(ένα αφιέρωμα του 24ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης )
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2122_tdf24.jpg

*Μεταβολή: η διαδικασία αλλαγής και μετάβασης σε μια νέα κατάσταση.

Η πανδημία ήταν ένα σοκ που άλλαξε τη ζωή μας, μετατοπίζοντας τα γεωγραφικά, ιδεολογικά, κοινωνικά και ψυχολογικά όρια. Όσο για το αν άλλαξε και ολόκληρη την εποχή μας, αυτό μόνο οι ιστορικοί του μέλλοντος μπορούν να το πουν. Διαισθητικά και μόνο, νιώθουμε πως ο κόσμος που γνωρίζαμε μοιάζει ίδιος, αλλά δεν είναι. Η ανθρώπινη διάδραση άλλαξε. Τρέχουμε από κεκτημένη ταχύτητα, αλλά έχουμε χάσει το κέντρο βάρους μας. Χρησιμοποιούμε γνωστές λέξεις για άγνωστες μορφές. Εργαζόμαστε, εκπαιδευόμαστε, ερωτευόμαστε, καταναλώνουμε και ονειρευόμαστε σε μια νέα ψηφιακή διάσταση. Διόλου τυχαία, τον Νοέμβριο του 2021, εν μέσω πανδημίας, ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ κήρυξε την έναρξη της εποχής του metaverse: τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η ψηφιακή πραγματικότητα διεκδικούν πλέον μια ισότιμη θέση στον «φυσικό» μας κόσμο, προετοιμάζοντας την ανθρωπότητα για μια εναλλακτική και μεταποιημένη «πραγματικότητα».
Πώς καταγράφεις κάτι τόσο ευμετάβλητο και ακαθόριστο; Πώς ενώνεις τις κουκίδες και χαρτογραφείς έναν κόσμο πριν υπάρξει; Το 24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης εξερευνά αυτή ακριβώς τη μετα-πραγματικότητα, το post reality που βιώνουμε, μέσα από μια επιλογή ταινιών που με τόλμη σκιαγραφούν τους ήρωες, τους αντι-ήρωες, τα κρυμμένα μυστικά και τις πρισματικές αλήθειες που ορίζουν την αλλαγή εποχής που διανύουμε. Τα ντοκιμαντέρ αμβλύνουν τον φόβο και την αβεβαιότητα, καθώς μάς υπενθυμίζουν ότι οι λευκές σελίδες που ανοίγονται μπροστά μας, όσο τρομακτικές και αν μοιάζουν, κρύβουν πάντα μέσα τους όλες τις πιθανότητες. Την ίδια στιγμή, οξύνουν την αίσθηση πως ο κόσμος που θεωρούσαμε μέχρι τώρα γνωστό και οικείο, εξακολουθεί να παραμένει ένα άλυτο αίνιγμα.
Οι τρόποι με τους οποίους το σινεμά εγγράφει τους τόπους στο συλλογικό υποσυνείδητο με σκοπό να αποτυπώνει μια μετασχηματισμένη αλήθεια βρίσκονται στο επίκεντρο του ντοκιμαντέρ The Taking του Αλεξάντρ Ο. Φιλίπ. Ο ελβετός σκηνοθέτης, που μελετά στις ταινίες του τον κοινωνιολογικό και ανθρωπολογικό αντίκτυπο του σινεμά, εξερευνά τους μύθους που συνοδεύουν τις κινηματογραφικές απεικονίσεις της Κοιλάδας των Μνημείων (Monument Valley) στα γούεστερν και ειδικότερα στις ταινίες του Τζον Φορντ. Σύμβολο της κατασκευασμένης εποποιίας του Φαρ Ουέστ, ορόσημο της πνευματικής κληρονομιάς των ατελείωτου ορίζοντα, σήμα κατατεθέν της αμερικανικής ταυτότητας που θεμελιώθηκε στην κατάκτηση της Άγριας Δύσης, το Momument Valley υπήρξε κάτι πολύ βαθύτερο από ένα απλό ντεκόρ, στο πίσω φόντο. Μια διεισδυτική ματιά στον τρόπο με τον οποίο το γουέστερν, και ιδίως οι ταινίες του «πατριάρχη» Τζον Φορντ, αξιοποίησαν μια εμβληματική εικόνα προκειμένου να αποτυπώσουν μια νέα πραγματικότητα, που εκτεινόταν πέρα από την ιστορική αλήθεια, βάζοντας τα θεμέλια για την κοσμοθεωρία μιας ολόκληρης χώρας.
Η διαχρονική καταπάτηση των γυναικείων δικαιωμάτων διαπλέκεται με τους φόβους και τις ανασφάλειες που γέννησε η πανδημία στο ντοκιμαντέρ Portraits of the Future της Βίρνα Γκαμπριέλα Μολίνα. Η αργεντινή σκηνοθέτις σκιαγραφεί το περίγραμμα ενός ασχημάτιστου μέλλοντος πάνω σε έναν καμβά από τραυματικές μνήμες του παρελθόντος, αποτυπώνοντας με τον πιο εύγλωττο τρόπο το τρεμάμενο έδαφος του εδώ και του σήμερα. Με σημείο αφετηρίας ένα πρότζεκτ με θέμα τις ανισότητες που βιώνουν οι εργαζόμενες γυναίκες στη σύγχρονη Αργεντινή, το οποίο άλλαξε πορεία, ύφος και ταυτότητα στη διάρκεια της καραντίνας, η Μολίνα ανατέμνει τον ιστορικό χρόνο, αμφισβητεί κάθε είδους βεβαιότητα και μας μεταφέρει σε έναν μεταιχμιακό κόσμο. Έναν τόπο ακαθόριστο και ασαφή, που ζητά επιτακτικά από εμάς να χαράξουμε τον χάρτη του αύριο.
Αν υπάρχει μια αναντίρρητη αλήθεια που έχει συνοδεύσει την ανθρώπινη ύπαρξη από καταβολής κόσμου είναι η αποδοχή πως ο θάνατος είναι συνώνυμο και παρεπόμενο της ίδιας της ζωής. Σε αυτή την εποχή που καταλύει κάθε αντικειμενικό θέσφατο και αξίωμα, μάλλον έχει έρθει η ώρα να αναθεωρήσουμε ακόμη και την πιο ακλόνητη αλήθεια του κόσμου μας. Το ντοκιμαντέρ Eternity at Last του αυστριακού σκηνοθέτη Στέφαν Μπέργκμαν έχει στο επίκεντρό του την προαιώνια ανθρώπινη φαντασίωση της αθανασίας, ρίχνοντας φως στις τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις που υπόσχονται να μετατρέψουν το θαύμα της αιωνιότητας σε χειροπιαστή πραγματικότητα. Τελικά, ίσως χρειαστεί κάποτε να απαντήσουμε στα σοβαρά στο σπαρακτικό ερώτημα που είχε θέσει ο Φρέντι Μέρκιουρι. Στ’ αλήθεια, πείτε μας, ποιος από εσάς θέλει να ζήσει για πάντα;
Στο Lo And Behold: Reveries Of The Connected World, ο αγέραστος Βέρνερ Χέρτζογκ ψηλαφεί χρονικό του εικονικού κόσμου, από τις ρίζες του ως τις πιο απόκεντρες προεκτάσεις του, το οποίο εξετάζει το ψηφιακό τοπίο με την ίδια περιέργεια και φαντασία με τις οποίες ο σκηνοθέτης προσέγγισε στο παρελθόν γήινους προορισμούς, τόσο ετερόκλητους όσο ο Αμαζόνιος, η Σαχάρα, ο Νότιος Πόλος και η αυστραλιανή ενδοχώρα. Ο Βέρνερ Χέρτσογκ καθοδηγεί τον θεατή σε ένα ταξίδι μιας σειράς προβοκατόρικων συζητήσεων που φανερώνουν τους τρόπους με τους οποίους ο διαδικτυακός κόσμος έχει αλλάξει ριζικά το πόσο εικονικά λειτουργούν τα πάντα στην πραγματική ζωή – από τις επιχειρήσεις μέχρι την εκπαίδευση, τα διαστημικά ταξίδια μέχρι την ιατρική περίθαλψη, και την ίδια την ουσία των προσωπικών μας σχέσεων.
Το Perfect Boyfriend των Αλέν Ντελά Νέγκρα και Καόρι Κινοσίτα μάς μεταφέρει στην Ιαπωνία, όπου τρεις ενήλικοι υπνωτίζονται από τη Ρίνκο, μια μαθήτρια λυκείου από το βιντεοπαιχνίδι Love Plus. Το εικονικό αυτό ειδύλλιο τούς οδηγεί για ένα ολόκληρο σαββατοκύριακο στην παλιά παραθαλάσσια πόλη Ατάμι, όπου συναντούν δυο εφήβους οι οποίοι περνούν το πρώτο τους σαββατοκύριακο μαζί στο ίδιο ξενοδοχείο. Όμως ο Κεντάρο γοητεύεται επίσης από τη Ρίνκο. Κι ενώ η Κιόκο στην αρχή ζηλεύει, καταλήγει να δείχνει έντονο ενδιαφέρον για την εικονική της αντίζηλο, η οποία φαίνεται να έχει κερδίσει μια θέση στις καρδιές όλων των ανδρών της χώρας.
Το Robolove της Μαρία Αρλαμόφσκι εξερευνά τη ρομποτική που παλαιότερα ανήκε στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Τα δεδομένα, όμως, έχουν αλλάξει ραγδαία και τα ρομπότ διεισδύουν σταδιακά σε πολυάριθμα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας, θολώνοντας τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον άνθρωπο και στη μηχανή. Ένα διεισδυτικό ντοκιμαντέρ που επισκέπτεται τα πιο προηγμένα τεχνολογικά κέντρα της υφηλίου και συνομιλεί με ειδικούς του χώρου, χωρίς όμως να αρκείται σε μια απλή αποτίμηση της εξωπραγματικών αλμάτων της επιστήμης. Αντιθέτως, αναζητά απαντήσεις στα περίπλοκα και απαιτητικά ερωτήματα που ξεπροβάλλουν στους τομείς της ηθικής, της ταυτότητας και της ανάληψης ευθύνης, καθώς η κοινωνία βαδίζει σε αχαρτογράφητα νερά.
Το Users της Ναταλία Αλμάδα ξεκινά με την ερώτηση μιας μητέρας: άραγε τα παιδιά της θα αγαπήσουν αυτές τις τέλειες μηχανές που έχουν στη ζωή τους περισσότερο από την ίδια, την ατελή μητέρα τους; Με αφετηρία αυτό τον φαινομενικά απλό συλλογισμό, η σκηνοθέτις βάζει μπρος μια επική εξερεύνηση του κόσμου στον οποίο η τεχνολογική πρόοδος επιφέρει αυτονόητα και απαρέγκλιτα την κοινωνική πρόοδο. Μέσα από μια σειρά εκθαμβωτικών εικόνων και υπό τη μουσική των Kronos Quartet, η ταινία είναι ένα ταξίδι εμβύθισης στην καρδιά της μεταβαλλόμενης σχέσης μας με τον κόσμο.
Στο F@ck This Job της Βέρα Κριτσέφσκαγια, η 35χρονη Νατάσα είναι μια επιτυχημένη γυναίκα που αποζητά δημοσιότητα, φήμη και να κάνει τα όνειρά της πραγματικότητα. Έτσι αποφασίζει να ιδρύσει ένα ανεξάρτητο τηλεοπτικό κανάλι στη Ρωσία του Πούτι και προσλαμβάνει δημοσιογράφους υπέρ της αντιπολίτευσης και ανθρώπους από τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα. Σύντομα, το «βλαστάρι» της μετατρέπεται σε μια όαση πολιτικής και σεξουαλικής ελευθερίας. Το Dozhd TV (γνωστό και ως TV Rain, η «τηλεόραση της βροχής») είναι το μοναδικό κανάλι ανεξάρτητης δημοσιογραφίας που έχει επιβιώσει στο καθεστώς του Πούτιν. Όταν ξεκίνησε, η γυναίκα αυτή δεν φανταζόταν πως θα στεκόταν στην πρώτη γραμμή της μάχης μεταξύ Αλήθειας και Προπαγάνδας, ούτε πως θα έχανε όλη της την περιουσία. Δεν ήξερε πως θα γινόταν «ξένος πράκτορας» στην ίδια της τη χώρα.
Το Virtual Voice της Σουζάνα Μιργκάνι είναι μια σατιρική θεώρηση της εποχής μας. Η κούκλα Σούζι είναι ένας ego-warrior («πολεμιστής του εγώ»), το διαδικτυακό άβαταρ της σκηνοθέτριας που ακολουθεί τους αλγορίθμους των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Οι κινήσεις της πυροδοτούνται από ένα προσωρινό αίσθημα οργής, μια τάση αγανάκτησης. Ένα πάθος που είναι στη μόδα. Μια διαδεδομένη πολιτική στάση. Ο ακτιβισμός της είναι αφηρημένος και η συμβολή της υποθετική. Ξέρουμε πολλές κοπέλες σαν τη Σούζι, και συχνά είμαστε η Σούζι: άδειες εικονικές φωνές που αντηχούν την αδικία.

(δ.τ.)