nikos-papatakis2.jpg

Ο Παπατάκης για τον Jean Genet
«Ο Genet υπήρξε για μένα το παράδειγμα για το τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος μέσα στον αποκλεισμό και τη σύγχυση… Χάρη σ’ εκείνον, αργότερα, συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να αποδεχθεί τον αποκλεισμό και τον μετουσιώσει σε κραυγή κι έτσι σταμάτησα να θέλω να ενσωματωθώ, σαν κατάδικος στην όποια κοινωνία».

Ο Μισέλ Φουκώ για τον Παπατάκη
«Αγαπητέ κύριε,
Ευχαριστώ πολύ που μου δώσατε την ευκαιρία να δω και να θαυμάσω την ταινία σας. Ήξερα εκ των προτέρων ότι μπορούσα (ότι όφειλα) να περιμένω πολλά από αυτήν και δεν έπεσα έξω. Ίσως, περισσότερο από την ομορφιά της (που είναι μεγάλη και αυστηρή), αυτό που με συγκίνησε στην ταινία είναι η πολιτική της διάσταση. Θα μου πείτε ότι είναι σχεδόν το ίδιο πράγμα και θα συμφωνήσω. Αλλά μας έχουν τόσο ξεσυνηθίσει από αυτόν το συνδυασμό που σχεδόν τον έχω ξεχάσει. Καταφέρατε να αντιστρέψετε την ορατή πλευρά του ελληνικού μαρτυρίου: η τελετουργία επιστρέφει στην Ιστορία (αλλά ποια από τις δυο χλευάζει την άλλη;). Και απ’ ό,τι μου είπαν ήταν εκ μέρους σας προφητεία, αφού γυρίσατε την ταινία πριν [το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου]. Ένα έργο που αποτυπώνει το χρόνο στην αέναη επανάληψη και την προαναγγελία του μελλοντικού γεγονότος δεν μπορεί παρά να είναι ένα μεγάλο έργο…»,
απόσπασμα από επιστολή του Μισέλ Φουκώ προς τον Νίκο Παπατάκη για την ταινία Οι Βοσκοί.

Ο Παπατάκης για τον Κασσαβέτη
«Με την τελευταία εικόνα των Σκιών, πέρα από την συγκίνηση που μου είχε μεταδώσει η ταινία, ένιωσα την ίδια έξαρση συν την απογοήτευση που είχα αισθανθεί τότε μπροστά στην αυθάδη επίθεση του ιερού τέρατος (*) του Beverly Hills. Έβλεπα πια, ιδίως σε ό,τι αφορά την εξαιρετική ρηχότητα της καλλιτεχνικής του έκφρασης, πως ο ιερός λόφος του Χόλιγουντ δεν ήταν παρά μια Ιερουσαλήμ επίπλαστης «καλλιτεχνίας», ένας Όλυμπος κομπορρημοσύνης, ο ναός της κενοδοξίας. Είχα πάρει τη μικρή εκδίκησή μου, κατά τρόπο λιγότερο γελοίο, ομολογώ, εν σχέσει με το επεισόδιο στο «Κόκκινο Ρόδο».  Κάποιος στην Αμερική, μέσα στο ίδιο το φέουδο της μεγάλης Μέκκας, είχε τολμήσει να επιτεθεί, εκ των ενόντων, στις ιερές και απαράβατες χολιγουντιανές αξίες, τόσο με την αισθητική όσο και με το περιεχόμενο του, έστω ατελούς, έργου του. Ενώ τα μεγάλα στούντιο, υπερθεματίζοντας σε αστρονομικά ποσά, πλάσαραν δουλικά καλλωπιστικές μονάχα μάσκες για τους ομοίους τους της λευκής ράτσας, παρήγαγαν μονάχα μια πουριτανική και ηθοπλαστική εικονογραφία, που γινόταν ακόμα πιο καθησυχαστική, αφού συμβάδιζε με το φετιχιστικό δόγμα του κέρδους με κάθε τίμημα, και της εκτυφλωτικής επιτυχίας. Ενώ σε κάμποσες Πολιτείες το λυντσάρισμα εφαρμοζόταν ατιμωρητί, ο ρατσισμός ήταν κοινωνικά θεμελιωμένος, τόσο στην Καλιφόρνια όσο κι αλλού, και ο μακαρθισμός, εκτρωματικό προϊόν των ίδιων των στούντιο, έκανε θραύση, για πρώτη φορά μια ταινία μυθοπλασίας αντιμετώπιζε χωρίς συναισθηματισμούς, μισόλογα και ταμπού τις σεξουαλικές σχέσεις ανάμεσα σε μια νεαρή μαύρη κι έναν νεαρό λευκό. Και τοποθετούσε τη σχέση μέσα σ’ έναν βίαιο κοινωνικό περίγυρο, στο περιθώριο των παραπεταμένων από τους ακόμα πιο ηλίθιους κι από τα αρχέτυπά τους κυρίαρχους του επιχρυσωμένου χολιγουντιανού κόσμου, τους φανατικούς του american way of life… Διακινδυνεύοντας να φανώ σοφολογιότατος, θα βρω το κουράγιο να επαναλάβω, σαν συμπέρασμα, όπως και άλλοι συνάδελφοί μου, το δικό μου δοξαστικό τσιτάτο, ‘Αν δεν υπάρχει ήρωας για τον υπηρέτη μου’, έλεγε ο Hegel, ‘δεν φταίει ο ήρωας, αλλά ο υπηρέτης μου’.
Απόσπασμα από κείμενο του Νίκου Παπατάκη στο Positif, τεύχος 377, Ιούνιος 1992.

*Ο Νίκος Παπατάκης αναφέρεται σ’ ένα περιστατικό βίαιης αντίδρασης εναντίον του από τον διάσημο ηθοποιό Edward J. Robinson, με αφορμή την παράσταση Cinémassacre, μια παρωδία των χολιγουντιανών κινηματογραφικών ειδών, που είχε ανέβει ποτέ στο avant-garde καμπαρέ-θέατρο «Κόκκινο Ρόδο» την περίοδο που διεύθυνε το θέατρο ο Νίκος Παπατάκης και ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία στα χρονικά του θεάτρου.

(πηγή δελτίο τύπου)