(Η νύχτα πριν πέσει το Παρίσι)
του Volker Schlöndorff
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
diplomatie.jpg

Ο πόλεμος τοποθετεί τους άντρες σε ακραίες καταστάσεις και αναδίδει τα καλύτερα και τα χειρότερα στοιχεία της ανθρωπότητας. Στις μέρες μας, μία σύγκρουση μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας είναι αδιανόητη και θεώρησα ενδιαφέρουσα μια αναδρομή στις σχέσεις των δύο χωρών στο παρελθόν. Αν, Θεός φυλάξοι, το Παρίσι είχε ισοπεδωθεί, αμφιβάλλω αν θα είχε σχηματιστεί η γάλλο-γερμανική συμμαχία. Προσωπικά, το θεώρησα σαν ευκαιρία να αποτίσω φόρο τιμής στο Παρίσι. Το Παρίσι, το γνωρίζω πολύ καλά από τα νεανικά μου χρόνια, ξέρω κάθε μνημείο και γέφυρα του.
(...) Χωρίς να είναι μάρτυρας, ο Φον Χόλτιτζ ήταν σε δύσκολη κατάσταση: ήταν ένας από τους έμπιστους στρατιώτες του Φύρερ και από αυτούς που συμμετείχαν στη σφαγή των Εβραίων στην Ανατολική Ευρώπη καθώς επίσης και στην καταστροφή του Ρότερνταμ. Πράγματι, ο Φον Χόλτιτζ ενσαρκώνει την τρίτη ή τέταρτη γενιά μιας μακράς γενεαλογίας αξιωματικών και η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται από στρατιωτικούς κανόνες όπως η υπακοή – η βάση ενός αποτελεσματικού στρατού – η αγάπη ενός για την πατρίδα του και η οικογενειακή τιμή.
(...)  Ο πρόξενος θέλησε να θέσει τέλος στον πόλεμο. Σύμφωνα με τον ίδιο οι μέθοδοι των διπλωματών είναι λιγότερο επιβλαβείς από ότι των στρατιωτικών αρχών. Ως εκ τούτου, ο σκοπός μου ήταν να αποτίσω φόρο τιμής στο θάρρος, την αφοσίωση και την τέχνη του επιτυχημένου αυτού διπλωμάτη, που εν τέλει είναι ο πραγματικός ήρωας της ταινίας. Είναι για μένα η ενσάρκωση των ανθρωπίνων αξιών που υπερβαίνουν τους νόμους του κράτους.
(...) Η μυθοπλασία παίζει μεγάλο ρόλο στην ταινία. Αυτό ήταν το πιο ενδιαφέρον κομμάτι για μένα. Βασίστηκα σε κάποια ιστορικά γεγονότα και προσπάθησα να καταλάβω την κατάσταση του Γερμανού στρατηγού και τι συνέβαινε στο μυαλό του. Στην οθόνη, αντιθέτως με τη σκηνή, πρέπει να είναι ξεκάθαρο ποιος αφηγείται την ιστορία και για ποιο λόγο. Στη δικιά μας περίπτωση ο μόνος αφηγητής που θα μπορούσε να υπάρξει ήταν ο πρόξενος.  (...) Η αφηγηματική μας προοπτική ήταν από τη μεριά του πρόξενου ο οποίος ολοκληρώνει την ιστορία, όταν φεύγει, αφότου προδίδει τον στρατηγό προκειμένου να σώσει το Παρίσι. Χωρίς δεύτερη σκέψη.
(...) Προσπάθησα να είμαι όσο πιο ρεαλιστής γίνεται. Ο πρόξενος ήταν ο “συνεργός μου”, που με βοήθησε να βγάλω το στρατηγό  έξω από το καβούκι του.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)