(Αβάνα, η πόλη των κατασκόπων)
του Olivier Assayas
(η κριτική του Θόδωρου Σούμα)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1920_wasp-network.jpg

Στην ταινία του 2020, Αβάνα, η πόλη των κατασκόπων (Wasp network), ο Ασαγιάς διηγείται μια πολύπλοκη ιστορία διπλών κατασκόπων στο συγκρουσιακό πολιτικό παιχνίδι Κούβας – ΗΠΑ – Κουβανών αυτοεξόριστων αντιφρονούντων. Η αφήγηση του φιλμ εξελίσσεται στρωτά και γραμμικά μέχρι να μας αποκαλυφθεί πως οι δύο αυτομολήσαντες, αντιφρονούντες πιλότοι της κουβανικής αεροπορίας είναι στην πραγματικότητα πιστοί κομμουνιστές, με αποστολή τη διείσδυση στις οργανώσεις των αντιπάλων του καθεστώτος του Κάστρο. Οι έμπειροι ηθοποιοί δίνουν μέχρι εδώ το maximum.
Οι οργανώσεις των αντιπολιτευόμενων αντικαθεστωτικών ποικίλλουν σε δραστηριότητες, άλλοι μαζεύουν από τη θάλασσα όσους θαλασσοπνίγονται για να φύγουν από τη φτωχή και ανελεύθερη Κούβα, άλλοι κάνουν τρομοκρατικές επιθέσεις στις τουριστικές παραλίες της Κούβας, γιατί η οικονομία της βασίζεται πια στον τουρισμό και άλλοι ανακατεύονται και με το λαθρεμπόριο ναρκωτικών. Άλλες οργανώσεις συνεργάζονται με το FBI και άλλες καταδιώκονται από αυτό, ως ναρκέμποροι ή τρομοκράτες. Η μυθοπλασία του Ασαγιάς μπερδεύεται, αποκτά έναν τόνο πιο ψυχρό και ντοκιμαντερίστικο και γίνεται πιο ενδιαφέρουσα και πιο σύνθετη πολιτικά και αφηγηματικά. Προκύπτει, όμως, κάτι που ενοχλεί τον μέσο θεατή, ότι ο Ασαγιάς δεν υιοθετεί μια σαφή πολιτική θέση υπέρ ή κατά του κομμουνιστικού καθεστώτος του Κάστρο ή της εύπορης, καταναλωτικής ζωής στις ΗΠΑ και των αυτοεξόριστων, αντικαθεστωτικών Κουβανών που την προτιμούν. Ο Ασαγιάς κρατά ίσες αποστάσεις από όλους, προτιμώντας να ενστερνιστεί ένα απροκατάληπτο, κατά το δυνατόν “αντικειμενικό”, ντοκιμαντερίστικο βλέμμα, που είναι δυνατόν να παρεξηγηθεί από τους οπαδούς της μίας ή της αντίθετης παράταξης ή τέλος πάντων να μη τους ικανοποιήσει. Ο Γάλλος σκηνοθέτης περιορίζεται στο να δείξει τη φτώχεια και την ανελευθερία του καστρικού καθεστώτος, τη δολιότητα και τον ψευτοφιλελευθερισμό των αντιφρονούντων και τη λογική των ΗΠΑ πως καλό και σωστό είναι, απλά, ό,τι τους συμφέρει και συμβαδίζει, συγκλίνει με τα πολιτικά συμφέροντά τους και τη στρατηγική τους. Από κει και πέρα ο θεατής καλείται να βγάλει άκρη όπως μπορεί, ανάλογα με την κοσμοαντίληψή του... Μήπως αυτή είναι η εντιμότερη στάση;
Οι προσωπικές ιστορίες και διαδρομές των κεντρικών προσώπων, των Κουβανών, διπλών κατασκόπων και των γυναικών τους, αφήνουν ισχυρό το δραματικό και ανθρώπινο στίγμα τους... Τελικά μένεις με την αίσθηση πως οι θαρραλέοι και σκληροί Κουβανοί πήραν την απόφαση να θυσιάσουν και να κάψουν τις προσωπικές ζωές τους, εμπλεκόμενοι στα μεγάλα πολιτικά γρανάζια δυνάμεων που τους ξεπερνούν, μάλλον μάταια, διαλύοντας τις οικογένειές τους και καταλήγοντας πίσω από τα σίδερα της φυλακής για πολλά χρόνια...