mircea-daneliuc.jpg

Ο Μίρτσεα Ντανελιούκ/ Mircea Daneliuc χρησιμοποιεί το σινεμά διαχρονικά σαν όπλο απέναντι σε δυσλειτουργικές κοινωνίες, επιστρατεύοντας άλλοτε τον ρεαλισμό κι άλλοτε την σάτιρα και τον σουρεαλισμό για να σχολιάσει την κοινωνική πραγματικότητα και να αφουγκραστεί τις πολιτικές αλλαγές. Οι ταινίες του, ανατρεπτικές και υπαινικτικές, απέφυγαν το σκόπελο της λογοκρισίας και λειτούργησαν ως καθρέφτης ενός ολόκληρου λαού.
Αποτιμώντας τη σκηνοθετική διαδρομή του Mircea Daneliuc, ο Δημήτρης Κερκινός σημειώνει :" Σε μια εποχή που ο ρουμανικός κινηματογράφος είχε αποκλειστικά ιδεολογικό πρόσημο, ο Ντανελιούκ θα επιδείξει ξεχωριστό θάρρος και θα αντιπαραθέσει στην προπαγάνδα του καθεστώτος το ρεαλισμό και την αμεσότητα, τον αναστοχασμό, το μαύρο χιούμορ και τη σάτιρα, ενώ επίσης θα καταφύγει με μεγάλη άνεση και στην αλληγορία και στην παραβολή.
(...)   Ο Μίρτσεα Ντανελιούκ, ως πολέμιος του καθεστώτος Τσαουσέσκου, κατάφερε να υπερβεί, με το καυστικό του πνεύμα, τους ιδεολογικούς περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης και να υπονομεύσει αυτό που ήταν τότε αποδεκτό. Με τις ταινίες του κατέγραψε το σφυγμό της εποχής του και προσέφερε ένα νέο βλέμμα στην κοινωνική πραγματικότητα της χώρας του: αφηγήθηκε απλές ιστορίες για καθημερινούς ανθρώπους μ’ ένα στυλ που συχνά θυμίζει ντοκιμαντέρ, κατέφυγε σε νέα τεχνικά μέσα, ανέδειξε τη σημασία των μικρών λεπτομερειών, ενώ επίσης καταπιάστηκε με φιλοσοφικά θέματα και οξυδερκείς μελέτες χαρακτήρων κάνοντας έναν κινηματογράφο που λειτούργησε ως εθνογραφικό μητρώο της εποχής του και ως ένας απ’ τους προάγγελους του νέου ρουμανικού κύματος."

Γεννημένος το 1943 στο Χοτίν ο Ντανελιούκ σπούδασε γαλλική φιλολογία και στη συνέχεια σκηνοθεσία στην Ακαδημία Κινηματογράφου και Θεάτρου στο Βουκουρέστι. Μέχρι σήμερα, η ανάγκη του για έκφραση δεν περιορίστηκε στον κινηματογράφο. Είναι επιτυχημένος συγγραφέας, ηθοποιός, ενώ γράφει και σκηνοθετεί και για το θέατρο.
Με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, εισαγάγει στοιχεία που καθορίζουν και ξεχωρίζουν στο έργο του. Στο φιλμ Η μεγάλη διαδρομή/ The Ride (1975), καταλύει την κλασική αφήγηση του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, σε μια βαθιά ανθρώπινη ταινία που υμνεί την φιλία και τη συντροφικότητα. Το 1980 υπογράφει ένα φιλμ-προπομπό του νέου ρουμάνικου κινηματογράφου, το Πρόβα με μικρόφωνο/ Microphone Test, στο οποίο ο ίδιος υποδύεται τον κεντρικό ήρωα. Εξαιρετικοί διάλογοι (που ζωντανεύουν με τη σύγχρονη λήψη ήχου) και στοιχεία ντοκιμαντέρ ενισχύουν την αφήγηση μέσα απ’ τη οποία ο Ντανελιούκ καυτηριάζει το γραφειοκρατικό παραλογισμό και σχολιάζει την υποκρισία του συστήματος και εκείνων που το τροφοδοτούν. Το Κυνήγι αλεπούδων/ Foxhunting (1980) μας μεταφέρει σε ένα ρουμανικό χωριό της δεκαετίας του ’50, όπου ένας αγρότης αρνείται πεισματικά να παραδώσει τη μικρή γη του στο κράτος. Ο Ντανελιούκ καταπιάνεται με ένα θέμα ταμπού, καταγράφοντας την καταστροφή μιας ολόκληρης κοινωνικής τάξης. Στην Κρουαζιέρα/ The Cruise (1981), το αντικαθεστωτικό μήνυμα είναι ηχηρό και μεταφέρεται μέσα από τον αντι-ήρωα που επιλέγει ο σκηνοθέτης: ο σύντροφος Πρόκα, είναι το ακριβώς αντίθετο από όσα υπαγορεύει η ιδεολογία του κόμματος. Θρασύδειλος, απατεώνας, κυνικός, κυνηγά μόνο το προσωπικό του συμφέρον. Ο Ντανελιούκ αποδεικνύεται εξαιρετικά τολμηρός χτίζοντας μια ιστορία που στηλιτεύει το καθεστώς, σε μια περίοδο λογοκρισίας και καταστολής της ελεύθερης καλλιτεχνικής έκφρασης. 
Στο Ιάκομπ/ Iacob (1988), απ’ τις ωραιότερες ταινίες του σκηνοθέτη, ο Ιάκομπ του τίτλου, εργάζεται σε χρυσωρυχείο, τον κατηγορούν για κλοπή χρυσού και ως τιμωρία τον στέλνουν σε ένα μακρινό ορυχείο. Τα Χριστούγεννα, απ’ τη λαχτάρα του να επιστρέψει σπίτι του νωρίτερα, καταδικάζεται απ’ την μοίρα σε ένα τραγικό τέλος. Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι στην πραγματικότητα ο αγώνας για αξιοπρέπεια σε συνθήκες εξευτελισμού. Μέσα απ’ την πάλη του Ιάκομπ, η πλοκή ισορροπεί σε ένα εύθραυστο σκοινί χωρίς δίχτυ ασφαλείας, καθηλώνοντας με τον άγριο ρεαλισμό του τον θεατή μέχρι το τελευταίο λεπτό. 
Μετά την πτώση του Τσαουσέσκου, ο Ντανελιούκ καταγράφει με αμεσότητα και κυνισμό τα προβλήματα μιας κοινωνίας σε μετάβαση. Στη Συζυγική κλίνη/ The Conjugal Bed (1993), ο ήρωάς του Βασίλε, ιδιοκτήτης ενός κινηματογράφου στο Βουκουρέστι, γίνεται ο άξονας μιας ξέφρενης πορείας προς την τρέλα. Το μαύρο χιούμορ και το γκροτέσκο εναλλάσσονται με τη σοκαριστική βιαιότητα σε ένα φιλμ-αναφορά που αποδίδει το πνεύμα μιας ολόκληρης εποχής. Αυτή η περίοδος μετάβασης της χώρας κυριαρχεί και στις επόμενες ταινίες του. Η  Αγανάκτηση/ Fed Up (1994), σατιρίζει την κατάσταση στα νοσοκομεία της χώρας και κατ’ επέκταση στην ψυχοσύνθεση ενός κουρασμένου λαού ύστερα από μια παρατεταμένη περίοδο στέρησης και ανελευθερίας. Τα κέντρα εξουσίας βρίσκονται στο στόχαστρο του σκηνοθέτη στο Ο γερουσιαστής των σαλιγκαριών/ The Snails’ Senator (1995). Ο ήρωάς του πρώην στέλεχος του κομμουνιστικού κόμματος και νυν μέλος της δημοκρατικής παράταξης ταξιδεύει στην επαρχία για τα εγκαίνια ενός έργου. Το χαλαρό διήμερό του διαταράσσεται από ένα ελβετικό τηλεοπτικό συνεργείο που σκαλίζει το παρελθόν, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο με τη διαφθορά που ο ίδιος υπηρέτησε. 


(δ.τ.)