό σώμα και ο επίσημος λόγος του καθεστώτος θεωρεί «ηθικά μιάσματα», ακούει τις φωνές των δολοφονημένων και αναζητά τη δικαίωσή τους. Εν τέλει η προσωπική της νίκη δεν είναι τόσο η σύλληψη και η τιμωρία του δολοφόνου, αλλά η επικράτηση της ενσυναίσθησής της στο δημόσιο χώρο και λόγο...