(Η αυτοκρατορία των αισθήσεων)
του Nagisa Ôshima
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1718_realm-of-the-senses.jpg

Η Σάντα, πρώην πόρνη, εργάζεται ως υπηρέτρια στο ξενοδοχείο του «αφέντη» Κίτσι και της συζύγου του Τόκου. Οι υπηρέτριες παρακολουθούν κρυφά κάθε πρωί τον Κίτσι και την Τόκου να κάνουν έρωτα. Σ’ ένα καυγά μεταξύ των γυναικών ο «αφέντης» Κίτσι προσέχει την Σάντα και από τότε αρχίζει να την προσεγγίζει ερωτικά, ώσπου μια μέρα την προσκαλεί σαν πελάτης σ’ ένα δωμάτιο που πίνει μόνος του και την «αποπλανεί». Από εκείνη τη στιγμή και μετά κάνουν έρωτα συνεχώς και νιώθουν ευτυχισμένοι. Πηγαίνουν σε διάφορα ξενοδοχεία, παίζουν σεξουαλικά παιχνίδια, κάνουν ένα όργιο με γκέισες, παντού και πάντοτε, ενώ τραγουδούν, συζητούν ή τρώνε, δεν σταματούν να κάνουν έρωτα. Ο Κίτσι εγκαταλείπει τη σύζυγό του και η Σάντα συναντά έναν παλιό και σταθερό πελάτη της για να βγάζει χρήματα. Στο τέλος η Σάντα στραγγαλίζει τον Κίτσι με τη συγκατάθεσή του τη στιγμή του οργασμού και μετά του κόβει τα γεννητικά του όργανα. Τέσσερις μέρες αργότερα τη συλλαμβάνουν και η ιστορία της που θα γίνει γνωστή (στα 1936) θα αναστατώσει την κοινή γνώμη της Ιαπωνίας.  

Δόσιμο δίχως όρια
Η ταινία αυτή είναι ένα κινηματογραφικό έργο μοναδικό στο είδος του. Δεν είναι ερωτικό δράμα, δεν είναι πορνογραφία, δεν είναι ταινία εποχής, δεν είναι ηθογραφία, δεν είναι «καλλιτεχνική ταινία», ούτε καν μια διερευνητική (τολμηρή) αφήγηση περί σεξουαλικότητας.
Είναι μια ταινία που το σενάριο της είναι βασισμένο στο ημερολόγιο της πραγματικής Αμπέ Σάντα που συνελήφθη το 1936 να κυκλοφορεί στους δρόμους σε κατάσταση έκστασης κρατώντας σφιχτά το ακρωτηριασμένο μέλος του Κίτσι. Μια ταινία γυρισμένη με απόλυτη ελευθεριότητα, όπου οι πρωταγωνιστές της κάνουν πραγματικά έρωτα μπροστά στην κάμερα και με παιγνιώδη διάθεση, όπου οι δύο ήρωες της «διασκεδάζουν» (μέχρις εσχάτων) με τη συνεχή σεξουαλική τους διέγερση. Μια ταινία με πολλές σύντομης διάρκειας σκηνές που πυκνώνουν το χρόνο της παρά την επαναληπτικότητα (μέχρι εξάντλησης) των σεξουαλικών επαφών, κάνοντας συμμέτοχο τον θεατή σε μια σταδιακή παράδοση -άνευ όρων- του ενός εραστή στον άλλον.
Οι στιγμές που αυτοί οι εραστές κυριαρχούνται από τις «αισθήσεις» τους και κυριαρχούν σ’ αυτές δεν εναλλάσσονται, γεννιούνται αδιάκοπα οι μεν από τις δε. Τα αντίθετα δεν συγκρούονται, αγκαλιάζονται: τρυφερότητα και επιθετικότητα, αγωνία και χαρά, αγάπη και μίσος, ηδονή και πόνος, φόβος και περιέργεια, οργασμός και νέα διέγερση. Οι δύο εραστές είναι πάντα «έτοιμοι» ο ένας για τον άλλον, εξορμούν συνεχώς στο κάθε τι που μπορεί να τους χωρίζει, εγκαταλείπουν οποιοδήποτε ατομικό «οχυρό» που ο άλλος δεν μπορεί να εισέλθει. Δεν σταματούν να ερωτοτροπούν όπου κι αν βρίσκονται και με όποιον κι αν βρίσκονται παρόντα, τον κάνουν μάλιστα κάποιες φορές και «έδεσμα» της σεξουαλικής βουλιμίας τους.   
Υπάρχει ένα διαρκές άνοιγμα του ενός απέναντι στο άλλον, μια θαυμαστή προσφορά, ένα δόσιμο κι ένα ξεγύμνωμα όχι τόσο από κάθε προκατάληψη και ηθική αναστολή αλλά ακόμα και κάθε επιφύλαξη επιβίωσης. Καμιά κόπωση, κανένας κορεσμός, κανένας πόνος και κανένας φόβος, δεν είναι ικανά να αναστείλουν αυτό το ερωτικό δόσιμο. «Το σώμα μου σου ανήκει, μπορείς να το κάνεις ό,τι θέλεις», δηλώνει ο Κίτσι στη Σάντα και το εννοεί. Η τελική ολοκλήρωση έρχεται μόνο με την αποδοχή του άντρα να πεθάνει τη στιγμή του οργασμού τους (που είναι ένας μικρός θάνατος) και της γυναίκας να σκοτώσει αυτόν που είναι το αντικείμενο ενός απόλυτου έρωτα και πόθου γι’ αυτήν και να χαράξει μετά στο νεκρό του σώμα τα ιδεογράμματα του έρωτά τους με αίμα. Ο ένας ακολουθεί τον άλλον παντού, «στη ζωή και το θάνατο».
Ο Ναγκίσα Όσιμα είχε δηλώσει σε μια συνέντευξη εκείνη την εποχή: «Σήμερα, τίποτα δεν μ’ ενδιαφέρει περισσότερο από το να προσεγγίσω τις διάφορες μορφές που παίρνει ο έρωτας στα όντα που μπορούν να λυτρωθούν μόνο μέσα από αυτόν τον έρωτα». Άραγε τι να ήθελε να πει;      

Σωτήρης Ζήκος

Η αυτοκρατορία των αισθήσεων (1976). Σενάριο-σκηνοθεσία: Ναγκίσα Όσιμα. Φωτογραφία: Χιντέο ίτο. Μουσική: Μινόρου Μίκι και παραδοσιακά τραγούδια με το συγκρότημα «Νιπ-πόν Σούνταν». Ηθοποιοί: Τατσούγια Φούτζι, Εΐκο Ματσούντα, Αόι Νακατζίμα, Μεΐκα Σέρι