του Bong Joon-ho
snowpiercer-bong-joon-ho.jpg

Ταινία επιστημονικής φαντασίας που επικεντρώνεται στα συμβάντα μιας εξέγερσης, η πρώτη αγγλόφωνη δημιουργία του κορεάτη σκηνοθέτη Bong Joon-ho -Barking Dogs Never Bite (2000), Memories of Murder (2003), The Host (2006), Mother (2009)- είναι κυρίως μία συναρπαστική, γεμάτη εντάσεις και πολιτικές συνδηλώσεις περιπέτεια.
Στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον, όταν ο πολιτισμός έχει καταστραφεί λόγω των κλιματικών μεταβολών, οι πολικές θερμοκρασίες έχουν κάνει τη διαβίωση αδύνατη. Μοναδικοί επιζώντες είναι όσοι διαμένουν μέσα στην «Κιβωτό»: ένα υψηλής τεχνολογίας τραίνο, που προστατεύει τους επιβαίνοντες σ’ αυτό και τους εξασφαλίζει, πέραν της επιβίωσης, και τις ιδανικές (;) (από κάθε πλευρά) συνθήκες διαβίωσης. Ωστόσο το τραίνο αυτό είναι οργανωμένο με ένα τρόπο αυστηρά ταξικό. Και όσοι ταξιδεύουν στη τελευταία στην κατάταξη θέση, μάλλον δεν είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένοι από τις συνθήκες του ταξιδιού…
Βασισμένο στο κόμικς Le Transperceneige των Jacques Lob (σενάριο) και Jean-Marc Rochette (σχέδιο), η ταινία είναι μια σκοτεινή, μονοχρωματική στους τόνους και σχεδόν εφιαλτική δυστοπία: ανήκει σ' ένα υπό-είδος της επιστημονικής φαντασίας που περιλαμβάνει ταινίες τόσο διαφορετικές όπως τα 12 Monkeys, Brazil του Terry Gilliam, Children of Men του Alfonso Cuarón, Gattaca του Andrew Niccol. Στο κέντρο της δραματικής πλοκής βρίσκεται το απολυταρχικό καθεστώς που επικρατεί στο τραίνο. Και αυτό, όπως είναι φυσικό, προσφέρει την ευκαιρία για μια πολιτική κριτική- καταγγελία, ενώ, παράλληλα, δημιουργεί και μια σειρά από ενδιαφέρουσες πολιτικές συνδέσεις/ αναφορές με το σήμερα: άλλωστε στο είδος της επιστημονικής φαντασίας, είτε στα κόμικς είτε στο σινεμά, ο πραγματικός χρόνος που διαδραματίζεται είναι το παρόν. Οι εξεγερμένοι, που διάγουν ένα βίο όχι πολύ διαφορετικό από αυτό των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, δεν είναι παρά οι αφανείς και αποκλεισμένοι των σημερινών κοινωνιών της αφθονίας και της ευμάρειας.
Ωστόσο, η ιδιαιτερότητα της ταινίας δεν είναι αυτή η μάλλον αναμενόμενη κοινωνική/ πολιτική κριτική στο σήμερα, αλλά ο ίδιος ο τόπος της δραματικής πλοκής: Όλη η ταινία διαδραματίζεται στα βαγόνια του διαρκώς εν κινήσει τραίνου. Οι περιορισμοί που αυτός ο χώρος θέτει στη σκηνοθεσία, αλλά και η αστάθεια που η διαρκής μετακίνηση δημιουργεί, συνιστούν μια αληθινή πρόκληση για τον Bong Joon-ho. Η δράση είναι εγκλωβισμένη μέσα σ’ ένα περιορισμένο απ’ όλες τις πλευρές χώρο, και η μόνη ανάπτυξη που είναι δυνατή είναι κατά μήκος ενός οριζόντιου άξονα. Έτσι οι κινήσεις της κάμερας (και όχι μόνο)  είναι σχεδόν όλες οργανωμένες πάνω σ΄ αυτόν τον άξονα, συχνή είναι η χρήση του βάθος πεδίου, ενώ οι εντάσεις και η εγγύτητα των σωμάτων που το περίκλειστο επιβάλλει συχνά οδηγούν σε "εκρήξεις" στη δραματική πλοκή. Κάτι που γίνεται άμεσα φανερό στη σκηνή της αιματηρής μάχης σώμα με σώμα, η βιαιότητα της οποίας συνιστά αναμφίβολα μια επιρροή από το ακραία βίαιο και ανάλογα αιματηρό σινεμά δράσης της Νότιας Κορέας. Αν ένα αίσθημα κυριαρχεί (ή μάλλον επιβάλλεται από τη σκηνοθεσία) στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, με αποκορύφωμα τη σκηνή που οι εξεγερμένοι εισβάλλουν στα πρώτα -«ανώτερα» βαγόνια, είναι αυτό της ασφυξίας που προκαλείται από τον εγκλεισμό σ' αυτόν τον περιορισμένο χώρο.
Γι’ αυτό, λοιπόν, η διακοπή, καταρχάς, της διαρκούς κίνησης του τραίνου και η έξοδος από αυτό, που στο τέλος επιχειρείται από τους κεντρικούς ήρωες, μοιάζει ως η έξοδο -απόδραση από μια φυλακή. Είναι το απολύτως ελεγχόμενο, τεχνητό περιβάλλον του τραίνου από το οποίο θα αποδράσουν οι ήρωες. Είναι οι ανοικτοί ορίζοντες της φύσης που αντικρίζουν και το σταθερό έδαφος που πατούν, μια αληθινή απελευθέρωση, μια επιστροφή στην κανονικότητα…

Δημήτρης Μπάμπας