(Ο σύντροφος Βολκονόγκοφ απέδρασε)
των Natasha Merkulova & Aleksey Chupov
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_captain-volkonogov-escaped.jpg

Ο νεαρός λοχαγός Φιοντόρ Βολκονόγκοφ, αφοσιωμένο μέλος της Εν-Κα-Βε-Ντε (Λαϊκό Επιτροπείο Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ) και πετυχημένος ανακριτής, το σκάει ξαφνικά απ’ την υπηρεσία του, από φόβο μην κατηγορηθεί αναίτια κι ο ίδιος, αφήνοντας πίσω τον στενό του φίλο Βερετενίκοφ, που άμεσα θα βασανιστεί και θα εκτελεστεί, χωρίς όμως να τον προδώσει. Το φάντασμά του, ωστόσο, πολύ σύντομα θα φράξει το δρόμο του Βολκονόγκοφ για να του πει πως αν δεν τον συγχωρέσει κάποιος απ’ τους συγγενείς των θυμάτων του η κόλαση τον περιμένει κι εκείνον. Την αγωνιώδη κούρσα του Βολκονόγκοφ προς τη συγχώρεση και τον παράδεισο, θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να σταματήσει ο Ταγματάρχης Γκολόβνια, που δεν έχει στάλα έλεος κι ας είναι πιο κοντά στο θάνατο απ’ όλους…
Υπαρξιακή περιπέτεια-δράμα, με υπόγειο χιούμορ, ευφάνταστα καδραρίσματα και αξιοπρόσεκτες γωνίες λήψης, καταιγιστική στο ρυθμό και στην εξέλιξη, με θεατρική αντίληψη του χώρου και κινήσεις σαν χορογραφίας -κοφτές και μεγάλης ακριβείας-, με κοστούμια/σκηνικά που υπηρετούν στην εντέλεια το στόχο και τον συμβολίζουν σε βαθμό παρεξήγησης μια και το κόκκινο αναδεικνύεται σε σχεδόν καταραμένο χρώμα (ό,τι αντίρρηση όμως και να έχει κανείς η κινηματογραφική χρήση που του γίνεται είναι εξαιρετική), Ο σύντροφος Βολκονόγκοφ απέδρασε των Νατάσα Μερκούλοβα και Αλεξέι Τσουπόφ (που παίχτηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης με τίτλο Εχθρός εκ των έσω), είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες σκηνοθετικά ταινίες που είδαμε τελευταία, έτσι όπως αποδίδει από εντελώς απρόσμενη σκοπιά και διατηρώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή σ’ όλη της την διάρκεια, μια τις πιο μαύρες σελίδες στην Σοβιετική Ιστορία.
Πατώντας στην σπουδαία ρωσική παράδοση που κάνει τη μεταφυσική μέρος της αφήγησης και μέσα από έναν ιδιότυπο μαγικό ρεαλισμό που παίρνει τη μορφή εφιάλτη κι όχι ονείρου, οι δύο σκηνοθέτες, αποτυπώνουν μέσα απ’ το ρεαλισμό της δράσης -κάποιες σκηνές βίας είναι δύσκολο να τις κοιτάς-, την υπαρξιακή διάσταση του σεναρίου και την ποιητικότητα στα σκηνικά, την κίνηση και τα κοστούμια, εν είδει προσωπικής ιστορίας και παραβολής μαζί τις πολιτικές διώξεις του 1938 στη Σοβιετική Ένωση. Οι διώξεις αυτές ήταν μέρος του «Μεγάλου Τρόμου», της Μεγάλης δηλαδή Σταλινικής Εκκαθάρισης που κράτησε από το 1936 έως το 1938 κι άφησε πίσω της πάνω από 600.000 νεκρούς, οι περισσότεροι εκ των οποίων εντελώς αθώοι. Το Λαϊκό Επιτροπείο Εσωτερικών Υποθέσεων (Εν-Κα-Βε-Ντε) βασάνιζε τους ανθρώπους αυτούς για να τους αποσπάσει ψεύτικες, εξαναγκασμένες ομολογίες και να τους εντάξει στο περίφημο άρθρο 58 περί αντισοβιετικής προπαγάνδας για να τους εκτελέσει στη συνέχεια ως προδότες. Όπως δείχνει κι η ταινία, τα μέλη του Εν-Κα-Βε-Ντε, κινδύνευαν κι αυτά ανά πάσα στιγμή να μεταβληθούν από θύτες σε θύματα (ας μην ξεχνάμε ότι ανάμεσα στους εκτελεσμένους ήταν και μεγάλο μέρος της Ηγεσίας του Κόκκινου στρατού) στη διάρκεια της εκκαθαριστικής αυτής διαδικασίας που βασικά είχε ως σκοπό την άνευ αντιπάλων και αντιρρήσεων πλήρη καθιέρωση του Στάλιν.
Στο Ο σύντροφος Βολκονόγκοφ απέδρασε τα γεγονότα αυτά παρουσιάζονται μέσα από ένα είδος υπαρξιακής καθόδου του ήρωα σ’ έναν Άδη εσωτερικής δυσφορίας κι ενοχών, που γίνεται όλο και πιο ντοστογιεφσκικός μέσα απ’ τις συναντήσεις του με τους συγγενείς των θυμάτων του, που τον βάζουν με τις διαφορετικές αντιδράσεις τους, όλο και περισσότερο απέναντι στον εαυτό του. Η πορεία του αυτή αντιπαραβάλλεται με την αντίστοιχη του Γκολόβνια, που παρ’ ότι πλησιάζει κι αυτός το θάνατο αρνείται να μετακινηθεί εσωτερικά, κι επιμένει να έχει ως μόνο στόχο-αποστολή την πλήρη καταστροφή του Άλλου. Όλα αυτά ανοίγουν κινηματογραφικά μια ολόκληρη βεντάλια θεμάτων που ξεκινάνε απ’ την ανάγνωση της Ιστορίας και καταλήγουν στην υπαρξιακή θεώρηση του εαυτού και σε ζητήματα ενοχών και πίστης. Στην περίπτωση του Βολκονόγκοφ η ανάγκη για συγχώρεση παύει λίγο-λίγο να είναι εγωιστική και γίνεται κάτι πιο βαθύ κι ανθρώπινο, δεν κατορθώνει, όμως να υπερβεί τα δεσμά που ο ίδιος ο Βολκονόγκοφ αποφασίζει να επιβάλλει στον εαυτό του. Με άλλα λόγια, συχνά η πιο δύσκολη συγχώρεση είναι αυτή που δίνει κανείς στον εαυτό του. Η πράξη αυτή αυτό-τιμωρίας του Βολκονόγκοφ, συνιστά, όμως, ταυτόχρονα και μια εντελώς ανιδιοτελή ανάληψη υπαρξιακής ευθύνης, στάση, πολύ πιο αναπάντεχη και σπάνια, τόσο, που να κάνει ακόμα και τον πιο μεγάλο του αντίπαλο, να του επιτρέψει την επιλογή και να είναι ίσως πίσω απ’ την πόρτα που θ’ ανοίξει προσωρινά για να μπορέσουν να σωθούν κάποιοι άλλοι. Κατ’ αυτή την έννοια, η υπαρξιακή ανύψωση του Βολκονόγκοφ (σε αντιδιαστολή με το σωματικό πέσιμό του) αναγκάζει τον Γκολόβνια έστω και για μια στιγμή να βάλει πάνω απ’ τον εγωισμό του την ανθρωπιά, αυτό δηλαδή που δεν έκανε ποτέ ο Ιαβέρης στους Αθλίους.