του Rithy Panh
l-image-manquante-rithy-panh.jpg

Μετέωρη ως φόρμα –ανάμεσα σε αυτοβιογραφική μυθοπλασία ή σ’ ένα ντοκιμαντέρ-, η ταινία του καμποτζιανού Rithy Panh χαρακτηρίζεται τόσο από τον ισχυρό προσωπικό τόνο στην αφήγηση, όσο και από μια αισθητική καινοτομία- πειραματισμό, μοναδικό στην ιστορία του σινεμά.
Επικεντρωμένη στη ζωή του στην πατρίδα του Καμπότζη, ο σκηνοθέτης αφηγείται τα δύσκολα χρόνια κάτω από την εξουσία των Ερυθρών Χμερ. Εστιάζοντας κυρίως στην οικογενειακή ζωή, η αφήγηση ξεκινά από την παιδική ηλικία και τα χρόνια της ειρήνης, λίγο πριν την επικράτηση των Ερυθρών Χμερ, και διατρέχει όλη τη διαδρομή: τον εκτοπισμό του σκηνοθέτη και της οικογένειας του στην ύπαιθρο, σε στρατόπεδο εργασίας, και τις εκεί δυσκολίες της επιβίωσης. Η προσωπική του ιστορία δεν ήταν μια εξαιρετική περίπτωση, αλλά η κοινή μοίρα όλων των κατοίκων των αστικών περιοχών της Καμπότζης, αφού το υπό μαοϊκή επιρροή καθεστώς του Πολ Ποτ, είχε αποφασίσει την ιδεολογική αναμόρφωση όσων δεν ήταν υποστηρικτές του. Ο συνολικός αριθμός των νεκρών απ’ αυτόν το βίαιο εκτοπισμό ήταν πάνω από δύο εκατομμύρια.
Η ιδιαιτερότητα στη φόρμα της ταινίας ξεκινά από την έλλειψη, ή καλύτερα την σχεδόν πλήρη απουσία, εικόνων, είτε κινούμενων είτε όχι, για να υποστηρίξουν και να τροφοδοτήσουν την αφήγηση του σκηνοθέτη. Οι ελάχιστες εικόνες που υπάρχουν στην ταινία είναι αποσπάσματα από ντοκιμαντέρ επικαίρων. Ως αντικατάσταση των χαμένων εικόνων, ο σκηνοθέτης κατασκεύασε μια σειρά από μικρά πήλινα ομοιώματα- κούκλες, με τα οποία αναπαράστησε τα πρόσωπα, τους χώρους και τα επεισόδια της δύσκολης ζωής του.
Έχουμε λοιπόν κάτι που θα μπορούσε να είναι μια ταινία animation, αν υπήρχε κάποιου είδους κίνηση στα tableau με τα ομοιώματα. Ωστόσο, αυτή η έλλειψη κίνησης, η στατικότητα στην εικόνα, υπερκαλύπτεται από την ισχυρή παρουσία του λόγου του σκηνοθέτη, που με την απόσταση του χρόνου –ή με το βάρος της ηλικίας των 50 χρόνων- θυμάται πρόσωπα και εικόνες μιας ζωής που πέρασε: Είναι η φορτισμένη με συγκίνηση και συναισθήματα φωνή του, που συνιστά την κίνηση των εικόνων της ταινίας.

Δημήτρης Μπάμπας