b_505X0_505X0_16777215_00_images_1617_zeki-demirkubuz.jpg

«Μερικές φορές σκέφτομαι ότι αν δεν είχα μπει φυλακή, δεν θα είχα γίνει σκηνοθέτης».

Η διαδρομή του Ζεκί Ντεμίρκουμπουζ, ταραγμένη. Γεννήθηκε στην Ισπάρτα της Τουρκίας, το 1964. Αποφοίτησε από το τμήμα επικοινωνιών του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης.  Ξεκίνησε την καριέρα του το 1986, ως βοηθός του Zεκί Oκτέν. Τράβηξε για πρώτη φορά την προσοχή των κριτικών και του κοινού με την Αθωότητα και αργότερα με την Τρίτη σελίδα. Ακολούθησε η ενθουσιώδης υποδοχή της Μοίρας και της Εξομολόγησης, που και τα δύο προβλήθηκαν στο «Ένα κάποιο βλέμμα» στο Φεστιβάλ Καννών.
Οι αριστερές του πεποιθήσεις τον οδήγησαν στη φυλακή για τρία χρόνια, σε ηλικία 17 ετών. Εκεί, ανακάλυψε τον Ντοστογιέφσκι. Ξεκινώντας απ’ το «Έγκλημα και Τιμωρία». Επηρεασμένος απ’ τον ρώσο κλασσικό λογοτέχνη, ο Ντεμίρκουμπουζ δημιούργησε ήρωες βγαλμένους απ’ τα σπλάχνα της τουρκικής κοινωνίας. Το σινεμά του είναι βαθιά υπαρξιακό, στοχαστικό, αποτυπώνει τις διακρίσεις των τάξεων και των φύλων, χωρίς ίχνος ωραιοποίησης. Ο Ντεμίρκουμπουζ είναι ένας διεισδυτικός κοινωνικός παρατηρητής και την ίδια στιγμή ένας ευαίσθητος ψυχολογικός παλμογράφος. 
 Οι ταινίες του αποκαλύπτουν έναν σκηνοθέτη που με ωμή ειλικρίνεια αποσυνθέτει και ανασυνθέτει την τουρκική κοινωνία. Οι εικόνες του καταγράφονται στη μνήμη:
•    Οι Στάχτες (2016), αποκαλύπτουν μια κοινωνία εγκλωβισμένη στο παρελθόν, με τους άντρες να ηγούνται και τις γυναίκες να στερούνται τα δικαιώματά τους.
•    Η Bulantı (Ναυτία) (2015), είναι μια μελέτη του ανδρικού σωβινισμού (στην οποία πρωταγωνιστεί ο ίδιος)
•    Στο Yeraltı (Μέσα) (2012), διασκευάζει ελεύθερα το «Υπόγειο» του Ντοστογιέφσκι
•    Ο Kıskanmak (Φθόνος) (2009), είναι μια ταινία εποχής (1930-1940) πάνω στη ζήλια και τη μοχθηρία
•    Το αντισυμβατικό φιλμ νουάρ, Πεπρωμένο (2006, ελληνοτουρκική συμπαραγωγή) είναι μια ταινία για την επιθυμία, τη λαγνεία και την εμμονή
•    Στην εκπληκτική τριλογία του «Ιστορίες του σκότους» που ολοκληρώνουν οι ταινίες Bekleme Odası (Η αίθουσα αναμονής) (2003), Yazgı (Μοίρα) (2001) και Itiraf (Εξομολόγηση) (2001) διερευνά έννοιες όπως η ενοχή, η ηθική και η ελευθερία.
•    Στην ταινία  Üçüncü Sayfa  (H τρίτη σελίδα)  (1999) χτίζει έναν κόσμο με θρησκευτικές αναφορές από την οποία όμως απουσιάζει ο Θεός.
•    Η Masumiyet (Η Αθωότητα) (1997), που επανακαθόρισε το είδος του μελοδράματος, είναι η ταινία που τον καθιέρωσε και επηρέασε μια ολόκληρη γενιά σκηνοθετών στη Τουρκία.
•    Στο – επηρεασμένο από τον «Δεκάλογο» του Κισλόφσκι- Block C (1994), η ηρωίδα του είναι παγιδευμένη στις αντικρουόμενες προσδοκίες για το ρόλο της γυναίκας στη σύγχρονη τουρκική κοινωνία.

Ο Δημήτρης Κερκινός αποτιμά το έργο του: "Ο Ζεκί Ντεμίρκουμπουζ είναι ένας από τους θεμελιωτές του νέου τουρκικού κινηματογράφου, ένας πρωτοπόρος του ανεξάρτητου σινεμά που επηρέασε καθοριστικά, με την ατμόσφαιρα και την προβληματική των ταινιών του, την επόμενη γενιά Τούρκων σκηνοθετών. Δημιουργός με σημαντικό έργο που χαρακτηρίζεται από θεματική και αισθητική συνοχή, o Ντεμίρκουμπουζ αφηγείται ιστορίες ατόμων παγιδευμένων στον κοινωνικό λαβύρινθο. Δίχως να τους περιφρονεί ή να τους συμπονεί, ρίχνει μια υπαρξιακή ματιά στη ζωή τους σχολιάζοντας την τουρκική κοινωνία που πασχίζει να εκσυγχρονιστεί έπειτα από το πραξικόπημα του 1980.
(...)Τα θέματά του αγγίζουν τον βαθύτερο πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης: προδοσία, ενοχή, επιθυμία, παραίτηση, η μοίρα και η αναζήτηση της ελπίδας σ’ έναν ζοφερό κόσμο. Όλα αυτά διανθίζονται με πικρό, ενίοτε παράλογο χιούμορ, ενώ συχνά είναι τα σχόλια για την κενότητα των διανοούμενων.
Κινηματογραφικά, υιοθέτησε ένα ρεαλιστικό ύφος που στηρίζεται σε λιγοστές κινήσεις της κάμερας, αργούς ρυθμούς, φυσικό φωτισμό, εκτός κάδρου δράση και απουσία μουσικής. Χωρίς να επιδιώκει να τέρψει αισθητικά τον θεατή, επιλέγει ένα αναστοχαστικό σινεμά που συνδυάζει οργανικά κινηματογραφική γλώσσα και αφήγηση αποπνέοντας έντονη λογοτεχνικότητα. Έτσι, μέσα από συγκεκριμένα θέματα και μοτίβα –όπως οι πόρτες που ανοιγοκλείνουν σε ημίφωτους διαδρόμους, η τηλεόραση που παίζει παλιά μελοδράματα, η κυκλική αφήγηση, οι μονόλογοι, τα «κάδρα μέσα στο κάδρο» και η απεικόνιση των κτιρίων ως χώρων εγκλεισμού–, ο Ντεμίρκουμπουζ αποτυπώνει το υπαρξιακό άγχος και την αίσθηση κλειστοφοβίας που στοιχειώνουν τους αντιήρωές του.

(...) Οι ταινίες του Ζεκί Ντεμίρκουμπουζ επικεντρώνονται στον ανθρώπινο πόνο και μέσα από τις συγκρούσεις των ηρώων διατυπώνουν κρίσιμα ερωτήματα για την ουσία της ύπαρξης. Η συστηματική του ενασχόληση με το πρόβλημα της ηθικής τον καθιστά αντάξιο κληρονόμο της παράδοσης των Μπρεσόν, Αντονιόνι και Κισλόφσκι."

(δ.τ.)