του Βασίλη Δούβλη
storgi-sto-lao.jpg

Ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τη λογοκρισία στον κινηματογράφο την περίοδο της δικτατορίας στην Ελλάδα (1967-1974), βασισμένο στο άγνωστο μέχρι τώρα αρχείο της λογοκρισίας της χούντας.
Περιλαμβάνει αποσπάσματα από ελληνικές και ξένες ταινίες, που λογοκρίθηκαν ή απαγορεύθηκαν στα χρόνια της δικτατορίας, επίκαιρα της εποχής, συνεντεύξεις σκηνοθετών, καθώς και απόρρητα έγγραφα που έρχονται για πρώτη φορά στο φως, δίνοντας μια αποκαλυπτική εικόνα των μηχανισμών ελέγχου του καθεστώτος, αλλά και συνθέτοντας, συγχρόνως, μια τοιχογραφία της εποχής.
Ο Βασίλης Δούβλης δηλώνει σε συνέντευξη τύπου στο πλαίσιο του 16ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (2014): «η ερευνά κράτησε χρόνια γιατί το υλικό ήταν αταξινόμητο και διάσπαρτο, στην  Ταινιοθήκη της Ελλάδος, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, το Υπουργείο Εξωτερικών και αλλού». Στο ντοκιμαντέρ μιλούν πολλοί έλληνες δημιουργοί, ανάμεσά τους, και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις. «Η ταινία αποτυπώνει τη γελοιότητα και τον παραλογισμό της μισαλλοδοξίας αλλά και την προσπάθεια των δημιουργών να υπερβούν τα προβλήματα και να αρθρώσουν λόγο. Ο Αγγελόπουλος λέει πώς αυτή η συνθήκη επηρέασε την αισθητική του, ειδικά στην ταινία Μέρες του ’36 που χρησιμοποιεί πολύ τον έμμεσο λόγο», εξήγησε ο Βασίλης Δούβλης. Αυτό που τον εξέπληξε ήταν η επιχειρηματολογία που ανέπτυσσαν οι λογοκριτές στις εκθέσεις τους. Για παράδειγμα μια ταινία του Λουίς Μπουνιουέλ κόπηκε γιατί ο λογοκριτής θεώρησε ότι στερείται καλλιτεχνικής αξίας, ενώ μια ταινία του Ζαν Λικ Γκοντάρ χαρακτηρίστηκε ως αποκορύφωμα ασυναρτησίας.  Αναφορικά με τη λογοκρισία στις μέρες μας, ο σκηνοθέτης είπε: «Σήμερα λογοκρισία υπάρχει σε αρκετές χώρες στον κόσμο, όπου υπάρχουν ανελεύθερα καθεστώτα. Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες υπάρχει μια άλλης μορφής λογοκρισίας. Με την επανεμφάνιση του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας ομάδες φανατικών προσπαθούν να εμποδίσουν διάφορα έργα τέχνης που δεν ταιριάζουν στα πιστεύω τους να εκτίθενται, ενώ πολλές φορές δημιουργείται ένα κλίμα ζόφου που κάποιες φορές οδηγεί τον καλλιτέχνη σε αυτολογοκρισία».

(πηγή δ.τ.)