του Georg Wilhelm Pabst
κριτική του Kenneth Tynan
pandora4.jpg

Ο Παμπστ είχε το ταλέντο να διαλέγει και να πλάθει ηθοποιούς, των οποίων η καριέρα δεν είχε να επιδείξει τίποτα σημαντικό ως τότε. Η λίστα περιλαμβάνει την Asta Nielsen, τη Brigitte Helm, τη Greta Garbo (η οποία πριν το The joyless street έπαιζε σε μικρές σουηδικές παραγωγές) και πάνω απ’ όλα τη Louise Brooks. Όταν είδε την τελευταία,  έκανε όλες τις ενέργειες για να την αποκτήσει από την Paramount, αλλά το θέμα κωλυσιεργούσε και εν τω μεταξύ επέστρεψε για το Βερολίνο, όπου είχε συνάντηση με την Marlene Dietrich για τον ρόλο. Όπως αναφέρει ο ίδιος: «Ήταν πολύ μεγάλη και προφανής για το ρόλο. Μία αισθησιακή ματιά της αρκούσε για να ολισθήσει η ταινία στο μπουρλέσκ. Ωστόσο, της έδωσα μια διορία και το συμβόλαιο της ήταν έτοιμο ώσπου η Paramount με ειδοποίησε ότι θα μπορούσα να έχω τη Μπρουξ». Τη μέρα που τελείωσε τα γυρίσματα για το The Canary Murder Case, η Μπρουξ ταξίδευε για Βερολίνο, για να δουλέψει με έναν από τους τέσσερις ή πέντε κορυφαίους Ευρωπαίους σκηνοθέτες, για τον οποίο  δεν είχε ακούσει τίποτα στη ζωή της.
pandora3.jpgΤο κουτί της Πανδώρας θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο διαδακτικός μύθος μιας πόρνης που πληρώνει για τις αμαρτίες της. Αυτό προκύπτει από τα δύο θεατρικά έργα του Wedekind και κυρίως από την κινηματογραφική απόδοσή τους (όχι από τον Παμπστ) το 1922, με πρωταγωνίστρια την Asta Nielsen. Σχολιάζοντας την ερμηνεία της προκατόχου της, η Μπρουξ είπε: «Έπαιξε με το στιλ των Ευρωπαίων ηθοποιών σε βωβές ταινίες που στριφογύριζαν συνέχεια το βλέμμα τους. Η Λούλου η αντροτραγανίστρα καταβρόχθιζε τα θύματά της.. και στο τέλος σωριαζόταν νεκρή με έναν απότομο και αδέξιο τρόπο, σα να είχε πάθει κρίση δυσπεψίας». Το 1928 επίσης, ο Alban Berg δούλευε την δική του εκδοχή για την όπερα Lulu.
Η εκδοχή των Παμπστ - Μπρουξ πάνω στην ιστορία της Λούλου διαφέρει από όλες τις υπόλοιπες ως προς την ηθική της αποστασιοποίηση. Δεν πιστεύει ούτε στην ύπαρξη της αμαρτίας ούτε στην ανάγκη για ανταπόδωση. Παρουσιάζει απλώς μια σειρά από γεγονότα στα οποία όλοι οι συμμετέχοντες αναζητούν την ευτυχία και αφήνει να εννοηθεί ότι η Λούλου, της οποίας η γνώση για την ευτυχία βασίζεται στην στιγμιαία σεξουαλική ικανοποίηση, δεν είναι σε τίποτα λιγότερο αξιοθαύμαστη από αυτούς που μέλημα έχουν τον πλούτο ή την κοινωνική αναγνώριση. Η Μπρουξ αργότερα έγραψε: «Έπαιξα τη Λούλου και δεν ήταν μια καταστροφέας των αντρών όπως στο έργο του Βέντεκιντ. Είναι απλά το είδος του βλάκα που είμαι κι εγώ. Σαν κι εμένα (σ.σ. η Μπρουξ είχε κάνει δύο σύντομους αποτυχημένους γάμους), θα είχε γίνει μία ανυπόφορη σύζυγος, που θα καθόταν όλη μέρα στο κρεβάτι διαβάζοντας και πίνοντας τζιν»

(Kenneth Tynan, “The girl in the black helmet”, THE NEW YORKER, 11/6/1979 (απόσπασμα))