(Το γεγονός)
της Audrey Diwan
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2122_l-evenement.jpg

Σε μια από τις πρώτες σκηνές της ταινίας Το Γεγονός της Οντρέ Ντιγουάν, ο καθηγητής ζητά απ’ την  πρωταγωνίστρια Αν, φοιτήτρια φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Ανγκουλέμ, να του εξηγήσει το νόημα κάποιων στίχων του Αραγκόν. «Χτένιζε τα χρυσά μαλλιά της και θα έλεγα ήταν στη μέση της τραγωδίας μας» – η φράση επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά ως αναφορά που αναδεικνύει το ποίημα. Η Αν, που είναι εξαίρετη φοιτήτρια κι αναμένεται να διαπρέψει στις πτυχιακές εξετάσεις της, ξέρει την απάντηση κι ας μην πρόσεχε. Το ποίημα  «Η Έλσα στον καθρέφτη» είναι πολιτικό κι αναφέρεται σ’ έναν πόλεμο – η Έλσα στέκεται σαν καθρέφτης μπροστά σε μια κοινωνία. Το ίδιο περίπου κάνει κι η ταινία για μας, ως κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου, κοινωνικό-αυτοβιογραφικού βιβλίου της Ανί Ερνό, για μια νεαρή φοιτήτρια που προσπαθεί να βρει τρόπο να κάνει παράνομα άμβλωση στην Γαλλία της δεκαετίας του 1960. Η κάμερα λειτουργεί σαν καθρέφτης, που αντανακλά την αλήθεια της κατάστασης πάνω μας, χωρίς να επιδίδεται σε σχολιασμούς, αλλά φέρνοντάς μας, με επιμονή και αυξανόμενη υπόκωφη ένταση και με τη βοήθεια ενός εξαιρετικού φωτισμού, όσο πιο κοντά γίνεται στο σώμα και το πρόσωπο της πρωταγωνίστριας, αναδεικνύοντας μέσα απ’ τα όσα της συμβαίνουν, τα λόγια που λέει ή δεν λέει (το ότι δεν μιλάει ποτέ στους γονείς της για την αλήθεια της είναι κάτι ακόμα για να σκεφτεί ο θεατής) ή και ακούει από τους γύρω της, τι σημαίνει για μια γυναίκα να μην έχει έλεγχο πάνω στο σώμα της και ποιες μπορεί να είναι οι επιπτώσεις στη ζωή και την ψυχή της. Μέσα από την αφαίρεση και την ελλειπτικότητα, σκηνοθετική επιλογή που αντιστοιχεί επακριβώς και στην ηλικία της ηρωίδας ο θεατής ακολουθεί την πορεία της Αν, βήμα-βήμα σχηματίζοντας όσο περνά η ώρα στο μυαλό του το ερώτημα πώς θα μπορούσε να ξαναγίνει η ζωή των γυναικών αν στερηθούν ένα τέτοιο δικαίωμα – τόσο δεδομένο για τις δυτικές κοινωνίες μας που ίσως δεν προσέχουμε κι εμείς αρκετά -όπως έκανε κι η Αν στο μάθημα- πως σε κάποια μέρη έχει ήδη αρχίσει να χάνεται ή να αμφισβητείται.
Το σώμα της Αν -το οποίο μέχρι τότε κρυφοκαμάρωνε ανέμελη μπροστά στον καθρέφτη της φοιτητικής εστίας της-, όπως κι η ίδια η ζωή της, μετατρέπεται σε πεδίο κηρυγμένου πολέμου ανάμεσα στους νόμους της κοινωνίας και στο δικαίωμα των γυναικών για αυτοδιάθεση, καθρεφτίζοντας περιορισμούς και απαγορεύσεις που σε πολλά μέρη του κόσμου οι γυναίκες ακόμα υφίστανται– χαρακτηριστική η σκηνή που η Αν μαθαίνει πως ο γιατρός που της είπε πως θα την βοηθούσε στην πραγματικότητα έκανε εντελώς το αντίθετο. Όσο οι εβδομάδες της εγκυμοσύνης προχωρούν, βλέπουμε την ψυχική συνοχή της Αν, λίγο-λίγο να διαλύεται και την ίδια να απέχει μια ανάσα απ’ το να απαρνηθεί μόνη της, όλα αυτά για τα οποία έχει τόσο κοπιάσει, με την πεισματική, όχι πάντα συμπαθητική και μερικές φορές ακατανόητη για τους μεγαλύτερους επιμονή της νεότητας να σπάει μόνη της τα μούτρα της σαν κραυγή αγωνίας για αυτό που φοβάται εκ προοιμίου πως θα χάσει. Ως κρεσέντο που αναπτύσσεται χαμηλόφωνα, η ταινία μας μιλά όχι με τη σκληρότητα μιας στρατευμένης θέσης, αλλά με την ευαισθησία και τις ζεστές εσωτερικές αποχρώσεις του (φαινομενικά ουδέτερου) ψυχισμού μιας κοπέλας που έφυγε απ’ το περιορισμένο περιβάλλον του χωριού της για να διεκδικήσει τη ζωή και δεν σκοπεύει τελικά ν’ αφήσει τα όνειρα της να βουλιάξουν τόσο εύκολα. Το Γεγονός μετατρέπεται έτσι σιγά-σιγά σε ιστορία ενηλικίωσης και σε πιο ολοκληρωμένο πορτρέτο της νεαρής γυναίκας. Ταυτόχρονα, μέσα απ’ αυτήν, αποτυπώνει και μια συνολικότερη πραγματικότητα, έτσι όπως όλοι όσοι αλληλεπιδρούν με την Αν, γνωρίζοντας ή μη την κατάστασή της, ο καθηγητής, οι φίλες και συμφοιτήτριες, ο άνδρας φίλος, ο εραστής κι ο περίγυρός του, οι γονείς και οι χωριανοί, η κοπέλα που πέρασε την ίδια εμπειρία κι η γυναίκα που «φτιάχνει αγγέλους» γίνονται ο καθένας τους κι από μια διαφορετική πινελιά που φωτίζει κι από άλλη σκοπιά το πορτρέτο μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Ο τρόπος που η κάμερα φέρνει συνεχώς κοντά -και χωρίς ποτέ να μας κάνει τη χάρη να μας λυπηθεί- το σώμα της νεαρής πρωταγωνίστριας Αναμαρία Βαρτολομέι, επιτυγχάνει να μας φέρει σε βιωματική σχεδόν επαφή με τον ασφυκτικό περιορισμό που θα ασκούσε σε κάθε γυναίκα μια τέτοια πραγματικότητα, κάνοντάς μας να συνειδητοποιήσουμε πόσο εύκολα η Αν, που αναγκάζεται να τα παίξει όλα για όλα για να «σωθεί», θα μπορούσε να μην έχει σταθεί τυχερή κι η ιστορία της να είχε καταλήξει σε τραγωδία. Μ’ όποια λόγια κι αν το πει κανείς, χωρίς δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματος μια γυναίκα δεν μπορεί ποτέ να είναι ελεύθερη κι η δυνατότητα της νόμιμης άμβλωσης βρίσκεται στο επίκεντρο της δυνατότητας να ορίζει τη ζωή της. Τόνοι μελάνι έχουν χυθεί πάνω στο θέμα αυτό, αλλά μια στάλα αίματος -όπως θα έλεγε κι ο δικός μας ποιητής- μετράει πάντα περισσότερο – και το Γεγονός, που δίκαια κέρδισε Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας, είναι πραγματικά σε θέση να μας τη δώσει.