(Το χρυσάφι του Ρήνου)
του Fatih Akın
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)

Έχουμε πολλούς κοινούς φίλους και γνωστούς με τον Ξατάρ, οπότε γνωρίζαμε ο ένας για τον άλλον από πολύ καιρό. Ήταν θέμα χρόνου μέχρι να συναντηθούμε. Όταν συνέβη, ήθελα να μάθω περισσότερα για εκείνον, οπότε πήρα την αυτοβιογραφία του. Στο βιβλίο αυτό είδα για πρώτη φορά την προοπτική για μια πολύ δυνατή ταινία.
(...) Η ιστορία του συνδυάζει πολλά κινηματογραφικά είδη: ταινία πολέμου, ιστορία ενηλικίωσης, ταινία με γκάνγκστερ, μιούζικαλ… Μου αρέσει πολύ όταν μια ταινία δε μπορεί να μπει σε μόνο μια κατηγορία - μου αρέσει αυτή η πρόκληση.
(...) Το βιβλίο έχει πολλά στοιχεία τα οποία γνωρίζω από άλλες ταινίες ή σειρές, στοιχεία που θα περίμενε κανείς από μια τέτοια ζωή. Όμως, αυτά που με ενδιέφεραν περισσότερο δεν υπήρχαν παρά μόνο ως υπαινιγμοί. Οπότε κατά τη διάρκεια του πρώτου λοκντάουν το 2020, κάναμε ορισμένες συνεντεύξεις μεγάλης διάρκειας μέσω Skype. Είχα, έτσι, την ευκαιρία να του κάνω όλες τις ερωτήσεις που είχαν μαζευτεί, όσο διάβαζα τη βιογραφία του. Το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν ένα εντελώς καινούργιο βιβλίο. Κάτι σαν παραρτήματα. Και αυτά ήταν η βασική μου πηγή για το σενάριο.
(...) Η ιστορία πρέπει να λειτουργεί και για τους θεατές που δε γνωρίζουν τίποτα για τον Ξατάρ ή δε νοιάζονται καθόλου για τη γερμανική χιπ-χοπ. Η ταινία πρέπει να στέκεται ανεξάρτητη, χωρίς πρότερη γνώση της ιστορίας στην οποία βασίζεται. Ταυτόχρονα, έπρεπε να είμαι προσεκτικός: δεν ήθελα να αποξενώσω τους φαν του Ξατάρ. Αυτή ήταν η καρδιά, η πρόκληση της αφηγηματικής προσέγγισης.
(...) Παρόλο που κατάγομαι από υποβαθμισμένη περιοχή, δε γνωρίζω τίποτα για τη σλανγκ της Βόννης, το ντιλάρισμα της κοκαΐνης, τις πόρτες στα κλαμπ, τους Κούρδους, τη γερμανική ραπ. Απολύτως τίποτα! Γι’ αυτό και ήταν απαραίτητο να έχω τον Τζι στο σετ. Με βοήθησε να δημιουργήσω μια απίστευτη αίσθηση αυθεντικότητας. Το κοινό μπαίνει στον κόσμο αυτό, γιατί μπόρεσα να μπω κι εγώ - και μάλιστα βαθιά! Παρόλο που ο Τζι τρέλαινε συχνά το συνεργείο και είχε συνέχεια ενστάσεις για τις ιδέες μας. Έχω κάνει ντοκιμαντέρ κι έτσι είμαι αρκετά ευέλικτος σχετικά με νέες ιδέες. Βέβαια, ένα τόσο μεγάλο συνεργείο, όσο αυτό που είχαμε για την ταινία αυτή, έχει περιορισμούς. Όμως, αποδείχθηκαν πολύ ευέλικτοι, ήταν όλοι άριστοι επαγγελματίες. Ανταποκρίθηκαν σε ό,τι τους ζητήθηκε.
(...) Ήθελα να πω σωστά την ιστορία. Όσο πιο πειστική είναι, τόσο περισσότερο θα φανεί πειστικός και ο χαρακτήρας. Ο Τζι ήταν όντως εγκληματίας. Αυτό σημαίνει ότι άφησε πίσω την ηθική του ξανά και ξανά για το δικό του συμφέρον. Προκάλεσε πόνο σε πολύ κόσμο. Σήμερα, όμως, είναι ένας άνθρωπος που αναστοχάζεται τη ζωή και τις πράξεις του. Ένας άνθρωπος που βγάζει τα προς το ζην πια από τον αναστοχασμό αυτό. Κι έτσι ταιριάζουμε: κάνω ταινίες για μη ηθικούς ανθρώπους γιατί δεν είναι βαρετοί χαρακτήρες. Δουλεύω, εξάλλου, στη βιομηχανία ψυχαγωγίας.
(...) Πολλές από τις σκηνοθετικές μου αποφάσεις είναι ενστικτώδεις. Και δεν είχαμε πολύ χρόνο να σκεφτούμε πολλά πριν πάρουμε αποφάσεις για το γύρισμα. Δεν είχαμε χρόνο για τίποτα: το σενάριο, την προετοιμασία, το ίδιο το γύρισμα. Μόνο στο μοντάζ πήραμε τον χρόνο που χρειάζεται μια τέτοια ταινία. Είμαι καλός ακροατής και παρατηρητής. Και σέβομαι τους ανθρώπους, τις ιστορίες των οποίων αφηγούμαι. Αυτά είναι αρκετά καλά εργαλεία: σεβασμός, και ανοιχτά αυτιά και μάτια.
(...) Όπως λέει και ο ράπερ Τζαν Ντελάι, η μουσική είναι το καλύτερο πράγμα που υπάρχει. Και έχει τόσο δίκιο! Είμαι αιώνια ευγνώμων που μπόρεσα να κάνω την ταινία - χάρη στη μουσική. Δεν είχα καταφέρει να περάσω τόσο χρόνο με τη μουσική εδώ και πολλά χρόνια. Ήταν μια βασική κινητήριος δύναμη.
(...) Ο Εμίλιο ξεκίνησε από παιδί ως ηθοποιός, οπότε στην πραγματικότητα έχει εμπειρία από όλων των ειδών τους ρόλους. Είναι στον χώρο όλη του τη ζωή και περίμενε χρόνια για μια τέτοια ευκαιρία. Αγαπά την υποκριτική με όλο του το είναι, δε φοβάται τίποτα. Και όταν ο φόβος εμφανίζεται, δεν τον παραλύει: αντίθετα, τον κάνει πιο παρόντα.
Ο Εμίλιο έχει μέθοδο. Προετοιμάζεται για μήνες, προσπαθεί να μπει στον ρόλο με το σώμα, τη φωνή, την ψυχή του. Ο Εμίλιο είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους κάνω αυτήν τη δουλειά. Αυτή η ταινία χρειάζεται γκλάμουρ. Είτε το έχεις είτε όχι, δε μπορείς να το μάθεις. Και ο Εμίλιο το έχει. Η ταινία είναι η δική μου ερμηνεία του Τζιγουάρ. Και ο Εμίλιο είναι τέλειος για αυτό, γιατί είναι πολύ πιο συναρπαστικό να τον βλέπεις στον ρόλο. Είναι αδύνατον να μιμηθεί κανείς τον Τζιγουάρ, έτσι κι αλλιώς.
(...) Η ταινία έχει να κάνει με σύγχρονη γερμανική μυθολογία, αφού η εντυπωσιακή ληστεία χρυσού του Τζιγουάρ είναι μέρος πια της συλλογικής συνείδησης στη Γερμανία. Οι ήρωες της σύγχρονης αυτής μυθολογίας δεν έχουν πια ονόματα όπως Ζίγκφριντ και Κρίμχιλντ και τέτοια αντίστοιχα: τώρα πια τους λένε Ξατάρ και Σιρίν και Ασαμόα και Οζλέμ…

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)