(μια συνέντευξη)
abdykaly.jpg

Μιλώντας με χαμηλόφωνη φωνή ο Aktan Abdykalikov από την Κιργισία βρίσκεται σε αρμονία με τις εικόνες που σκηνοθετεί.
Στην συνέντευξη που ακολουθεί αποκαλύπτει από πού προέρχονται οι εικόνες των ταινιών του: από τις αχανείς και ανεξερεύνητες στέπες της παιδικής ηλικίας και της εφηβικής ζωής. Αναφέρεται αναλυτικά στις σκηνοθετικές απόψεις και στη εμπειρία του με τους ερασιτέχνες ηθοποιούς. Και τέλος αποκαλύπτει την λατρεία και τον θαυμασμό του για την Ελλάδα και το Φεστιβάλ…

Η ΑΦΟΡΜΗ
Οι ταινίες Selkinchek / Η κούνια, Beshkempir / O θετός γιος, Maimil / Μαϊμού ξεκινούν από μια προσωπική αφετηρία. Όλοι οι καλλιτέχνες αυτό που προσπαθούν να κάνουμε το έργο τους είναι να απελευθερωθούν από τα συμπλέγματα τους: αυτό είναι το βασικότερο κίνητρο του κάθε καλλιτέχνη και επίσης αυτό κυρίως είναι που ωθεί κάθε σκηνοθέτη να κάνει μια ταινία.
Τα περιστατικά που υπάρχουν στις ταινίες, τα επεισόδια της αφήγησης είναι συμβάντα και γεγονότα που έχω ζήσει. Είναι συναισθηματικές καταστάσεις που έχω βιώσει έντονα. Και το κίνητρο γι’ αυτές τις ταινίες υπήρξε πάντα το να εκθέσω τα συναισθηματικά τραύματα της παιδικής και εφηβικής ηλικίας.
Ο λόγος που έγινα σκηνοθέτης είναι ότι ήθελα να εκφράσω αυτά τα συναισθήματα. Όπως λεει και ο λαός στην χώρα μου: “είναι ένα απλό ταλέντο, το οποίο όμως δεν σ’ αφήνει σε ησυχία”. Πρέπει να εκφραστείς, πρέπει να απελευθερωθείς απ’ όλα αυτά.

ΤΟ ΣΙΝΕΜΑ
Ξεκίνησα να γράφω ποιήματα, διηγήματα. Σπούδασα ζωγραφική: Αυτό είναι το επάγγελμα μου, τα εικαστικά είναι οι βασικές μου σπουδές.
Αυτό που βρήκα στο σινεμά είναι ότι αποτελεί την εξέλιξη, την συναισθηματική ολοκλήρωση όλων αυτών που έκανα πριν, όλων των προηγούμενων απασχολήσεων μου.
Η απουσία πολλών διαλόγων στις ταινίες μου οφείλεται επίσης στην ενασχόληση μου με την ζωγραφική. Πιστεύω ότι το σινεμά είναι εικόνες και όχι διάλογοι. Μπορείς να καταλάβεις περισσότερα από μια εικόνα παρά από ένα διάλογο. Στην ψυχολογία σου δείχνουν μια εικόνα, ένα σχέδιο και απ’ αυτό ο κάθε άνθρωπος μπορεί να φανταστεί διαφορετικά πράγματα.
Όταν δίνεις στον θεατή διάλογους τότε του δίνεις κάτι συγκεκριμένο. Όμως όταν δίνεις εικόνα χωρίς διάλογους του προσφέρεις την ευκαιρία να φαντασθεί.

ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΕΣ ΗΘΟΠΟΙΟΙ
Επειδή τα σενάρια των ταινιών μου είναι αυτοβιογραφικά και παρουσιάζουν τον εσωτερικό εαυτό μου, ο πιο κοντινός άνθρωπος που θα μπορούσε να δείξει όλα τα συναισθήματα που είχα βιώσει είναι ο γιος μου. Επίσης όταν ξεκίνησα να γράφω το σενάριο της ταινίας Η κούνια δεν υποψιαζόμουν ότι θα γινόταν τριλογία και γυρίζοντας την είδα ότι με το γιο μου υπήρχε μια αυθόρμητη συναισθηματική συνεργασία. Έτσι μέσω του γιου μου προσπάθησα να παρουσιάσω τα συναισθήματα μου.
Επιλέγω ερασιτέχνες ηθοποιούς εν μέρει λόγω του παρελθόντος μου στην ζωγραφική: θέλω να δείξω την πραγματικότητα, την αληθινή ζωή. Απλοί άνθρωποι όταν εμφανίζονται στην οθόνη δείχνουν μια πραγματική ζωή: εκεί ζουν, εκεί αισθάνονται, εκεί αγαπιούνται -έχουν όλα τα συναισθήματα του απλού ανθρώπου.

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ
Στην ταινία Ο θετός γιος υπάρχει μια κοινότητα ενωμένη, συγκροτημένη. Αντίθετα στην ταινία Μαϊμού η κοινότητα έχει διαλυθεί, η οικογένεια έχει διαλυθεί. Αυτό δεν αποτελεί ένα κοινωνικό σχόλιο για το τι συνέβαινε εκείνη την εποχή στην Σοβιετική Ένωση. Μιλώ σ’ αυτές τις ταινίες για τον εαυτό μου, για τον περίγυρο μου. Το παιδί- ήρωας στις τρεις ταινίες εξελίσσεται.
Στην ταινία Η κούνια η κοινότητα είναι αόρατη, είναι σαν να μην υπάρχει. Ο ήρωας εκείνη είναι σαν να ζει σ’ ένα θερμοκήπιο, σ’ ένα προστατευμένο κλειστό χώρο. Υπάρχει εκεί ο πόνος ψυχής του κεντρικού ήρωα που προκαλείται από τα συναισθήματα της απώλειας από την απομάκρυνση των αγαπημένων προσώπων του.
Στη ταινία Ο θετός γιος υπάρχει μια εξέλιξη του χαρακτήρα. Η ταινία (και ο ήρωας) θέτει ερωτήματα: Ποιος είσαι; που ανήκεις; από πού είναι οι ρίζες σου; ποια είναι η οικογένεια σου; Η ταινία στήνεται πάνω σ’ ένα ερώτημα: “που ανήκω εγώ ως προσωπικότητα, ως ηθοποιός;”.
Στην ταινία Μαϊμού ο ήρωας βρίσκεται στην εφηβεία, σε μια μεταβατική φάση της ζωής του; μπαίνει για πρώτη φορά στην κοινωνία, αρχίζει να έρχεται σε συνάφεια με πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους διαφορετικών ηλικιών, κοινωνικών τάξεων. Προσπαθεί ως έφηβος να ξεφύγει από την προστατευτική φωλιά της οικογενείας: πετάς μόνος σου, προσπαθείς να φύγεις από την οικογένεια, ψάχνεσαι.

ΑΡΜΟΝΙΑ ΚΑΙ ΔΥΣΑΡΜΟΝΙΑ
Στην ταινία Ο θετός γιος προσπάθησα να δείξω την αρμονία ανθρώπου- φύσης, ανθρώπου –κοινότητας, ανθρώπου –οικογένειας. Υπάρχει η ισχυρή αίσθηση της παράδοσης, υπάρχει η οικογένεια, η αλληλοϋποστήριξη. Είναι η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Το σκηνοθετικό στυλ θέλει να απεικονίσει την τέλεια εικόνα της παιδικής, προεφηβικής ηλικίας.
Στην ταινία Μαϊμού προσπάθησα να δείξω ένα μέρος της ζωής στην Σοβιετική Ένωση και το τι ένιωθα μέσα σ’ αυτή τη κοινωνία. Παρόλο που δεν υπάρχουν ακριβές ενδείξεις της σοβιετικής κοινωνίας, κάποιος που έχει ζήσει σ’ εκείνη την περίοδο μπορεί να βρει στοιχειά της: τα τραγούδια, οι συζητήσεις είναι ενδείξεις της Σοβιετικής εποχής. Εδώ δεν υπάρχει η τέλεια αρμονία της προηγούμενης ταινίας, υπάρχει δυσαρμονία του ατόμου και της κοινωνίας. Και αυτή η δυσαρμονία αντανακλά στο σκηνοθετικού ύφος της ταινίας.

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ BESHKEMPIR;
Ο τίτλος διεθνής της ταινίας είναι Ο θετός γιος. Όμως ο πρωτότυπος τίτλος Beshkempir σημαίνει στην γλώσσα της Κιργισίας “πέντε γριές”. Στην αρχή της ταινίας υπάρχουν γριές που προετοιμάζουν το νεογέννητο για την ζωή. Αυτό είναι ένα παραδοσιακό έθιμο της Κιργισίας: εκτελούν οι πέντε γριές μια σειρά από έθιμα για να μην ματιάξουν το μωρό, για να μην αρρωστήσει, να έχει καλή τύχη στην ζωή. Το “Beshkempir” είναι επίσης ένα παρατσούκλι στην τοπική γλώσσα, που στην ταινία έχει ο ήρωας. Επειδή η ακριβής μετάφραση δεν είναι κατανοητή για τους ξένους επιλέχθηκε ο τίτλος Ο θετός γιος.

ΑΣΤΕΡΙΑ ΤΗΣ ΣΤΕΠΑΣ
Όλοι σκηνοθέτες προέρχονται από την ίδια γεωγραφική περιοχή και αυτό πιστεύω ότι είναι το μόνο κοινό που έχουν. Ίσως μια δυτική ματιά να βλέπει κοινά στοιχεία, όμως αν κάποιος τοποθετήσει ταινίες από διαφορετικές χώρες η μια δίπλα στην άλλη τότε μπορείς να δεις διαφορές.
Υπάρχουν πολλές διαφορές κυρίως στην ψυχοσύνθεση του κάθε λαού, στην νοοτροπία, στην παράδοση. Και αυτό φαίνεται κυρίως στα παραδοσιακά τραγούδια των χωρών.

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Νομίζω ότι θα πρέπει να είστε περήφανοι που ζείτε σ’ αυτή την χώρα: είναι υπέροχη και καταπληκτική.
Έχω έρθει για πρώτη φορά στην Θεσσαλονίκη το 1998.
Τότε δεν υπάρχουν αυτές οι εγκαταστάσεις. Μού είναι ένα φεστιβάλ ευχάριστο, πολύ οικείο.

(Συνέντευξη Δημήτρης Μπάμπας. Μετάφραση Αλιόνα Σαμοϊλένκο, δημοσιεύθηκε στην εφ. του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Πρώτο Πλάνο, στα πλαίσια του 44ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης -2003).