(Siege on Liperti Street)
του Σταύρου Παμπαλλή
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2021_liperti-2.jpg

Αποτίοντας ένα φόρο τιμής στο κλασικό αμερικανικό κινηματογράφο, ο νεαρός και πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης εστιάζει στις μικρές προσωπικές τραγωδίες της οικονομικής κρίσης.
Λευκωσία. Στην κορύφωση της πρόσφατης οικονομικής κρίσης. Στην οδό που τιμητικά φέρει το όνομα κύπριου ποιητή Δημήτρη Λιπέρτη, πάνω στην πράσινη γραμμή που χωρίζει το ελεύθερο μέρος του νησιού από το κατεχόμενο, μια οικογένεια βρίσκεται σε οικονομικό αδιέξοδο: αδυνατεί να πληρώσει τις δόσεις του δανείου. Αντιμέτωπος με τις ζοφερές προοπτικές μιας ζωής χωρίς μέλλον,  ο αρχηγός της οικογένειας αποφασίζει να αντισταθεί…
Έχοντας ως κεντρικό πρόσωπο τον σύζυγο –που υποδύεται ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης -, η αφήγηση εστιάζει καταρχάς στην αίσθηση ταπείνωσης  που προκαλείται από την αδυναμία εξυπηρέτησης του δανείου και την προδιαγραφόμενη εγκατάλειψη της πατρογονικής εστίας. Αυτή ακριβώς η ταπείνωση της έξωσης και το τραγικό αδιέξοδο στο οποίο ο οικογενειακός βίος οδηγείται, συνιστά το συναισθηματικό πυρήνα της αφήγησης, ό,τι την προωθεί. Και είναι αυτό το αίσθημα της ταπείνωσης που οδηγεί στον εγκλεισμό και την υπεράσπιση της οικογενειακής εστίας. Η πολιορκία της προκαλείται από την απόφαση του ήρωα να αντισταθεί στην προοπτική ενός μέλλοντος ανέστιου.
Η αφηγηματική ένταση της ταινίας κτίζεται λοιπόν  πάνω στον εγκλεισμό του πρωταγωνιστή (και της οικογένειας) και την πολιορκία του – μια αναφορά στο κλασικό (Rio Bravo (Howard Hawks, 1959)) και όχι ακόμα κλασικό αμερικάνικο σινεμά (Assault on Precinct 13 (John Carpenter, 1976)).  Και γι’ αυτό ο ήρωας αυτής της ταινίας διαθέτει κάτι από την αύρα και την τραγική διάσταση των κεντρικών χαρακτήρων στα κλασικά western.  
Όμως η κορύφωση της ιστορίας ως μιας ακόμα από τις πολλές τραγωδίες του σύγχρονου κόσμου, δεν διαθέτει μόνο τη σινεφίλ διάστασή της. Στο φόντο της αφήγησης μια τηλεόραση ανοικτή ενημερώνει για ένα ακόμα αποτυχημένο γύρο «διακοινοτικών συνομιλιών»: Η τοποθέτηση της μικρο-ιστορίας μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο δεν τη «γειώνει» μόνο, τοποθετώντάς στην σ’ ένα τόπο και μια χρονική στιγμή -προσδίδοντας έτσι στην ταινία μια ισχυρή κυπριακή ταυτότητα. Ενισχύει, παράλληλα, και τα προσωπικά και οικογενειακά αδιέξοδά του ήρωα και το αίσθημα ασφυξίας του: το προσωπικό  του δράμα –η προοπτική  του να μείνει ανέστιος- και η τραγική του κορύφωση δεν είναι τελικά παρά αντανάκλαση (… και συνέχεια) ενός εθνικού δράματος.  
Για τον ήρωα που διαμένει στην οδό Λιπέρτη δεν υπάρχει ελευθερία (liberty)…


Δημήτρης Μπάμπας