(Ο Alfred Hitchcock συζητά με τον Francois Truffaut)
vertigo3.jpg

Alfred Hitchcock (Αλφρεντ Χίτσκοκ): Με ενδιέφεραν οι προσπάθειες του ήρωα να ξαναπλάσει μια γυναίκα από την εικόνα μιας νεκρής. Οπως ξέρετε, αυτή η ιστορία χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος φτάνει μέχρι το θάνατο της Μάντλεν, που πέφτει από το καμπαναριό. Το δεύτερο αρχίζει όταν ο ήρωας συναντά την καστανή κοπέλα, την Τζούντι, που μοιάζει στη Μάντλεν. Στο βιβλίο, στην αρχή του δευτέρου μέρους, ο ήρωας συναντά την Τζούντι και την υποχρεώνει να μοιάσει όλο και περισσότερο στη Μάντλεν. Μόνο στο τέλος μαθαίνουμε πως ήταν η ίδια γυναίκα. Είναι ένα φινάλε-έκπληξη. Στην ταινία δούλεψα διαφορετικά. Οταν αρχίζει το δεύτερο μέρος, με τη συνάντηση του James Stewart (Τζέιμς Στιούαρτ) με τη καστανή κοπέλα, αποφάσισα να αποκαλύψω αμέσως την αλήθεια, αλλά μόνο στο θεατή. Ολοι εναντιώθηκαν σε αυτή τη αλλαγή, γιατί πίστευαν πως αυτή η αποκάλυψη έπρεπε να γίνει στο τέλος της ταινίας. Φαντάστηκα πως ήμουν παιδί, καθισμένος στα γόνατα της μαμάς μου, που μου διηγείται την ιστορία. Οταν η μαμά σταματά να διηγείται, το παιδί ρωτά πάντα. “Και μετά”. Έβρισκα πως στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος, όταν ο ήρωας συναντά την καστανή, δεν δίνεται η αίσθηση ότι κάτι θα συμβεί στη συνέχεια. Με τη δική μου λύση, το παιδί ξέρει πως η Μάντλεν και η Τζούντι είναι το ίδιο πρόσωπο κι έτσι ρωτά τη μαμά του:
“Κι ο James Stewart δεν το ξέρει;”
-“Οχι”.
Φτάσαμε λοιπόν, στο συνηθισμένο δίλημμά μας: σασπένς ή έκπληξη;
vertigo.gif
(..) Ομως το κοινό ξέρει την αλήθεια κι έτσι δημιουργήσαμε ένα σασπένς στο ερώτημα: Πως θα αντιδράσει ο James Stewart όταν ανακαλύψει πως η Τζούντι είναι η Μάντλεν και ότι του είπε ψέματα;
Αυτή είναι η κύρια σκέψη μας. Προσθέτω ότι στην ταινία υπάρχει ένα πρόσθετο ενδιαφέρον, γιατί γίνεται εμφανής η αντίδραση της Τζούντι να μοιάσει στη Μάντλεν. Στο βιβλίο έχουμε μια κοπέλα που αρνείται να μοιάσει σε κάποια άλλη, κι αυτό είναι όλο. Στην ταινία έχουμε μια γυναίκα που καταλαβαίνει πως αυτός ο άντρας σιγά σιγά την ξεμασκαρεύει. Να η πλοκή.
Υπάρχει και μια άλλη πλευρά, που θα την ονόμαζα “ψυχολογικό σεξ”. Είναι η θέληση αυτού του ανθρώπου να αναπλάσει μια σεξουαλική εικόνα. Για να πω απλά, αυτός ο άνθρωπος θέλει να κάνει έρωτα με μία νεκρή, είναι περίπτωση καθαρής νεκροφιλίας.

Francois Truffaut (Φρανσουά Τρυφώ): Πράγματι, οι σκηνές που προτιμώ είναι εκείνες όπου ο James Stewart οδηγεί την Τζούντι στη μοδίστρα για να της αγοράσει ένα ταγιέρ παρόμοιο με εκείνο που φορούσε η Μάντλεν, είναι η φροντίδα με την οποία διαλέγει τα παπούτσια, σαν μανιακός...
vertigo.jpg
Alfred Hitchcock:Αυτή είναι η βασική κατάσταση της ταινίας. Κινηματογραφικά, όλες τις προσπάθειες του James Stewart να αναπλάσει τη γυναίκα, τις δείχνουμε σαν να προσπαθεί να τη γδύσει μάλλον, παρά να την ντύσει. Και η σκηνή που ένιωθα περισσότερο είναι όταν η κοπέλα εμφανίζεται με τα μαλλιά της βαμμένα ξανθά. Ο James Stewart δεν μένει τελείως ικανοποιημένος, γιατί δεν τα ’χει δεμένα κότσο. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως είναι σχεδόν ολόγυμνη μπροστά του, αλλά ακόμα αρνιέται να βγάλει το κιλοτάκι της.

(...) Θα θυμάστε πως στο πρώτο μέρος, όταν ο James Stewart ακολουθούσε τη Μάντλεν στο νεκροταφείο, τα πλάνα την έδειχναν μυστηριώδη γιατί χρησιμοποιούσαμε φίλτρα ομίχλης. Ετσι είχαμε ένα πράσινο χρωματικό εφέ πάνω από τη λάμψη του ήλιου. Αργότερα , όταν ο James Stewart συναντά την Τζούντι, την έβαλα να μένει στο ξενοδοχείο Εμπαίρ, στην Πόστ Στριτ, γιατί στην πρόσοψη αυτού του ξενοδοχείου, υπάρχει ένα πράσινο νέον που αναβοσβήνει ασταμάτητα. Ετσι μπόρεσα να δημιουργήσω χωρίς τέχνασμα το ίδιο μυστήριο γύρω από την κοπέλα, τη στιγμή που βγαίνει από το μπάνιο. Το πράσινο νέον τη φωτίζει και είναι πραγματικά σαν να επιστρέφει από τους νεκρούς.(...).
vertigo4.jpg
Francois Truffaut: Υπάρχει στο Vertigo (Δεσμώτη του Ιλίγγου) μια κάποια βραδύτητα, ένας ρυθμός παρατήρησης, που δεν τον συναντάμε στις άλλες ταινίες σας, που συνήθως βασίζονται στην ταχύτητα, στο αστραπιαίο.

Alfred Hitchcock: Πολύ σωστά, αλλά αυτός ο ρυθμός είναι εντελώς φυσικός γιατί αφηγούμαστε την ιστορία από τη σκοπιά ενός συναισθηματικού ανθρώπου. Σαν άρεσε το παραμορφωτικό εφέ όταν ο James Stewart κοιτάζει στο κλιμακοστάσιο του καμπαναριού. Ξέρετε πώς το κάναμε;

Francois Truffaut: Φαντάστηκα πως ήταν ένα τράβελινγκ προς τα πίσω σε συνδυασμό με ένα ζουμ προς τα εμπρός, έτσι είναι;

Alfred Hitchcock: Πράγματι. Λύσαμε αυτό το πρόβλημα χρησιμοποιώντας Ντόλυ και ζουμ ταυτόχρονα. Τους ρώτησα πόσο θα μου κόστιζε και μου απάντησαν “πενήντα χιλιάδες δολάρια”, γιατί θα έπρεπε να βάλουμε την κάμερα ψηλά στο κλιμακοστάσιο και να φτιάξουμε ένα ολόκληρο σύστημα που θα την ανύψωνε, θα την κρατούσε στο κενό, με κάποιο κατάλληλο αντίβαρο κ.λ.π. Τότε τους είπα “Δεν υπάρχουν ηθοποιοί σ’ αυτή τη σκηνή, είναι ένα υποκειμενικό πλάνο. Γιατί να μην φτιάξουμε σε μακέτα ένα κλιμακοστάσιο, να βάλουμε τη μακέτα οριζόντια στο έδαφος και να κάνουμε τα τράβελινγκ-ζουμ που θέλουμε;”. Ετσι μου κόστισε μόνο δεκαεννέα χιλιάδες δολάρια.

Francois Truffaut: Ε, έχει διαφορά! Νιώθω πως αγαπάτε ιδιαίτερα αυτή την ταινία, έτσι δεν είναι;
vertigo2.jpg
Alfred Hitchcock:Δεν μου αρέσει το κενό που υπάρχει στην ιστορία. Πώς ο άντρας που έριξε τη Μάντλεν από το καμπαναριό, ήξερε πως ο James Stewart δεν μπορούσε να ανέβει τις σκάλες; Μόνο και μόνο επειδή έπασχε από υψοφοβία. Δεν μπορούσε να είναι τελείως σίγουρος.

Francois Truffaut: Συμφωνώ, αλλά μου φάνηκε πως το δώσατε μ’ ένα πολύ πειστικό τρόπο....Από ό,τι ξέρω, η ταινία δεν ήταν ούτε επιτυχία ούτε αποτυχία..

Alfred Hitchcock: Απλώς κάλυψε τα έξοδα της.

Francois Truffaut: Τη θεωρείτε λοιπόν αποτυχία;

Alfred Hitchcock: Μάλλον ναι. Ξέρετε πως ένα από τα ελαττώματα μας όταν μια ταινία δεν πάει καλά, είναι να κατηγορούμε το γραφείο διανομής. Για να σεβαστούμε, λοιπόν, το έθιμο, ας πούμε πως η ευθύνη είναι του γραφείου διανομής.

(απο το βιβλίο Χίτσκοκ-Φρανσουά Τρυφώ, μετάφραση Γιάννης Δ. Ιωαννίδης, εκδόσεις Υψιλον, 1986)