(σχόλια για ταινίες)
athens1.jpg
Rumba . Σ’ αυτή την κωμωδία μπουρλέσκ ο Dominique Abel και η Fiona Gordon, -ζευγάρι στη σκηνή και στη ζωή- παρακάμπτουν επιδέξια το διάλογο και χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του σώματος, μια σειρά ευρημάτων και κουβανέζικες ρούμπα του ‘60 κατασκευάζουν ένα ανάλαφρο, σουρεαλιστικό ποίημα. Ο πολύχρωμος κόσμος τους, ρομαντικός αλλά καθόλου μελαγχολικός, ισορροπεί ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό με δεξιοτεχνία ακροβάτη. Στις κινήσεις και στα κωμικά τους ευρήματα αναγνωρίζουμε επιδράσεις του Chaplin, των Laurel και Hardy, του Buster Keaton, ενώ στη φιλοσοφία τους διαφαίνεται κάτι από το παράλογο των Monty Python. Ο αντρικός όμως χαρακτήρας παραπέμπει σαφέστατα στο Monsieur Hulot του Jacques Tati. Ωστόσο, η ταινία πετυχαίνει κάτι το ιδιαίτερο. Παρόλο που αυτά που εντυπωσιάζουν κυρίως είναι το στυλ και η κίνηση, ο θεατής βγαίνει από την αίθουσα με ένα χαμόγελο αισιοδοξίας. Οι ψηλόλιγνες φιγούρες του Dominique και της Fiona στοιχειώνουν μέσα του, άλλοτε ως άψυχες κούκλες ή καρικατούρες κι άλλοτε δυναμικοί και νευρώδεις.
athens2.jpg
Charly. Η τελευταία ταινία της Isild Le Besco, παρακολουθεί τη σύντομη απόδραση ενός άτονου και παθητικού νεαρού από το οικείο του περιβάλλον -ένα ζευγάρι ηλικιωμένων- στο τροχόσπιτο μιας νεαρής που εκδίδεται για να επιβιώσει. Μέσα στον κλειστό χώρο του τροχόσπιτου η Le Besco, με την κάμερα στο χέρι και κοντινά πλάνα, εστιάζει την προσοχή της στους δυο αυτούς χαρακτήρες, το δεκατετράχρονο Nicolas και τη Charly. Χωρίς ίχνος ωραιοποίησης, με φυσικό φωτισμό και ήχο και ύφος ταινίας ντοκιμαντέρ, η Besco αποδίδει την περίεργη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους δύο ήρωες. Η παραίτηση και έλλειψη ενδιαφερόντων του νεαρού έρχονται να συναντήσουν τους ψυχαναγκασμούς και τις εξουσιαστικές τάσεις της κοπέλας και να διαμορφώσουν μια σχέση πλήρους υποταγής και εξάρτησης..

Versailles. Η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Γάλλου σεναριογράφου Pierre Schoeller είναι ένα σύγχρονο παραμύθι γύρω από το θέμα των απόκληρων και της φτώχειας, αλλά και των προσωπικών αναζητήσεων με κύριο σκηνικό το δάσος των Βερσαλλιών. Μέσα στο δάσος αυτό και σε μικρή απόσταση από τα επιβλητικά παλάτια μιας άλλης εποχής, ο μικρός Enzo εγκαταλείπεται από την άνεργη και άστεγη μητέρα του, Nina, στην καλύβα ενός σκοτεινού και περιπλανώμενου τύπου, του Damien, που έχει ηθελημένα κόψει τους δεσμούς του με τον «έξω κόσμο». Η ταινία παρατηρεί τη σταδιακή αλλαγή του άναρχου Damien από την αναγκαστική συμβίωσή του με τον μικρό. Ο πεντάχρονος Enzo- ο μικρός Max Baissette de Malglaive - μέσα από ένα βλέμμα αφοπλιστικής αθωότητας θα οδηγήσει έστω και για λίγο τον επαναστάτη άντρα σε άλλους δρόμους, πιο συμβατικούς και θα τον μεταμορφώσει σε προστάτη-άγγελό του. Με νυχτερινά πλάνα και με μουσική επένδυση που φορτίζει συναισθηματικά το θεατή, ο σκηνοθέτης προβάλλει έναν κόσμο «εκτός ορίων», που προσπαθεί να επιβιώσει, διατηρώντας ατόφια την ευαισθησία του.
athens3.jpg
The Tune. Σάββατο βράδυ στο Δαναό και ένας ηλιοκαμένος Bill Plympton, που μόλις έχει καταφτάσει από την Κέα, απαντάει πρόθυμα στις ερωτήσεις του κοινού, μετά την προβολή της ταινίας του, κινουμένων σχεδίων, «The Tune». Αυτή η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του είναι και η πιο αθώα, όπως ομολογεί ο ίδιος. Όλα τα σκίτσα είναι ζωγραφισμένα και βαμμένα ένα προς ένα στο χέρι, γι’ αυτό του πήρε δυόμισι χρόνια για να την ολοκληρώσει. Ανεξάρτητος δημιουργός στο χώρο του animation κι ένα από τα τιμώμενα πρόσωπα του φεστιβάλ μίλησε για το πώς δημιουργήθηκε «η μελωδία». Πρώτα ήρθε η σύλληψη της ιδέας-από το Yellow Submarine των Beatles- και στη συνέχεια το σχέδιο και η μουσική του επένδυση. Με κεντρική φιγούρα έναν μουσικό που κυνηγάει απεγνωσμένα την επιτυχία η ιστορία είναι μια περιπλάνηση στο χώρο της αμερικάνικης μουσικής παράδοσης. Δέκα τραγούδια διαφορετικού στυλ, από την country ως τα blues χρωματίζουν με το δικό τους τρόπο την ταινία, ενώ παράλληλα και το σχέδιο αλλάζει ανάλογα με το μουσικό ύφος. Το γεγονός αυτό, όπως είπε, ήταν μια πρόκληση για τον ίδιο, γιατί συνδύασε διαφορετικά στυλ animation σε μια ταινία. Τέλος, αφού σχολίασε το ρόλο που πάντα έπαιζε η μουσική αλλά και ο έρωτας στη ζωή του, αποχώρησε γελαστός για να συνεχίσει λίγο πιο έξω να υπογράφει και να σκιτσάρει στα εξώφυλλα λευκωμάτων του –ένα απρόσμενο δώρο για τους θαυμαστές και θαυμάστριές του.

Medicine for Melancholy. Μια ταινία ιδιαίτερου στυλ από το χώρο του νέου αμερικάνικου, ανεξάρτητου κινηματογράφου. Μια φρέσκια ματιά σε μία πτυχή των ανθρώπινων σχέσεων. Ο Micah και η Jo, ένα ζευγάρι αφροαμερικανών, ύστερα από την ερωτική περιπέτεια μιας νύχτας, την οποία ουσιαστικά δε θυμούνται, θα περάσουν μια μέρα γνωριμίας μαζί, θα περιπλανηθούν στους δρόμους του San Francisco και θα ζήσουν άλλη μια νύχτα για να χωρίσουν οριστικά το επόμενο πρωί. Το «φάρμακο για τη μελαγχολία» αποτελεί ένα σχόλιο όχι μόνο για τις φευγαλέες ανθρώπινες σχέσεις αλλά και για την πόλη του San Francisco, η οποία πρωταγωνιστεί με το δικό της τρόπο στην ταινία. Θέματα όπως αυτά της φυλετικής ταυτότητας και της μετεξέλιξης της πόλης με τη σταδιακή υπερίσχυση του λευκού στοιχείου, διέρχονται από την ταινία φυσικά και αβίαστα, όχι τόσο για να προβληματίσουν, όσο για να φωτίσουν τις διαθέσεις των προσώπων, κυρίως του Micah. Είναι η δική του διάχυτη μελαγχολία –από την επικείμενη ερωτική απώλεια- που προσπαθεί να βρει καταφύγιο στη συνείδηση της φυλετικής ταυτότητας.

Καλλιόπη Πουτούρογλου