(The Burdened)
του Amr Gamal
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_al-murhaqoon.jpg

Στην Υεμένη του 2019 ο πόλεμος συνεχίζεται κι οι συνέπειες ταλαιπωρούν όλη τη χώρα. Στο Άντεν που ζουν η Ισρά κι o Αχμέτ με τα τρία τους παιδιά, τρεχούμενο νερό δεν υπάρχει, το ρεύμα κόβεται κι όλα ακριβαίνουν μέρα τη μέρα. Ο Αχμέτ έχει μήνες να πάρει μισθό, η δουλειά στο ταξί δεν αρκεί για να βγαίνουν τα έξοδα κι η οικογένεια μετακομίζει αναγκαστικά σ’ ένα άθλιο διαμέρισμα – το μόνο που μπορούν πια να πληρώνουν. Και σαν να μην τους έφταναν όλα αυτά η Ισρά είναι πάλι έγκυος. Η προοπτική ενός ακόμα παιδιού μοιάζει αβάσταχτη οικονομικά, η έκτρωση, όμως είναι παράνομη στη χώρα. Μοναδική ελπίδα του ζευγαριού να δεχθεί η υπέρ-θρήσκα γυναικολόγος φίλη της Ισρά, Μούνα, να τους βοηθήσει, αλλά εκείνη αρνείται. Η σύμπνοια και η θετική διάθεση του ζευγαριού δοκιμάζονται, το ίδιο, όμως, κι οι ακλόνητες πεποιθήσεις της Μούνα. Ένα βάρος έχει πέσει στους ώμους όλων τους…
Στο The Burdened (Al Murhaqoon), δεύτερη μόλις ταινία του στο σινεμά, ο έμπειρος συγγραφέας και σκηνοθέτης θεάτρου, Αμρ Γκαμάλ, γνωστός και καταξιωμένος στη χώρα του, εξιστορεί μια ιστορία που συνέβη σ’ ένα γνωστό του και κερδίζει αβίαστα το θεατή, με την ανεπιτίδευτη απλότητα της κινηματογραφικής του αφήγησης, τον χαμηλόφωνο ρεαλισμό, τους καθημερινούς, φυσικούς διαλόγους, τις πολύ καλές ερμηνείες και την ακρίβεια ενός υπαινικτικού σχολιασμού που συνεχώς φανερώνει και δείχνει. Η πλοκή λειτουργεί ταυτόχρονα σε πολλά επίπεδα, ως προσωπική ιστορία που μας φέρνει κοντά στους πρωταγωνιστές, ως σκιαγράφημα χαρακτήρων, ως αποτύπωση των ηθών μιας κοινωνίας και των διαφορετικών αντιλήψεων του καθένα μέσα σ’ αυτή, αλλά κι ως καθρέφτης μιας ολόκληρης πολιτικοκοινωνικής πραγματικότητας που συμπιέζει όλο και περισσότερο τους ανθρώπους της, μειώνοντάς τους συνεχώς τις επιλογές – θέση παρόμοια μ’ αυτήν που είναι τώρα το ζευγάρι. Με ντοκιμαντερίστικη διάθεση και κάμερα που παίρνει το ρόλο παρατηρητή, ο σκηνοθέτης θέτει μια σειρά από ερωτήματα και θέματα, αφήνοντας στο θεατή χώρο κι απόσταση για να κάνει τις δικές του σκέψεις, όπως ας πούμε ότι οι επιρροές του ιρανικού κινηματογράφου έχουν ήδη δημιουργήσει σχολή -και μάλιστα διεθνή- κι ότι η ψυχή του σινεμά μοιάζει σιγά-σιγά να μεταναστεύει εκτός Ευρώπης
Χωρίς να καταφεύγει σε ευκολίες καταγγελίας ή διδακτισμού, αλλά με μια γνήσια ανάγκη να μοιραστεί μια ιστορία που άγγιξε βαθιά και τον ίδιο ο Γκαμάλ πραγματεύεται ένα θέμα που είναι ακόμα ταμπού για πολλούς στη χώρα του και δείχνει πόσο μπορεί να βαρύνει τη ζωή και τις σχέσεις η μη επιλογή στην έκτρωση, κεντράροντας στον τρόπο που το ζευγάρι λειτουργεί μαζί, και δοκιμάζεται μαζί απ’ αυτό το βάρος, αφού η δυσκολία αφορά και τους δύο – κάτι το οποίο λησμονούμε στην Ευρώπη τις περισσότερες φορές θεωρώντας πως οι συνέπειες αφορούν μόνο τη γυναίκα. Ταυτόχρονα, με μεγάλη επιδεξιότητα δίνει με λίγες μόνο σκηνές, σπουδαία κινηματογραφική υπόσταση στη Μούνα, την αφανή ηρωίδα της ιστορίας, εκείνη που θα συνεχίσει μάλλον να επωμίζεται το βάρος που το ζευγάρι τίναξε από πάνω του, όπως συμβαίνει συνήθως μ΄ όσους υπερβαίνουν τον εαυτό τους προς όφελος του Άλλου, βάζοντάς τον πάνω απ’ την δική τους πίστη ή ανάγκη και κάνοντας μια επιλογή που αν και οικειοθελής μπορεί να συνεχίσει να τους στοιχειώνει.
Όλα αυτά επικοινωνούνται ανθρωποκεντρικά, ανθρωπιστικά και συναισθηματικά ισότιμα, με την ταινία να μην ανέρχεται σε θέση ιδεολογήματος ή ορθής πρακτικής, αλλά να φανερώνει τι σκέφτεται, με σεβασμό και στις άλλες απόψεις, πετυχαίνοντας έτσι μια πολύ πιο ουσιαστική συμπερίληψη ψυχικών πραγματικοτήτων, απ’ αυτές που επιχειρεί τελευταία το ευρωπαϊκό και το αμερικανικό σινεμά που ίσως βλέποντας τέτοιες ταινίες, θυμηθούν πως ξαναγίνονται ανθρώπινες οι ιστορίες.

(Φεστιβάλ Βερολίνου 2023)