της Mia Hansen-Løve
(η κριτική της Καλλιόπης Πουτούρογλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2122_bergman-island.jpg

Ένα ζευγάρι Αμερικανών σκηνοθετών καταφθάνει στο θρυλικό Φόρε της Σουηδίας, το βραχώδες νησάκι της Βαλτικής στο οποίο έζησε για χρόνια και μεγαλούργησε ο εμβληματικός σκηνοθέτης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Σε ένα ειδυλλιακό τοπίο σκανδιναβικής γαλήνης και εσωτερικής λιτότητας ο Τόνι και η Κρις θα αναζητήσουν καταφύγιο αλλά και έμπνευση για το επόμενό τους κινηματογραφικό σενάριο. Ο τόπος, με τη μυθολογία και τις αντιφάσεις που κουβαλάει, παίζει από την αρχή καθοριστικό ρόλο. Μια σιωπηρή συμφωνία των ντόπιων τον κρατάει μυστικό, ενώ από την άλλη λειτουργεί ως τουριστικός πόλος έλξης κινηματογραφιστών και σινεφίλ. Ωστόσο παρά τη βαριά σκιά της κληρονομιάς που το συνοδεύει , το νησί του Μπέργκμαν υποδέχεται τους επισκέπτες του με ανάλαφρη και φιλόξενη διάθεση. Ένα τοπίο πλούσιο σε εναλλαγές, ανοιχτό και λουσμένο στο φυσικό φως, με ένα μόνιμο καλοκαιρινό αεράκι να θροϊζει στις φυλλωσιές του. Εξαιρετικό σκηνικό για τις τρεις ιστορίες, πραγματικές και φανταστικές, που θα ξεδιπλωθούν μπροστά στα μάτια του θεατή.

«Όλα αυτά τα αόρατα που κυκλοφορούν ανάμεσα σε ένα ζευγάρι»
Η σχέση του ζευγαριού βρίσκεται στο επίκεντρο της ταινίας. Ό,τι παρακολουθεί εδώ ωστόσο ο θεατής δεν είναι «Σκηνές από έναν γάμο», παρόλο που η Mia Hansen-Løve δημιουργεί από νωρίς τις ανάλογες προϋποθέσεις για να τις ανατρέψει στη συνέχεια. Στάσεις εγγύτητας αλλά και απόστασης, απωθημένα συναισθήματα, ανταγωνισμοί και παλινδρομήσεις, όλα αυτά τα βαθιά υπόγεια ρεύματα που ρέουν μυστικά ανάμεσα στο ζευγάρι, αναδύονται φειδωλά μέσα από την ήρεμη φαινομενικά επιφάνεια. Μια διαρκής ροή και άμπωτη που διέπεται από μια αόρατη αρχή και έχει ως σημείο συνάντησης την έμπνευση και τη δημιουργική διαδικασία. Απέναντι στον χαλαρά υπεροπτικό και γεμάτο αυτοπεποίθηση χαρακτήρα του δημοφιλούς Τόνι (Tim Roth) αντιπαρατίθεται ο ανασφαλής και περισσότερο ανήσυχος χαρακτήρας της Κρις (Vicky Krieps), ενώ η «μυστικοπαθής» αποστασιοποίηση του πρώτου συγκρούεται με την ευάλωτη εξωστρέφεια της συντρόφου του. Αν και αποδυναμωμένη ηθικά μέσα σε έναν ανδροκρατούμενο καλλιτεχνικό κόσμο η Κρις, είναι αυτή που κινεί τα νήματα της ιστορίας.

Μια ταινία μέσα στην ταινία (Το παιχνίδι με τις ρωσικές κούκλες)
Κι ενώ το φάντασμα του μεγάλου σκηνοθέτη εξακολουθεί να πλανάται με μια εκλεπτυσμένη δόση χιούμορ πάνω από χώρους και συζητήσεις, το Bergman Island, υπνοβατώντας σχεδόν και μέσα από την αφήγηση ενός ανολοκλήρωτου μελλοντικού σεναρίου θα βρει το πέρασμα για να γλιστρήσει σε μια νέα ταινία. Υπάρχει μια ρομαντική ένταση και ένα πάθος σε αυτό το εγκιβωτισμένο προσχέδιο σεναρίου που αφηγείται η Κρις - ό,τι ακριβώς λείπει από τη ζωή της με τον Τόνι - που ακολουθεί βαθύτερα μονοπάτια του μυαλού και της καρδιάς και δραματοποιείται πάραυτα , με μικρές αλλά ενδεικτικές διακοπές, μπροστά στα μάτια του θεατή. Πρωταγωνιστές κι εδώ ένα ζευγάρι, η Έιμι (Mia Wasikowska) και ο Γιόσεφ (Anders Danielsen Lie), με τις ομοιότητες σεναριογράφου- ηρωίδας (Κρις-Έιμι) να είναι τόσο αισθητές που να παραπέμπουν στην ώσμωση του Persona. Και είναι εδώ, στο τελευταίο κεφάλαιο μιας παλιάς ιστορίας αγάπης έμπλεης αποτυχιών και απογοητεύσεων η οποία συμπυκνώνεται σε τρεις εορταστικές ημέρες, που η Mia Hansen-Løve επιδεικνύει εξαιρετική σκηνοθετική δεξιοτεχνία ως προς τη διαχείριση του χρόνου και την απόδοση των πιο λεπτών χρωματικών και συναισθηματικών αποχρώσεων. Για να γλιστρήσει τελικά σε μια τρίτη ιστορία, που μέσα από την μαγική πόρτα ενός ονείρου ( στο γραφείο μάλιστα του Μπέργκμαν) μας προσγειώνει σε ένα παρόν που αφήνει υπαινιγμούς και αναπάντητα ερωτήματα ως προς το θέμα της συζυγικής πίστης, προσφιλές στην κινηματογραφία του μεγάλου δημιουργού. Με έναν τέτοιο Επίλογο η ταινία απογειώνει με άνεση αλλά και με κάποια υπερβολή τα μετα-μυθοπλαστικά της στοιχεία, βρίσκει όμως γρήγορα τις ισορροπίες της με την οικογενειακή σκηνή του τέλους.


Τα θολά σύνορα ζωής και τέχνης
Υπάρχει μια κομβική σκηνή στο πρώτο μέρος του Bergman Island, όταν η Κρις κρυφοκοιτάζει το σενάριο του συντρόφου της για να βρεθεί αντιμέτωπη με προκλητικά σεξουαλικά σκίτσα και σημειώσεις. Η αμφιβολία στο βλέμμα της για το αν πρόκειται για καλλιτεχνική έμπνευση ή πραγματικότητα είναι ενδεικτική μιας προβληματικής που αντανακλάται σε όλη την ταινία. Η ζωή επηρεάζει την τέχνη ή μήπως η τέχνη την ζωή; Όπως εναλλάσσονται εξάλλου οι ιστορίες της Κρις και της Έιμι και κάπου συγχωνεύονται σα να είναι μία, έτσι θολώνουν διαρκώς και τα όρια μεταξύ ζωής και καλλιτεχνικής δημιουργίας, όσο προχωράει η ταινία. Η Κρις,- προβολή ενδεχομένως και της ίδιας της γαλλίδας σκηνοθέτριας που βίωσε προσωπικά την εμπειρία της διαμονής στο μαγικό νησί του Μπέργκμαν-, γίνεται έτσι το πρόσωπο που βυθίζεται σταδιακά σε μια μεταφυσική επικράτεια, πάνω από τα όρια πραγματικού- φανταστικού.

Η αισθησιακή απλότητα του κινηματογράφου της Mia Hansen-Løve
Υπάρχει μια λυρική απλότητα στον κινηματογράφο της Mia Hansen-Løve, στον οποίο εντούτοις τίποτα δεν είναι τυχαίο. Πίσω από την άτονη διαλογιστική ηρεμία που διατρέχει το έργο της κυκλοφορούν έντονα διλήμματα, συναισθηματικά και υπαρξιακά. Πίσω από την άνεση και τη χαλαρότητα των κινήσεων υποβόσκει η επώδυνη πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Και ο κινηματογράφος της με μία σύγχρονη γυναικεία οπτική που δεν περιορίζεται στα στενά όρια ενός μαχόμενου φεμινισμού, είναι απίστευτα απελευθερωτικός , ακόμα κι όταν καταπιάνεται με θέματα χωρισμών, απώλειας και δημιουργικής αποτελμάτωσης, χάρις σε μια ευάλωτη αυτοπεποίθηση που τον διαπνέει, αλλά κυρίως χάρις στην ειλικρίνεια του. Με το Bergmann Island, το σκηνοθετικό της επίτευγμα, η Mia Hansen-Løve δεν μας παραδίδει μόνο μια ταινία εξαιρετικής ομορφιάς , αλλά έρχεται να ανανεώσει την παράδοση και το τοπίο που την ενέπνευσε, υφαίνοντας με έναν εντελώς προσωπικό τρόπο τις δικές της ιστορίες. Και να μας θυμίσει ότι όπως στο σκηνικό του Through a Glass darkly /Μέσα από τον Σπασμένο Καθρέφτη, όλα τελικά μπορεί να είναι μία πρόσοψη.