(Η καρδιά της μάνας)
του Mark Donskoy
κριτική του Βασίλη Ραφαηλίδη
serdtse-maderi.jpg

Η καρδιά της μάνας είναι μια ταινία – σοκ, είναι απ’ αυτές που σε κάνουν να νιώθεις μια μικρή ικανοποίηση για τις απίστευτες εκφραστικές δυνατότητες της τέχνης του αιώνα μας – ικανοποίηση που ασφαλώς έχει σχέση με κάποια χαιρεκακία για την ανεπάρκεια των ακαδημαϊκών τεχνών, που ο κινηματογράφος τις έκανε να γεράσουν πριν από την ώρα τους ίσως. Έτσι, μπροστά στον Ντονσκόι/Mark Donskoy και ο μεγαλύτερος λυρικός του έντεχνου λόγου μοιάζει απλώς με … ποιητή! Φυσικά, προϋπόθεση για να νιώσει κάποιος τούτον τον κολχάζοντα λυρισμό είναι μια απαγκίστρωση της ευαισθησίας από τις θεατρογενείς και μυθιστορηματογενείς δομές της δραματουργίας, και από το λόγο ως μοναδικό φορέα εννοιών.
Η καρδιά της μάνας είναι η καρδιά της μάνας του Λένιν, της Μαρία Αλεξάντροβνα Ουλιάνοβα. (...) Η κατά το Ντονσκόι μάνα του Λένιν, δεν είναι παρά το αρχέτυπο της οποιασδήποτε μάνας του οποιουδήποτε αγωνιστή. Και ο Λένιν δεν είναι παρά ένας έφηβος που αποκτά συνείδηση της γύρω του αθλιότητας χάρις και στο οικογενειακό διανοουμενίστικο μεσοαστικό περιβάλλον του: ο πατέρας του είναι επιθεωρητής Μέσης Εκπαιδεύσεως που πέθανε πρόωρα γιατί παραπήρε ζεστά το θέμα της παιδείας. Ο μεγάλος του αδερφός Αλέξανδρος εκτελέστηκε διότι ήταν μέλος της οργάνωσης «Ναρόντα Βόλια» που «σκόπευε να δολοφονήσει τον Τσάρο». Η μεγάλη του αδερφή Άννα καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια εξορία για τον ίδιο λόγο. Και η μικρή του αδερφή Όλια πέθανε από τύφο γιατί δεν είχε τον καιρό να ασχοληθεί με τον εαυτό της.
Στο κέντρο αυτής της «ρομαντικής» οικογένειας βρίσκεται μια εκπληκτική διανοούμενη μάνα που τα γαλλικά της και το πιάνο της δεν την εμποδίζουν να παρακολουθεί με κρυφή χαρά τα επικίνδυνα «παιχνίδια» όλων των παιδιών της. Πράγμα που δεν γίνεται, ωστόσο, χωρίς σπαραγμό και πόνο. Η σαρωτική της αξιοπρέπεια προέρχεται απ’ αυτήν ακριβώς την ακροβασία στο λεπτό όριο ανάμεσα στη νόηση και το συναίσθημα.
Η επιτυχία του Ντονσκόι καθορίζεται από μια αναλογική προς αυτήν της μάνα ακροβασία ανάμεσα στην νόηση και το συναίσθημα: τα πάντα έχουν μια σαφέστατη αιτιολόγηση, αλλά ταυτόχρονα τα πάντα αποκτούν έναν τόνο παράλογου στο μέτρο που ένας υπερκχειλίζων συναισθηματισμός τα εκτρέπει από την αρχική λογική «κάθετο», για να τα επαναφέρει εκεί με μια ακατάπαυστη κίνηση εκκρεμούς. Και ο ρυθμός του εκκρεμούς καθορίζεται από το μετρονόμο της καρδιάς της μάνας.
(...) Οι στόχοι του Ντονσκόι είναι πολύ πιο ευρείς από το αρχικό πλαίσιο που ορίζει η μυθοπλασία. Συνεπώς, η ταινία του δεν είναι ούτε ακριβώς μια βιογραφία της μάνας του Λένιν, ούτε μα περιγραφή της εφηβικής ηλικίας του τελευταίου. Είναι μια ιδιοφυής συνθετική μελέτη συμπεριφοράς ενός ορισμένου τύπου ανθρώπου σαν αυτόν που θα φαντάζονταν αργότερα ο Λένιν, και που παραμένει πάντα ως στόχος επίτευξης.

(Δημοσιεύθηκε στην εφ. Το Βήμα,  1/4/1974)