του Θάνου Αναστόπουλου
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_fantasmata-tis-epanastasis.jpg

Στην Τεργέστη του σήμερα ένας Έλληνας σκηνοθέτης θέλει να κάνει ταινία την ζωή του Ρήγα Βελεστιλνή. Περιμένοντας μάταια τον ηθοποιό που θα τον υποδυθεί, ο σκηνοθέτης γκρινιάζει στην συνεργάτη του, αναρωτιέται αν θα γινόταν επανάσταση σήμερα και αποκοιμιέται όπου βρει. Στο παλιό, ελληνορθόδοξο νεκροταφείο της πόλης οι εργασίες αναστύλωσης τελειώνουν και τέσσερις φιγούρες της ελληνικής επανάστασης βγαίνουν απ’ τα μνήματα για τη συνηθισμένη τους βόλτα. Μια ξεναγός μιλά για την ιστορία της Τεργέστης κι ο νεκρός εργάτης αναδεικνύει την ταξική διάσταση του ζητήματος πίνοντας. Ο Δημήτριος Καρτσιώτης διώχνει με τα χεράκια του τους υποψήφιους αγοραστές του αρχοντικού του, η Ελευθερία παραμένει θλιμμένη όσοι αιώνες κι αν περνούν κι ο νεκρός ναύτης θυμάται τη θάλασσα. Ο φύλακας-μάγος-ταχυδακτυλουργός φανερώνει στην συντηρήτρια Κλαούντια ένα μυστικό πέρασμα. Μήπως αυτό δεν είναι που ψάχνει κι ο σκηνοθέτης; Ζει η Ιστορία δίπλα μας ή μας έχει ξεχάσει;
Με χιούμορ, ανθρωποκεντρική ματιά, διάθεση για ιστορική ανασκόπηση και ενδοσκόπηση πάνω στα δικά μας που όλο νομίζουμε πώς κείτονται μακριά, τα Φαντάσματα της επανάστασης του Θάνου Αναστόπουλου, δικαιώνουν με την αρετή και την τόλμη τους, την ελευθερία της φόρμας τους, αυτό το συνδυασμό μυθοπλαστικής πλοκής, ντοκιμαντερίστικης ματιάς και σουρεαλιστικής διάθεσης, που παίζει με τα είδη με τον ίδιο τρόπο που το παρελθόν τσιγκλάει το παρόν επηρεάζοντάς το υπόγεια -κι ας φαίνεται ότι δεν εμφανίζεται ποτέ του.  Θολώνοντας τα όρια ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, το υπαρκτό και το μεταφορικό, η ταινία εισέρχεται κι η ίδια στον ιστορικό χρόνο μιλώντας για τη σημασία του, κάπως όπως κι ο σκηνοθέτης γεμίζει τα κενά της πραγματικότητας με τη φαντασία του, έτσι που να μην ξέρουμε αν κάποιες σκηνές είναι της ταινίας ή του μυαλού του.
Μερικά απ’ τα πιο σημαντικά θέματα που αφορούν στο «μετά» κάθε επανάστασης, παρουσιάζονται εδώ μέσα από συγκεκριμένες καταστάσεις που τα καταδεικνύουν ανάλαφρα κι εν είδει παιχνιδίσματος.  Το ξεπούλημα της Ιστορίας και των μνημείων της, η επέλαση του κέρδους ως αξία, οι επιρροές κι η τύχη του Διαφωτισμού, η «Μαύρη ζωή» του ηρωισμού, η δυσκολία της αναμέτρησης με το δικό μας ένδοξο παρελθόν, η διαχρονική μοίρα των φτωχών, οι διχασμοί και τα συμφέροντα, η Ιστορία ως ζων οργανισμός κι η αναζήτηση πιο συναισθηματικών τρόπων εξιστόρησης της, η μελαγχολία της Ελευθερίας που αν και πενθεί συνεχίζει υπόγεια να αναζητά καινούργιους τόπους κι ορίζοντες, πάντα ανεξάρτητη και μακρινή για όποιον θέλει να την ακολουθήσει.
Όλα αυτά – που ξεκινάν απ’ το τοπικό και το εθνικό, αλλά αφορούν στο γενικό και το πανανθρώπινο- συνυφαίνονται στα Φαντάσματα της επανάστασης, με την ιστορία της ίδιας της Τεργέστης, μιας πόλης σημαντικής για την ιστορία του ελληνισμού και την πορεία του, που, όπως κι ο ελληνισμός, ήκμασε, παρήκμασε, γνώρισε έριδες (όπως εκείνη ανάμεσα στην ελληνική εκκλησία και τη σερβική), και αναζητά πάλι την περπατησιά της.  
Τα Φαντάσματα της επανάστασης γίνονται έτσι μια ευφάνταστη ονειροπόληση πάνω στο επαναστατικό μας παρελθόν, ένας χαμηλόφωνος, τρυφερός στοχασμός πάνω στην ιδέα της επανάστασης και τη σημασία της Ιστορίας, ευφυής και ουσιώδης, και γι αυτό πιθανόν όχι πιασάρικος, δεδομένης της συλλογικής μας άρνησης να πραγματευτούμε τα δικά μας με τρόπο που να μην φέρνει διχασμό, αλλά κατανόηση και νέο βάθος. Παρ’ όλα αυτά, εμείς οι Μαύροι Κλέφτες (εξαιρετικό το τραγούδι των Αέρα Πατέρα που η ταινία μας θύμισε) ας μην το βάλουμε κάτω ακόμα. Το πνεύμα του Ρήγα Βελεστινλή ίσως να μην έχει εγκαταλείψει την πόλη.