(για την ταινία Η γιορτή της Μπαμπέτ του Gabriel Axel)
του Σωτήρη Ζήκου
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1617_babettes-gaestebud-2.jpg

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η ιστορία της ταινίας Babettes gæstebud /Η γιορτή της Μπαμπέτ του Gabriel Axel (η οποία βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα της Κάρεν Μπλίξεν) είναι απλή, με κλασική μυθοπλαστική δομή και χαρακτηρολογία,  που επικεντρώνεται μονοσήμαντα σε μια μόνο ιδέα (την περιγραφή ενός δείπνου), η οποία και λειτουργεί αναγωγικά ως παραβολή η αλληγορία. Έτσι, στην κινηματογραφική διασκευή της, απαιτείται μια αφηγηματική τεχνική συσσώρευσης της οπτικής λεπτομέρειας, με την οποία διαστέλλεται ο χρόνος ανάπτυξης της κεντρικής ιδέας και ταυτόχρονα ενισχύεται, με μια περίσσεια εντυπώσεων η ρεαλιστική αναπαράσταση μιας άλλης εποχής. Όμως αυτός ο διαχωρισμός,  ως αισθητικό γεγονός, υπερβαίνεται στο δεύτερο μέρος του έργου, καθώς αρχίζει η γιορτή των αισθήσεων που επιτρέπει στον θεατή να γίνει συνδαιτυμόνας ενός μεγαλόπρεπου δείπνου και να συμμετέχει στην διπλή και ολοκληρωμένη απόλαυση της προπαρασκευαστικής διαδικασίας και του αποτελέσματος, της ικανοποίησης του να παρακολουθείς μια περίτεχνη και θαυμαστή οπτικο-γαστριμαργική δημιουργία απ᾿ όλες τις δυνατές γωνίες θέασης. Η σκηνοθεσία παράθεσης του δείπνου εγγράφεται μέσα και δια μέσου της σκηνοθεσίας της ταινίας και βαθμιαία συμπίπτει μαζί της, σε μια κοινή προοπτική μετασχηματισμού απλών και ετερόκλητων συστατικών υλικών. (γαστρονομικών και κινηματογραφικών) σε μια τελετουργία με συνεκτική σημασία. Το βλέμμα αποκτάει τις ιδιότητες και των άλλων αισθήσεων: γεύεται, οσφραίνεται, αγγίζει και ταυτίζεται,  κυκλικά και διαδοχικά, με την αντιληπτική στάση όλων των προσώπων του έργου, απέναντι στους άλλους, στη ζωή, στον ίδιο τον εαυτό τους και το παρελθόν τους.  Ο κλειστός ορίζοντας επιλογής και συμβάντων της μικρής κι απομονωμένης κοινότητας ανοίγεται και πλουτίζει, ο κύκλος της επανάληψης διαρρηγνύεται, η προκατάληψη απέναντι στο αλλότριο στοιχείο υποχωρεί και η αρνητική στάση γίνεται θετική, η αρχή μιας συμφιλίωσης γίνεται αποδεκτή, η επιβεβλημένη σιωπή καταλύεται, το απαγορευμένο παραβιάζεται, η άρνηση του παρελθόντος αλλάζει το πρόσημο της αξίας της και γίνεται μια ανάμνηση τρυφερή, που ενώνει αντί να χωρίζει. Η ίδια η Μπαμπέτ, με μια πράξη συμβολική προσφοράς και ανάκλησης της προηγούμενης της ζωής, απελευθερώνεται απο την βασανιστική νοσταλγία κι αποφασίζει να ζήσει για πάντα στον καινούριο κόσμο που βρέθηκε, ούτε σαν ξένη, ούτε σαν υποταγμένη σ᾿ αυτόν, αλλά ως καλλιτέχνης που μπορεί να γονιμοποιήσει ακόμα και τον πιο άγονο τόπο και χρόνο, όπου ζει και συνυπάρχει μαζί με κάποιους άλλους, ανταλλάσσοντας τις δικές της αξίες με τις δικές τους, όσο κι αν αυτές είναι διαφορετικές.
Έτσι η ταινία αποκαθιστά στην πράξη του δείπνου μια πλήρη αντιστοιχία θέματος και προηγούμενης ζωής των ηρώων και τους ολοκληρώνει ως χαρακτήρες, προσδίδοντας στα αποσπασματικά επεισόδια της ιστορίας τους μια αναδρομική συνοχή και συνέχεια, όπως μόνο σ᾿ ένα έργο τέχνης μπορεί να συμβεί. Και καθώς μεταδίδει ένα αίσθημα οπτικής ευφορίας προς τον θεατή, τον παροτρύνει να επανεκτιμήσει τις αξίες της δικής του ζωής και να αναρωτηθεί μήπως στην ουσία λιμοκτονεί μέσα σ᾿ ένα τεχνητό παράδεισο καταναλωτικής υπεραφθονίας, απ' όπου οι λεπτές απολαύσεις μιάς άλλης ποιότητας γεύσης και όρασης έχουν χαθεί.

Η γιορτή της Μπαμπέτ / Babette’s Feast / Babettes gæstebud
Σκηνοθεσία: Γκάμπριελ Αξέλ / Gabriel Axel. Σενάριο: Gabriel Axel, Karen Blixen. Με τους: Stéphane Audran, Bodil Kjer, Birgitte Federspiel. Έγχρωμη, 102΄
(Δανία, 1987)

(δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Οθόνη, τ. 35)