του Reha Erdem
(κριτική: Καλλιόπη Πουτούρογλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2324_neadria.jpg

Η Suna είναι αθλήτρια και λατρεύει το τρέξιμο. Αλλά όχι τους αγώνες δρόμου. Στον τόπο της, όπου μένει υπό την επίβλεψη της υπερπροστατευτικής  μητέρας της, ένα φτωχό ορεινό χωριό κάπου στην Τουρκία, δίπλα στα ερείπια μιας αρχαίας πόλης, ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει. Στο μικρό καφενείο φουντώνουν οι συζητήσεις των αντρών γύρω από τη λειτουργία ενός λατομείου πέτρας  που απειλεί την περιοχή με περιβαλλοντική καταστροφή, ενώ ο πρόεδρος του χωριού φαίνεται να νοιάζεται μόνο για το δικό του συμφέρον. Μέσα σε όλα αυτά εμφανίζεται και ένας παράξενος ξένος που αυτοχρίζεται ιμάμης, το ποτάμι ξεβράζει το πτώμα μιας νεαρής γυναίκας και μυστηριώδεις κυνηγοί θησαυρών κάνουν την εμφάνισή τους τη νύχτα. Οι μόνοι που αντιστέκονται σε αυτό τον κόσμο που μυρίζει συντήρηση και απληστία είναι οι λιγοστοί νέοι, που κινούνται σε εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος και έχουν άλλα σχέδια.
Επαναφέροντας κάποια από τα βασικά  θέματα της κινηματογραφίας του, τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση (ζωικό και φυτικό βασίλειο), την παιδική-εφηβική  ηλικία και τις δυσκολίες της, το ζήτημα της παράδοσης και της ατομικής ελευθερίας, αλλά και αρχετυπικούς ήρωες, αναγνωρίσιμους στη φιλμογραφία του (όπως αυτόν του Ιμάμη, του «τρελού» απρόσκλητου  ξένου που καταφθάνει και διαταράσσει την τάξη) ο Erdem με το Neandria επιχειρεί εδώ κάτι διαφορετικό. Παρόλο που και πάλι επιδιώκει τη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας μυστηρίου που εντείνεται από την εξαιρετική ηλεκτρονική μουσική του Alican Camci, φαίνεται τώρα να δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην τρέχουσα πραγματικότητα, στο «εδώ και τώρα» μιας Τουρκίας σε πολλαπλή κρίση. «Δεν υπάρχουν νέα σήμερα, γιατί τίποτα δε συμβαίνει σ’ αυτό το χωριό», προλογίζει με σοβαρό ύφος και παιδιάστικη αφέλεια στα βίντεο που γυρνάει με το κινητό της για το youtube η δωδεκάχρονη Filiz, ενώ την ίδια ώρα η χώρα κατακλύζεται από καταστροφικές πλημμύρες, τοπία και σώματα κατακρεουργούνται, ανεμογεννήτριες διαταράσσουν την ισορροπία του τοπίου, γυναίκες δραπετεύουν ή πέφτουν θύματα βίας.
Αν και η αφήγηση εστιάζει κυρίως στη δυναμική Suna , ο χαρακτήρας της δεν ολοκληρώνεται δραματουργικά, -κάπου χάνεται μεταξύ κοινότοπων ηχογραφημένων μονολόγων και αμήχανων διαλόγων-, ενώ η ταινία εξελίσσεται περισσότερο σε σύνθεση πολλών μικρών ιστοριών ενός τόπου σε αποσύνθεση. Ενός τόπου, όπου μοναδική διέξοδος παραμένουν οι νέοι του που ραπάρουν μες τα πιο άγρια τοπία (και πολύ καλά μάλιστα), ονειρεύονται και παίρνουν εντέλει τις πιο γενναίες αποφάσεις.