του Pete Docter
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
inside-out.jpg

Τα συναισθήματα είναι σαν φωνές στο μυαλό μας. Όταν ξεκινήσαμε την ταινία, παρατηρούσαμε τα παιδιά μας, τους φίλους μας, τους συνεργάτες μας και καταλάβαμε ότι όλοι περνάνε περιόδους που είμαστε χαρούμενοι ή στεναχωρημένοι, αλλά μερικοί άνθρωποι είναι συνέχεια ή το ένα ή το άλλο. Η Riley είναι από τα χαρούμενα παιδιά. Οπότε η Χαρά είναι το πρώτο συναίσθημα που εμφανίζεται και μάλιστα έχει ένα ιδιαίτερο δέσιμο με τη Riley.
(...) Η κόρη μου χάρισε τη φωνή της στην νεαρή Elli στο Ψηλά στον ουρανό /Up (2009) , ένα θαρραλέο κοριτσάκι με ατημέλητα μαλλιά, που της έμοιαζε πολύ. Αλλά μέχρι να ξεκινήσουμε Pete Docter/ Τα μυαλά που κουβαλάς, η Elie μεγάλωσε, έφτασε τα 11, και ήταν πιο ήσυχη και αποστασιοποιημένη. Σκεφτόμουν, τι συμβαίνει στο μυαλό της και γιατί αλλάζει;
(...) Είναι μεγάλη υπόθεση. Η αθώα φούσκα της παιδικής ηλικίας σκάει και νιώθεις ότι μπουκάρεις στον ενήλικο κόσμο όπου σε κρίνουν και περιμένουν να συμπεριφέρεσαι με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Θέλεις να είσαι κουλ, αλλά δεν είσαι σίγουρος τι σημαίνει αυτό.
(...) Ήθελα να εξερευνήσω το μυαλό και όχι τον εγκέφαλο. Κι αν ήταν να είναι μία ιστορία για τα συναισθήματα και την έκανε η ίδια ομάδα που έχει κάνει το Ψηλά στον ουρανό, τότε θα έπρεπε να είναι συναισθηματική.
(...) Καθώς μεγαλώνουν τα παιδιά μας, μας λείπει η εποχή που ήταν μικρά και καθόντουσαν στα πόδια μας και μας έπαιρναν αγκαλιά. Όλοι οι γονείς θέλουν τα παιδιά τους να βγαίνουν έξω στον κόσμο, αλλά είναι γλυκόπικρο το συναίσθημα και μάλλον στενάχωρο όταν η παιδική ηλικία τελειώνει. Αυτό είναι το βασικό στοιχείο της ταινίας.
(...) Η Χαρά πρέπει να μάθει πράγματα, να μεγαλώσει και να αναθεωρήσει κι η ίδια τι είναι ευτυχία. Στην αρχή, έχει να κάνει με τα παγωτά και το γέλιο και αυτό είναι φυσιολογικό. Αλλά η ζωή μας δείχνει ότι υπάρχει κάτι πολύ βαθύτερο.
(,,,) Όσο έκανα την ταινία, κατάλαβα ότι η οικογένεια και οι στενοί φίλοι με κάνουν ευτυχισμένο Φυσικά μοιράζομαι ευτυχισμένες στιγμές με πολλούς ανθρώπους, ενώ με άλλους εκνευρίζομαι, τους φοβάμαι ή με στεναχωρούν. Είναι το βάθος και η σύνθετη υφή όλων αυτών των συναισθημάτων που μας συνδέουν πραγματικά με τους άλλους ανθρώπους.
(...) Η ταινία διαδραματίζεται μέσα στο μυαλό, όχι στον εγκέφαλο. Δεν είχαμε αιμοφόρα αγγεία ή νευρώνες. Το μυαλό είναι μία μεταφορά. Έπρεπε να δώσουμε μορφή στη διαδικασία της σκέψης, των αναμνήσεων και των συναισθημάτων. Το αντιμετωπίσαμε σαν μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ από τη  δεκαετία του ’50. Ο κανονικός κόσμος είναι πιο ρεαλιστικός. Το ξύλο μοιάζει με ξύλο, το τσιμέντο με τσιμέντο. Χρωματικά, δεν είναι καθόλου κορεσμένος.
(...) Οι μελετητές έχουν διαφορετικές απόψεις για το πόσα συναισθήματα έχουμε, από 4 μέχρι 27, ανάλογα με τον ποιον ρωτάς. Τελικά καταλήξαμε στα πέντε που υπάρχουν σε όλες τις λίστες.
(,,,) Η εμφάνιση και το σχέδιο έπρεπε να προσωποποιούν τα συναισθήματα. Δεν είναι μικροί άνθρωποι. Είναι συναισθήματα. Έχουν ενέργεια, αποτελούνται από χιλιάδες σωματίδια. Θέλαμε να αποτυπώσουμε πώς είναι τα συναισθήματα, το χρώμα και το σχήμα τους, καθώς και τις προσωπικότητες τους.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)