(O δήμιος των κολασμένων)
του Jules Dassin
brute.jpg

Σε μια σκληρή και απάνθρωπη φυλακή που καταδυναστεύεται από έναν αδίστακτο και σαδιστή αρχιφύλακα, έξι άντρες αποφασίζουν να δραπετεύσουν. Μέσα από διάφορα φλας-μπακ, γνωρίζουμε κάποια βασικά στοιχεία για τη ζωή και το χαρακτήρα τους. Ωστόσο, η απόπειρα απόδρασης αποτυγχάνει και η βίαιη εξέγερση που αναπόφευκτα ξεσπά, καταλήγει σ’ ένα λουτρό αίματος...
Ο Δήμιος των κολασμένων είναι η ένατη ταινία του Ζυλ Ντασσέν και η πρώτη του σημαντική: πρόκειται για μια εξαιρετική αλληγορία για την βία και τη δίψα της ελευθερίας, γυρισμένη με  ωμό ρεαλισμό και άγρια δύναμη, όπως είναι και ο πρωτότυπος τίτλος της. Οι εικόνες της φυλακής (μεταφορική μικρογραφία των ναζιστικών στρατοπέδων), ο εγκλεισμός και η απελπισμένη εξέγερση συνομιλούν με τον εξπρεσιονισμό (σε αισθητικό επίπεδο) και την τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας των ταινιών του Φριτς Λανγκ.
Γράφει ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος: «Ο Δήμιος των κολασμένων είναι ένα φιλμ συγχρόνως ρεαλιστικό και εξπρεσιονιστικό. Μια φυλακή στην κόλαση, σαν σύμβολο μιας αδυσώπητης ναζιστικής τάξης, αλλά και σαν απόμακρη σκοτεινή αλληγορία του άφευκτου. Κυρίαρχο στοιχείο η ακρότατη βία:  βία των δεσμοφυλάκων, του συστήματος, του ημίτρελου αρχιφύλακα που ακούει Βάγκνερ. Η πίεση αυξάνεται σταθερά και φριχτά, αντιχτυπιέται στους κλειστούς τοίχους και γεννάει πελώριες αντίρροπες δυνάμεις εκδίκησης. Ο φυσικός πόθος της ελευθερίας φουσκώνει σε υστερική ορμή ως την αυτοκαταστροφή. Η βαρβαρική έκρηξη ψάλλεται από τον Ντασσέν σαν ωδή στην απελπισία και την τελική αξιοπρέπεια του ανθρώπου που έχασε τα πάντα...».
Η απεγνωσμένη και εκ των προτέρων χαμένη, γι’ αυτό και απόλυτα τραγική, μάχη  των ανθρώπων αυτών που το μόνο που θέλουν είναι να διατηρήσουν την αξιοπρέπεια και το ηθικό τους ανάστημα μέσα σ’ ένα πραγματικό κολαστήριο, έβαλε τον Ζυλ Ντασσέν κατευθείαν στο στόχαστρο του γερουσιαστή Μακάρθι. Κορυφαία η ερμηνεία του 33χρονου Μπαρτ Λάνκαστερ στη δεύτερη κινηματογραφική του εμφάνιση.

(δ.τ.)