(Για την ταινία Μητέρα και γιος του Aleksandr Sokurov)
του Nick Cave
sokurov4.jpg

Ένας φίλος μου με προσκάλεσε να παρακολουθήσω την προβολή μιας ρωσικής ταινίας στο Σόχο. Τον ρώτησα τι ήταν και μου είπε: "Λοιπόν, τίποτε δεν συμβαίνει και μετά κάποιος πεθαίνει. Έλα, θα σου αρέσει". Ο φίλος μου ήταν ο διανομέας της ταινίας σ' αυτή την χώρα (σ.τ.μ. Μεγάλη Βρετανία) και έτσι αισθάνθηκα υποχρεωμένος. Το να παρακολουθήσεις μια ρωσική ταινία είναι μια χάρη που κάνουν οι φίλοι μεταξύ τους.
Έφθασα καθυστερημένα και κάθισα στην πρώτη σειρά, όταν τελείωναν οι τίτλοι της αρχής. Δέκα λεπτά αργότερα, άρχισα σιγά -σιγά να κλαιω και συνέχισα για τα 73 λεπτά που διαρκούσε η ταινία. Έχω κλάψει ξανά σε ταινίες, όμως ποτέ δεν θυμάμαι να έχω κλάψει τόσο έντονα, χωρίς παύση, συνεχώς. Όταν η ταινία τελείωσε και άναψαν τα φώτα από πίσω μια γυναίκα με κοκκινισμένα μάτια μου έδωσε ένα χαρτομάντιλο και μου ζήτησε αν μπορούσα να γράψω κάτι γι' αυτή την ταινία σε κάποια εφημερίδα.
Η ταινία λέγεται Μητέρα και γιος/ Mat i syn και την έχει σκηνοθετήσει ο Aleksandr Sokurov. Αφηγείται την τελευταία μέρα της ζωής μιας μητέρα που πεθαίνει και του ενήλικα γιου της. Είναι πρωί. Η μητέρα θέλει ο γιος της να την πάει μια "βόλτα", κάτι που συνεπάγεται να την μεταφέρει μέσα από τα τοπία ενός ονείρου, για να επιστρέψουν στο γυμνό, απομονωμένο σπίτι τους, να την ταΐσει και να την βάλει στο κρεβάτι. Ο γιος στη συνέχεια εγκαταλείπει το σπίτι, περιπλανιέται μόνος του και όταν επιστρέψει την βρίσκει νεκρή. Όλα αυτά διαρκούν 76 λεπτά. Όμως αυτό που βλέπουμε στην διάρκεια αυτού του χρόνου είναι τέτοιας ομορφιάς, τέτοιας θλίψης, που το να κλάψεις, όπως έκανα εγώ, είναι η μοναδική φυσιολογική αντίδραση.
Η ταινία Μητέρα και γιος είναι μια ταινία για το Θάνατο, για την Αγάπη και για τη Χάρη. Η αγάπη ανάμεσα σε μια μητέρα και τον γιο της, υπερβαίνει την συνηθισμένη αγάπη και εξαγνίζεται από τον επικείμενο θάνατο. Ο θάνατος αναμένεται και από τους δύο με απόλυτη βεβαιότητα: η μητέρα που θα πεθάνει και ο γιος που θα απομείνει μόνος του. Ο χρόνος φαίνεται, ως αρμόζει, να έχει επιβραδυνθεί σ' ένα ρυθμό στον οποίο η προσεκτική κίνηση της αγάπης έχει χώρο να αναπτυχθεί: καμία δράση δεν εκβιάζεται, γιατί αν συνέβαινε αυτό απλώς θα έφερνε πιο κοντά το θάνατο. Τα πρόσωπα έχουν επιτύχει μια κατάσταση συναισθηματικής και πνευματικής χάρης. Φαίνεται ότι δεν έχουν κανένα δεσμό με την προσωπική τους ιστορία, αποξενωμένοι από το περιβάλλον τους και ο κόσμος πέρα από το προσωπικό τους σύμπαν φαίνεται να μην τους επηρεάζει. Ό,τι υπάρχει είναι χειρονομίες ανακούφισης, φροντίδας και τρυφερότητας. Ο γιος βουρτσίζει τα μαλλιά της μητέρας, τυλίγει την κουβέρτα γύρω της πιο σφιχτά, την ταίζει μ' ένα μπιμπερό. Η μητέρα αντιδρά με χάδια, όσα της επιτρέπει η εξασθενισμένη δύναμη της.
sokurov10.jpgΚατά μια έννοια, είναι μια σχέση, που δεν αποσκοπεί στο να είναι ορατή. Είναι ιερή, θρησκευτική, απαλλαγμένη από οποιαδήποτε χυδαία παρεμβολή αναλύσεων και θεωριών του 20ου αιώνα. Είναι μια όψη της ανθρωπότητας, η οποία στα αλήθεια έχει γίνει υπερβατική: ωστόσο ο Sokurov είναι απόλυτα σαφής για την τραγική φύση του θανάτου. Ο θάνατος ρίχνει βαριά τη σκιά του στα πάντα, γεμίζει με θλίψη κάθε χειρονομία, βαραίνει κάθε πράξη. Ακόμα και το τοπίο φαίνεται ότι θρηνεί για την επικείμενη αποδημία της μητέρας. Εδώ βλέπουμε τα Πάθη, να παρουσιάζονται σε σκηνές στιγμιότυπα, ορισμένες φορές να αντανακλούν την ιστορία του Χριστού: τα Πάθη όχι της θλιμμένης μητέρας αλλά του γιου, όχι αυτού που πεθαίνει, αλλά αυτού που μένει πίσω.
Ο διάλογος επίσης φαίνεται παραδόξως, ατελέσφορος, σαν η αγάπη και η κατανόηση των πρωταγωνιστών να έχει καταστήσει τη γλώσσα μη αναγκαία. Όταν συνομιλούν οι λέξεις φαίνεται να χάνουν κάθε αληθινό νόημα. Είτε παρηγορούν, είτε διευκρινίζουν, οτιδήποτε λέγεται διαμέσου της γνώσης που υπάρχει σε κάθε χειρονομία. Υπάρχει ψυχολογία στις λέξεις, υπάρχουν περίπλοκες και πόνος. Δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη από την τελική συζήτηση στην οποία συζητούν τους λόγους για να πεθάνει και τους λόγους για να ζεις. Ο διάλογος είναι μάταιος και σκληρός και ο μόνος ρόλος του για να τεθούν εκ νέου τα συναισθήματα της οδύνης και της θλίψης. Λεει η μητέρα: "Είναι τόσο θλιβερό. Τέλος πάντων, θα πρέπει να περάσεις όλα αυτά που έχω υποφέρει". "Κοιμήσου μητέρα", λεει ο γιος. "Κοιμήσου, θα γυρίσω σύντομα". Ο γιος εγκαταλείπει το σπίτι και κινείται μέσα στο έξοχο τοπίο που το περιτριγυρίζει. Είναι σ' αυτές τις μακρές, αργές, σχεδόν χωρίς κίνηση σκηνές που η ταινία ανυψώνεται στα ύψη της πιο εκπληκτικής ομορφιάς.
Τα τοπία του Sokurov δεν βαρύνονται από καμιά επιθυμία για ρεαλισμό. Οι σκηνές του μεταμορφώνονται σε κινηματογραφικό καμβά: πιο κοντά είναι σε ζωγραφική παρά σε ταινία, πλημμυρισμένες τεχνητό, ιριδίζον φως. Αυτά τα σαν σε όνειρο τοπία θυμίζουν το έργο των Γερμανών ρομαντικών ζωγράφων των αρχών του 19ου αιώνα: ειδικότερα τα έργα του Caspar David Friedrich, όπου τα πάντα μαλακώνουν από μια γαλακτώδη λάμψη. Η απεραντοσύνη και το μυστήριο αυτής της εξυψωμένης φύσης δημιουργεί μια πνευματικότητα που δεν εξαρτάται από κανένα πρότυπο του παραδοσιακού χριστιανισμού. Και η φροντίδα, με την οποία χειρίζεται αυτές τις απαιτητικές στην δημιουργία τους σκηνές, αντανακλά τη φροντίδα με την οποία τα πρόσωπα, οι χαρακτήρες αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο -η προσήλωση στη λεπτομέρεια, η τρυφερότητα που δεν εκβιάζεται, η αγάπη. Σ' όλη αυτή την ομορφιά δίδεται ένας ρυθμός, μια κλίμακα χρόνου που υπαγορεύεται από τη διείσδυση του θανάτου.
Κάθε μέρος της δράσης, κάθε χειρονομία - αργή, θρηνητική, σημαντική, ιερή- δίνει στον θεατή το χρόνο να υποκύψει στη μαγεία, να γοητευθεί από τα δυναμικά και πολύ σοβαρά ερεθίσματα. Βλέποντας αυτή την ταινία, αναγκαζόμαστε να αντιμετωπίσουμε το αναπόφευκτο της δικής μας θνητότητας και τη θνητότητα των άλλων. Συναισθήματα αφυπνίζονται μέσα μας, τέτοια που το σινεμά εδώ και πολύ καιρό δεν αντιμετώπισε. Η αρχική μου αντίδραση σ' αυτή την ταινία ήταν να κατακλυσθώ από δάκρυα για τη θλίψη των πραγμάτων. Και ο μοναδικός σφυγμός της αντηχεί από τότε μέσα μου.

(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Independent on Sunday/ 29-3-1998. Απόδοση Δημήτρης Μπάμπας)