του Neil Jordan
(τα σχόλια του σκηνοθέτη)
goodthi1.jpg
ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ
Δεν πιστεύω ότι το Bob le flambeur είναι η καλύτερη ταινία του Melville (σ.τ.μ. η πρωτότυπη ταινία πάνω στην οποία βασίζεται το The Good Thief ). Είναι διασκεδαστική όμως δεν ενσωματώνει αυτό που θεωρώ ότι είναι η ουσία του Melville: αυτή τη λιτή, υπαρξιακή διάθεση που μπορείς να συναντήσεις στο Le Cercle rouge ή στο Le Samourai. Επίσης είναι πολύ σύντομη -η πλοκή είναι μικρή και είναι τόσα λίγα αυτά που συμβαίνουν που πανικοβλήθηκα αν υπήρχε αρκετό υλικό για την αφήγηση. Τελικά ήταν ο χαρακτήρας που έγινε ακαταμάχητος: αυτό ο ναρκομανής, ο raconteur, ο ψεύτης και ο ψεύτικος.

Η ΚΛΟΠΗ ΩΣ ΤΕΧΝΗ
Κάποιος είπε ότι η ταινία του Melville είναι το μοναδικό φιλμ νουάρ που τελειώνει καλά. Όμως η ιστορία του The Good Thief είναι αρκετά σοβαρή: το ουσιαστικό στοιχείο είναι η σχέση μεταξύ Bob και Anne- όταν της παραδίδει μια σειρά μαθημάτων για την κομψή διαβίωση, ένα τρόπο για να συνδιαλλαγεί με τον κόσμο χωρίς να αυτοκτονήσει.
Η ληστεία περιστρέφεται γύρω απ' αυτό: ήθελα να κάνω μια ταινία για ένα πρόσωπο που διαπράττει μια ληστεία, παρά για μια ομάδα χαρακτήρων που διαπράττουν μια ληστεία- έτσι μ' ενδιέφερε ελάχιστα οι λεπτομέρειες της ληστείας. Ο Melville λάτρευε τις λεπτομέρειες, όμως εγώ δεν είμαι ο τύπος που αγαπά τις ταινίες με ληστείες.
Και έπειτα στον Nick Nolte άρεσε ο χαρακτήρας, ειδικά η πλευρά της αποτοξίνωσης αφού και αυτός είχε περάσει στο παρελθόν κάτι ανάλογο: αυτές τις συναντήσεις όπου διάφοροι λένε "Γεια σας, είμαι ο Bob".
goodthi2.jpgΟ Bob αντιμετωπίζει την κλοπή ως μια μορφή τέχνης μοναδική. Έτσι όταν συλλαμβάνει το σχέδιο της ληστείας και σκέφτεται να στήσει μια αληθινή ληστεία σαν να είναι ψεύτικη αυτό είναι μια διανοητική πολυπλοκότητα που τον ευχαριστεί πολύ περισσότερο από το αποτέλεσμα. Υπάρχει κάτι γοητευτικό σ' αυτό: φαντάζομαι τον εαυτό μου πως θα ήταν αν κάποιος μου ζητούσε να ληστεύσω ένα μέρος και θα έπρεπε να χρησιμοποιήσω πολύ ευφυία για να το πετύχω.

ΕΝΑ REMAKE
Μου ζήτησαν να κάνω ένα remake μιας ταινίας του Melville, όμως δεν υπήρχε κάποιος πειστικός λόγος για να την ξανακάνω. Έτσι σκέφθηκα ότι αν διπλασίαζα την πλοκή θα ήμουν ικανός να κάνω μια διαφορετική ταινία, που θα 'χε κάποιες αναφορές στην πρωτότυπη αλλά που δεν θα ήταν καθαρή αντιγραφή. Διπλασίασα τις ληστείες και οτιδήποτε άλλο που θα μπορούσα να σκεφθώ, συμπεριλαμβανομένων και των δίδυμων. Στο μεγαλύτερο μέρος αυτό οφείλεται στην δική μου ανησυχία: αν κάποιος ζωγράφισε ξανά ένα πίνακα τότε αυτός λέγεται πλαστός όμως γίνονται συνεχώς remake ταινιών.
Οι ταινίες γίνονται όλο και πιο κακές και οι άνθρωποι γυρίζουν remake γιατί φοβούνται. Τουλάχιστον ένα remake έχει μια αύρα βεβαιότητας, μια ψευδαίσθηση μιας εκ των προτέρων επιτυχίας, κάτι που προσφέρει στους ανθρώπους επαρκή αυτοπεποίθηση για να επενδύσουν 70 εκατομμύρια δολάρια. Έχω τρία ή τέσσερα σενάρια που θέλω να γυρίσω και δεν μπορώ να βρω κάποιον τα χρηματοδοτήσει. Και όμως κάθε δύο εβδομάδες μου ζητάν να γυρίσω ένα remake του The Manchurian Candidate. Ίσως τώρα είναι η κατάλληλη εποχή για να γυρίσει κάποιος μια ταινία όπου ο πρόεδρος είναι ένα ζόμπι.

(αποσπάσματα από συνέντευξη του Neil Jordan στο Sight and Sound, October 2003)