(Πειρατεία στον ωκεανό)
του Tobias Lindholm
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
kapring.jpg

Πριν γεννηθώ ο πατέρας μου ήταν ναυτικός, αλλά δεν μου μίλησε ποτέ για αυτό. Ίσως γι’ αυτό η θάλασσα είναι πάντα στο μυαλό μου.
Μετά τα περιστατικά πειρατείας των δανέζικων φορτηγών πλοίων  DANICA WHITE και CEC FUTUR το 2007 και το 2008, έγινα κοινωνός μίας πραγματικότητας που δεν γνώριζα μέχρι τότε. Μία πραγματικότητα όπου ναυτιλιακές εταιρείες υποχρεώνονται να διαπραγματευτούν απευθείας με τους πειρατές. Μία πραγματικότητα όπου οι πειρατές κερδίζουν εκατομμύρια δολάρια και οι ναυτικοί κρατούνται όμηροι για μήνες χωρίς να μπορούν να επηρεάσουν τη μοίρα τους.
Δεν θα μπορούσα να κάνω μία ταινία για την αλήθεια της πειρατείας στον Ινδικό Ωκεανό, γιατί δεν πιστεύω ότι η αλήθεια υπάρχει. Αλλά θα μπορούσα να κάνω μία ταινία για τους ναυτικούς, τους πειρατές, τους προέδρους των ναυτιλιακών και τους συγγενείς. Γιατί αυτοί υπάρχουν. Και αν το «Πειρατεία στον Ωκεανό»/ Kapringen δίνει την αίσθηση ότι τους αφορά, τότε είμαι πολύ κοντά στον στόχο μου.
(...) Οι αμερικάνικες και οι ευρωπαϊκές ταινίες έχουν μία τάση να υπεραναλύουν τους χαρακτήρες σε σημείο που δεν νοιάζομαι πια για αυτούς. Αν σου πω ότι βλέπω μία αγελάδα, εσύ αυτόματα θα οραματιστείς μία αγελάδα που είδες κάποτε. Αλλά αν αρχίσω να σου μιλάω με λεπτομέρεια για την αγελάδα μου, θα συγκεντρωθείς στο αν αντιλαμβάνεσαι σωστά τη δική μου αγελάδα, αντί να παραμείνεις με τη δική σου. Έτσι αντιμετωπίζω τους χαρακτήρες που χτίζουμε εδώ. Βρίσκω συναρπαστικό πόσο λίγα μπορούμε να πούμε και ακόμα να δίνουμε την όλη εικόνα. Πόσα πράγματα χρειάζεται πραγματικά να γνωρίζουμε για να καταλάβουμε ο ένας τον άλλο;
(...) Θέλησα να ξεφύγω από το δεδομένο τηλεοπτικό δράμα, όπου εμβαθύνεις σε έναν γάμο ή στη σχέση με τα παιδιά ή κάτι άλλο που αντικατοπτρίζει πως αισθάνεται ο χαρακτήρας. Προφανώς, τα συναισθήματα πρέπει να είναι ξεκάθαρα σε σειρές όπως το  “Borgen”, το οποίο πρέπει να έχει ευρεία ανταπόκριση στο κοινό που το παρακολουθεί την Κυριακή έχοντας εντωμεταξύ πολλές άλλες επιλογές. Αλλά δεν θέλω να καταφεύγω σε ευκολίες παρουσιάζοντας προφανή συναισθήματα. Οι άνθρωποι στις ταινίες δεν πρέπει να κλαίνε, το κοινό πρέπει. Είναι σημαντικό για μένα να δείξω ότι η πειρατεία είναι όσο πιο κοντά στην πραγματική ζωή γίνεται. Υπάρχουν πολλοί μύθοι και προκαταλήψεις για τους Σομαλούς πειρατές. Υπάρχει ο μύθος ότι είναι σαν τον Ρομπέν των Δασών, φτωχοί ψαράδες των οποίων η ψαριά αλιευόταν από μεγάλες ευρωπαϊκές μηχανότρατες. Υπάρχει ο μύθος ότι  οι ναυτιλιακές είναι ένα μάτσο άπληστων μπάσταρδων που δεν ενδιαφέρονται για τους ναυτικούς. Υπάρχει ο μύθος ότι οι ναυτικοί επωφελούνται όταν κρατούνται όμηροι, και ο μύθος ότι τους αναγκάζουν να τρώνε τα περιττώματα τους. Είχε ενδιαφέρον να ξεγυμνώσεις όλες αυτές τις φήμες και τις προκαταλήψεις.
(...) Δεν μπορώ να εξιχνιάσω όλον τον κόσμο και δεν μπορώ να εκπροσωπήσω την πραγματική κατάσταση του κόσμου, γιατί δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι τέτοιο. Αλλά οι πραγματικοί άνθρωποι υπάρχουν, και αν έχω κάνει  μία ταινία που αμυδρά δίνει την εντύπωση ότι απεικονίζει πραγματικούς ανθρώπους σε πραγματικές καταστάσεις, τότε έχω καταφέρει πολλά. 
(...) Η αλήθεια είναι ότι οι πειρατές δεν είναι πια εξαθλιωμένοι ψαράδες. Πόροι της ρώσικης μαφίας χρηματοδοτούν την πειρατεία.  Οι πειρατές είναι κουρσάροι, όπως στην Άγρια Δύση. Υπάρχει πολύ ποτό και πορνεία στα πρώην ψαροχώρια. Όταν ένας νεαρός άντρας δοκιμάζει την τύχη του και πετυχαίνει τζακπότ, μπορεί να δώσει δέκα δολάρια σε νεαρά αγόρια για να πειρατεύουν πλοία για αυτόν. Δεν πιστεύω ότι οι Σομαλοί το βρίσκουν καλή ιδέα, αλλά τεράστια ψυγεία αρμενίζουν εκεί έξω και μπορώ να καταλάβω γιατί πεινασμένα παιδιά θέλουν να τα αποκτήσουν. Γιατί κανείς στη διεθνή κοινότητα δεν κάνει τίποτα; Είναι ένα παράλογα σύνθετο ζήτημα.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)