cinema2.jpg
Τα μεγάλα στούντιο ποντάρουν σε ταινίες για παιδιά και ανώριμους ενήλικες

του A. O. Scott/ International Herald Tribune

Στο «Πεθαίνω στα γέλια»/Funny People, τη νέα ταινία με πρωταγωνιστή τον Ανταμ Σάντλερ/ Adam Sandler, προσφέρονται στο κοινό στιγμιότυπα από ένα φιλμ με πρωταγωνιστή τον ήρωα που ερμηνεύει ο Σάντλερ, έναν επιτυχημένο stand-up κωμικό ονόματι Τζορτζ Σίμονς. Η «ταινία μέσα στην ταινία», που μοιάζει με παραλλαγή στο γνωστό θέμα «Κοίτα ποιος μιλάει»/Look Who’s Talking, δείχνει το κεφάλι του Τζορτζ ψηφιακά τοποθετημένο στο σώμα ενός μωρού. Είναι ένα γκροτέσκο και αστείο εφέ, και επιπλέον γεμάτο πολιτιστικές αναφορές.
Είναι φανερό πως η εικόνα ενός μωρού με το πρόσωπο του Ανταμ Σάντλερ συνοψίζει με αυτοειρωνεία μεγάλο μέρος της καριέρας του ηθοποιού, τονίζοντας την παράξενη και ανθεκτική στον χρόνο γοητεία του ως αιώνιου νηπίου. Και είναι επίσης φανερό ότι ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης της ταινίας, ο Τζουντ Απάτοου, κοροϊδεύει μερικές πλευρές της δικής του δουλειάς, η οποία έχει αδίστακτα εκμεταλλευτεί τις εφηβικές, έως και νηπιακές, ορμές που φαίνεται να κυριαρχούν στην ψυχή του σύγχρονου Αμερικανού άνδρα.
Ωστόσο, το «Πεθαίνω στα γέλια» σίγουρα δεν είναι ένα επιπλέον κανάκεμα τέτοιων επιθυμιών, παρά τα αγχωμένα και χονδροειδή αστεία για γεννητικά όργανα και αφοδεύσεις. Είναι μια ταινία για τη διαδικασία ωρίμασης, το αίσθημα της θλίψης, την αντιμετώπιση του θανάτου - μια μακρόσυρτη, σοβαρή ταινία που θέμα της είναι οι σκληρές προκλήσεις της ωριμότητας.
Γι’ αυτό, ίσως, με αφορμή ένα όχι και τόσο επικερδές πρώτο τριήμερο, διάφοροι ερμηνευτές των ταμειακών δεδομένων έσπευσαν να χαρακτηρίσουν την ταινία αποτυχία. Το καλοκαίρι δεν είναι καιρός για ώριμους.
Το θέμα μου δεν είναι να υπερασπιστώ το φιλμ του Απάτοου, το οποίο πήρε μεικτές κριτικές και πιθανόν να έχει μια πλούσια και περιπετειώδη ζωή ως θέμα συζήτησης. Με ανησυχεί περισσότερο η βιασύνη με την οποία δηλώθηκε ότι η ταινία δεν κατάφερε να επικοινωνήσει με το κοινό της. Ενας παρόμοιος βιαστικός σχολιασμός έγινε και για την καλή ταινία του Μάικλ Μαν «Δημόσιος κίνδυνος», και μέσα σ’ αυτές τις δηλώσεις μπορείς ν’ ακούσεις ενσωματωμένο τον ήχο της συμβατικής σοφίας. Ή μπορείς να την δεις να ενσαρκώνεται σ’ αυτόν τον παράξενο άνδρα-μωρό, με τη γαϊδουρινή φωνή και το παχουλό κορμάκι τυλιγμένο στις πάνες. Ισως να μην υπάρχει πιο αιχμηρή εικόνα του Χόλιγουντ, πιο καταδικαστικός καθρέφτης του ίδιου του κοινού. Μικροί μπόγοι υποσυνείδητου που γκαρίζουν κι έχουν ακράτεια, με βρώμικο στόμα και βρώμικο μυαλό - έτσι περίπου μας βλέπουν τα μεγάλα στούντιο του Χόλιγουντ.

Κανόνας και εξαιρέσεις
Τι νομίζουν ότι θέλουμε; Η μεγαλύτερη επιτυχία του φετινού καλοκαιριού στις ΗΠΑ ήταν οι «Τρανσφόρμερς 2», ένα «έπος» βασισμένο σε μια σειρά παιχνιδιών της Hasbro. Υπήρξαν επίσης τα τρισδιάστατα ποντίκια του G-Forcex, τα επίσης τρισδιάστατα προϊστορικά πλάσματα της τρίτης «Εποχής των παγετώνων», τα ιστορικά πρόσωπα της δεύτερης «Νύχτας στο μουσείο» και, βέβαια, η έκτη ταινία της σειράς «Χάρι Πότερ».
Ολα αυτά είναι προϊόντα που σαφώς απευθύνονται σε νεανικό κοινό. Ομως, αυτός ο εκθειασμός της νεότητας, και ιδιαίτερα της αρσενικής ανωριμότητας, επεκτείνεται σε ταινίες όπως η κωμωδία του Τοντ Φίλιπς «The Hangover», με πρωταγωνιστές μια αντροπαρέα με ανησυχητικά συμπτώματα παλιμπαιδισμού, και το «Star Trek» του Τ. Τ. Αμπραμς, που αναδιατάσσει την αγαπημένη διαστημική περιπέτεια στο στυλ Χάρι Πότερ.
Υπάρχουν και εξαιρέσεις, βέβαια. Το «Illuminati» έστειλε μια παρέα ενήλικες να κυνηγιούνται γύρω από το Βατικανό, αναζητώντας τη λύση ενός αρχαίου μυστηρίου. Και οι επιτυχημένες ρομαντικές κομεντί της σεζόν, «Η πρόταση» και «The Ugly Truth», ενώ ήταν εντελώς συμβατικές, έκαναν την προβλέψιμη δουλειά τους μέσα σε ένα λίγο πολύ ενήλικο σκηνικό. Ολοι όμως (στις ΗΠΑ τουλάχιστον) τις έχουν ήδη ξεχάσει και η χολιγουντιανή ρομαντική κομεντί, που σε παλαιότερες εποχές ήταν ένα κινηματογραφικό είδος γεμάτο χιούμορ και λάμψη, τώρα έχει περιοριστεί στη θέση του εμπορικού συμπληρώματος. Τώρα οι ταινίες αυτές αποκαλούνται «chick flicks», μια μικρή συγκαταβατική προσφορά στις κυρίες. Η πραγματική δράση είναι αλλού, στα αγόρια και στα παιχνίδια τους.
Ξέρω τι θα πουν κάποιοι. Το καλοκαίρι, και όλο το χρόνο άλλωστε, το κοινό θέλει εύκολη διασκέδαση, κάτι για να δραπετεύσει από τα πραγματικά του άγχη. Μόνο που αυτά τα αξιώματα για τις απαιτήσεις του μαζικού κοινού δεν είναι τόσο νόμοι της φύσης όσο κατασκευάσματα της εταιρικής στρατηγικής. Και όταν τόσο πρόχειρα επιβεβαιώνονται, χρησιμεύουν για να ενισχύσουν μια κατάσταση που περιθωριοποιεί όλο και περισσότερο το ρίσκο, την πρωτοτυπία και την ευφυΐα.
Με την οικονομική κρίση, τα μεγάλα στούντιο έχουν γίνει πιο επιφυλακτικά, παράγοντας λιγότερες ταινίες και συγκεντρώνοντας τους περιορισμένους πόρους τους σε «αξιόπιστες» φόρμουλες. Σχεδόν όλες οι μεγάλες επιτυχίες έως τώρα ήταν μέρος ενός «φραντσάιζ» αναγνωρισμένης μάρκας. Χωρίς πρωτοτυπία, χωρίς καμιά έκπληξη. Ποιο είδος ανθρώπου ζητάει όλη την ώρα κάτι καινούργιο κι όμως πάντα θέλει το ίδιο; το παιδί, βέβαια. Από τα νηπιακά μας χρόνια ξέρουμε να προφέρουμε με μεγάλη ευφράδεια το καταναλωτικό αίτημα: Πάλι! Κι άλλο! Θέλω άλλο ένα! (Εκείνη η κωμωδία με τα γιγαντιαία μωρά του Τζορτζ Σίμονς είχε τίτλο «Redo», «Ξανακάνε το»)
Τα παιδιά συνεχώς απαιτούν, είναι αλήθεια. Αλλά και εύκολα ικανοποιούνται, και αυτός ο συνδυασμός όρεξης και ευπείθειας κάνει το παιδί ιδεώδη θεατή ταινιών. Εφόσον όμως δεν υπάρχει απεριόριστος αριθμός πραγματικών παιδιών εκεί έξω, το Χόλιγουντ πρέπει να βρει κι άλλα. Ετσι, τα στούντιο έχουν βάλει σ’ εφαρμογή, με αυξανόμενη ορμή και ένταση, ένα πρόγραμμα μαζικού παλιμπαιδισμού.

Μισές αλήθειες από το Box office
Οι πιο επικερδείς ταινίες αυτού του καλοκαιριού προσφέρουν επιβεβαίωση της επιτυχίας του προγράμματος μαζικού παλιμπαιδισμού. Και τα παιχνίδια, τα κόμικς, οι γνωστοί φανταστικοί ήρωες είναι πιο σίγουρη επένδυση από τους κινηματογραφικούς σταρ και τους διάσημους σκηνοθέτες, αλλά και πιο εύκολο να ελέγχονται. Αλλά τα παραδείγματα ταινιών όπως οι «Δημόσιος κίνδυνος», «The Taking of Pelham 1 2 3» και ίσως του «Πεθαίνω στα γέλια» εκλαμβάνονται ότι σημαίνουν πως καλλιτέχνες σαν τους Ντένζελ Ουάσιγκτον, Τζον Τραβόλτα, Μάικλ Μαν, Τζόνι Ντεπ και Τζουντ Απάτοου δεν προσφέρουν τις ίδιες εγγυήσεις. Δεν έχει σημασία που ο «Δημόσιος κίνδυνος» έχει πάει αρκετά καλά ύστερα από μια αργή εκκίνηση ή που η δομή, το θέμα και ο τόνος του «Πεθαίνω στα γέλια» την κάνουν μια ενδιαφέρουσα ταινία, τελείως άσχετη με τις ανεγκέφαλες κωμωδίες του συρμού.
Τα νούμερα του box office δεν ψεύδονται, αλλά ούτε λένε όλη την αλήθεια. Οι αριθμοί καταγράφουν την ποσότητα των εισιτηρίων που αγοράστηκαν, δεν μπορούν όμως να καταγράψουν την ποιότητα της εμπειρίας. Το σύνολο των εσόδων δείχνει ότι σε πολλούς ανθρώπους αρέσει να πηγαίνουν στο σινεμά, όχι όμως ότι τους αρέσει αυτό που βλέπουν. Ωστόσο, ένα φιλμ που ο κόσμος θα πάει να δει, επειδή δεν έχει άλλη επιλογή, είναι ασφαλέστερο επιχειρηματικά από κάποιο άλλο που θα τον βάλει στον κόπο να σκεφτεί.
Από αυτή την άποψη, οι «Transformers 2» είναι παραδειγματικό φιλμ. Με μεγάλη επιδεξιότητα καταστέλλει τη σκέψη, την επιχειρηματολογία, την ευφυή ανταπόκριση. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας -εκτός από τα κοστούμια της Μέγκαν Φοξ, υποθέτω- είναι ότι κέρδισε σχεδόν 400 εκατ. δολάρια στις ΗΠΑ.
Δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο να πεις. Κάθε παραπέρα συζήτηση -το να πεις αν ήταν καλή ταινία ή όχι- φαίνεται περιττή.
Μια απάντηση ίσως είναι να πας να δεις το «Ψηλά στον ουρανό» (θα προβληθεί σύντομα στις ελληνικές αίθουσες), τη μόνη εμπορικά επιτυχημένη ταινία του καλοκαιριού που ασχολείται με ανησυχίες της ενήλικης ζωής - την απώλεια, τη ματαίωση, την απογοήτευση. Και προσφέρει ένα πολύ σημαντικό δίδαγμα. Αν θέλεις να κάνεις μια ώριμη ταινία για ώριμους θεατές, φρόντισε να είναι καρτούν.

H KAΘHMEPINH Hμερομηνία : 06-09-2009