b_505X0_505X0_16777215_00_images_1617_titanic.jpg

"Με τα γραπτά που είναι πιο ελεύθερα από τα λόγια, μπορούμε να κάνουμε γνωστές τις πιο κρυφές μας σκέψεις σ' αυτούς που αγαπάμε."
Δον Κιχώτης, Μιγκουέλ Ντε Θερβάντες Σααβέντρα (μετάφραση Σωτήρης Πατατζής)

Απ' όλες τις βιομηχανίες, η βιομηχανία του κινηματογράφου είναι αυτή που έχει τα περισσότερα προνόμια στον χώρο του τύπου (έντυπου ή ηλεκτρονικού): τα προϊόντα της διαφημίζονται ασύστολα, ελεύθερα και αφειδώς. Ηθοποιοί και σκηνοθέτες, προβιβάζονται στον ρόλο ειδώλων, ενθρονίζονται στον θέση ενός σταρ, απολαμβάνοντας τα οφέλη μιας ανέξοδης δημοσιότητας και προωθώντας τα προϊόντα τους. Καταναλωμένα στον ελεύθερο χρόνο, υπό την μορφή διασκέδασης, οι ταινίες ως προϊόντα ελάχιστα γνωρίζουν την ανελέητη κριτική που ασκείται σε άλλους κλάδους της οικονομίας π.χ. στις βιομηχανίες αυτοκινήτων ή τροφίμων ή ακόμα και στην μουσική βιομηχανία. Κανένας καταναλωτής –θεατής δεν προειδοποιείται για τις "βλαβερές συνέπειες στην υγεία" κάποιων ταινιών, ούτε επισημάνονται τα "κατασκευαστικά λάθη" των προϊόντων. Δεν αναλύεται το προϊόν –απλώς δημοσιεύεται μια μικρή αξιολόγηση που συνοδεύεται από μία περιγραφή του προϊόντος (η υπόθεση και το ύφος της ταινίας), αυτό που στον αγγλοσαξονικό τύπο περιγράφεται με τον όρο "review". Δεν τοποθετείται στο ευρύτερο πλαίσιο της βιομηχανίας του θεάματος και σπάνια σχολιάζονται οι σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στη ταινία και το ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Κανένα είδους τεστ δοκιμών ή συγκριτικό τεστ προϊόντων δεν συνοδεύει την παρουσίαση μιας ταινίας. Ακόμα και στις περιπτώσεις που αρνητικές κριτικές δημοσιεύονται, η παράπλευρη δημοσιότητα -τα πορτραίτα των ηθοποιών, οι συνεντεύξεις με τους συντελεστές, οι σκηνές αποσπάσματα, τα ρεπορτάζ για την ταινία ή οι μικρές ειδήσεις για τους ηθοποιούς ή τον σκηνοθέτη- που γνωρίζει η ταινία στο ίδιο έντυπο ή μέσο είναι συντριπτική, καθώς εξουδετερώνει την όποια κακή εντύπωση σχηματίσει ο αναγνώστης θεατής. Ο κριτικός λόγος τίθεται κατ' αρχήν σε μία θέση ιδιότυπης ομηρίας, δέσμιος των επιταγών του θεάματος, για να καταλήξει, αργά ή γρήγορα, "μη συμμορφούμενος ως προς τα υποδείξεις", εξόριστος (1). Και στην περίπτωση που ο κριτικός αποδεχτεί τους όρους της αγοράς -γίνει δηλαδή άλλο ένα πιόνι στην σκακιέρα του μάρκετινγκ- θα ανταμειφθεί γενναία: Θα δει το όνομα του στην αφίσα της ταινίας, δίπλα στα ονόματα των σταρ• θα γευτεί λίγη από την εφήμερη λάμψη του θεάματος.
Καθώς η διαφημιστική εκστρατεία για την ταινία (2) –και εδώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι συχνά η προϋπολογισμός της υπερβαίνει τον προϋπολογισμό για την παραγωγή της- και το μάρκετινγκ της, καθίστανται κομβικά σημεία για την αποδοχή (όχι μόνο εισπρακτική) της ταινίας μία μετατόπιση συμβαίνει: Δεν είναι πλέον η σκοτεινή αίθουσα ο τόπος διαμονής της ταινίας, αλλά η αγορά (3). Και μέσα στην αρένα της αγοράς η διαφήμιση της ταινίας είναι εντέλει και μια μορφή  σκηνοθεσία της: επιβάλλει την δημόσια εικόνα της, προσδιορίζει τον τρόπο που η ταινία πρέπει να γίνει αποδεκτή από τους θεατές αλλά και τους κριτικούς, προτείνει τα βασικά σημεία γύρω από τα οποία πρέπει να διεξαχθεί η συζήτηση σχετικά με την ταινία, προκαταλαμβάνει τις αντιρρήσεις, τις ενστάσεις, τις κατηγορίες, προβλέπει ακόμα τις απαντήσεις στις πολεμικές, τα υπερασπιστικά της επιχειρήματα. Η ταινία πριν οδηγηθεί στον στίβο της κατανάλωσης οφείλει να τεθεί στο απυρόβλητο, να είναι "critic proof", απρόσβλητη από τον λόγο της κριτικής. Δεν υπάρχει λοιπόν μόνο μια σκηνοθεσίας της εικόνας σε κάθε ταινία αλλά και μία σκηνοθεσία της υποδοχής της από το κοινό και τους κριτικούς: αυτή η σκηνοθεσία "προθερμαίνει" κοινό και κριτικούς, προετοιμάζει και σ' ένα βαθμό προκαλεί τις συγκινησιακές αντιδράσεις (4) που θα "πρέπει" να έχει ο θεατής. Κανένας θεατής ή κριτικός δεν εισέρχεται στην αίθουσα προβολής με "παρθένο βλέμμα" : η υποψία φωλιάζει στο βλέμμα• ο καθένας γνωρίζει τι θα δει, έχει προετοιμαστεί κατάλληλα για την εμπειρία θέασης. Καθώς η ταινία είναι όλο και περισσότερο ένα τυποποιημένο καταναλωτικό προϊόν, οι εκπλήξεις απαγορεύονται.
Αυτή η ανέξοδη επιχείρηση μάρκετινγκ έχει ασφαλώς τους ενθουσιώδεις υπηρέτες της: δημοσιογράφους σε Lifestyle περιοδικά, τηλεοπτικούς παρουσιαστές, ραδιοφωνικούς παραγωγούς, ακόμα και τους παρουσιαστές των κεντρικών τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων. Κινούμενοι στην επικράτεια της εικόνας, υπήκοοι της αυτοκρατορίας του θεάματος διαμορφώνουν ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο τοποθετείται η κινηματογραφική ταινία: αναζητούν σ’ αυτήν τις άκοπες απολαύσεις και τις ηδονές του παρόντος, εντρυφούν στο προφανές. Η αιτία αυτής της ανιδιοτελούς προσφοράς; Στο σύμπαν της δυστυχίας και της ανίας που δυναστεύει τον χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης, ο κινηματογράφος έχει ένα διττό ρόλο: είναι κατά αρχήν το λαμπερό άλλοθι, μια υπόμνηση ευτυχίας, η οδός διαφυγής από το "θλιβερό παρόν". Παράλληλα είναι και μια απάντηση στην αμηχανία της τηλεόρασης• η πλήρωση του κενού της χρόνου.
Υποκλέπτοντας τις απολαύσεις της σκοτεινής αίθουσας, η οπτική αυτή της ευμένειας και της άκριτης αποδοχής, ορίζει ένα χώρο στα μέσα ενημέρωσης: είναι ο χώρος όπου η "διασκέδαση" και η "ενημέρωση" συγκλίνουν -είναι ο χώρος του infotainment (5). Αυτός o χώρος λειτουργεί εν τέλει ως ένας καθρέφτης: αναπαράγει την λάμψη των εικόνων, φωτίζει το σκοτεινό σύμπαν των μέσων μαζικής ενημέρωσης με το θάμβος της κινηματογραφικής οθόνης. Πλήρης εικόνων –είτε στην μορφή αποσπασμάτων της ταινίας, είτε στην μορφή λαμπερών φωτογραφιών από την ζωή των σταρ, είτε τέλος με τις τελετές βράβευσης- ο τύπος του infotainment αγωνιωδώς αναζητά μια θέση στον βασίλειο του θεάματος: όμως ο ρόλος που η βιομηχανία προβλέπει για τους πιστούς υπηρέτες της είναι πάντα αυτός του γελωτοποιού διασκεδαστή –χωρίς όμως αυτός να έχει το θάρρος (ή το θράσος;) να μπορεί να πει ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός.
Ωστόσο αυτή αναπαραγωγή της γοητείας που ο κινηματογράφος από την γέννηση του διαθέτει, υφαίνεται γύρω από την προφορικότητα, δηλαδή την εκφορά ενός λόγου προφορικού. Αυτός ο λόγος συνίσταται από μια ανάμειξη ετερόκλιτων στοιχείων: αξιολόγηση της ταινίας, κινηματογραφικά νέα, κουτσομπολιά, και όλα αυτά ενταγμένα στο χαλαρό περιβάλλον μιας συζήτησης (6). Σχολιαστικός ή θαυμαστικός ο λόγος του infontainment ασκείται υπό την δυναστεία των Μέσων: είναι η προφορικότητα, που η τηλεόραση και το ραδιόφωνο επέβαλλε, ο κυρίαρχος τρόπος επικοινωνίας. Καθώς διαχέεται στο σύγχρονο τοπίο των Μέσων Επικοινωνίας, ο προφορικός λόγος ενδημεί και στους πιο απρόσιτους τόπους. Μπορούμε να τον βρούμε, κατά έναν παράδοξο τρόπο, ακόμα και στον χώρο των εντύπων: εδώ ο "δημοσιογραφικός" ή "κριτικός" λόγος υπακούει στους νόμους και τους κανόνες της προφορικότητας, αποτελεί την έντυπη καταγραφή ενός προφορικού λόγου. Όμως αυτή η μορφή επικοινωνίας δεν είναι όπως θα περίμενε κανείς αμφίδρομη: δεν έχουμε την δυναμική που χαρακτήριζε την προφορικότητα του αρχαίου κόσμου, δεν έχουμε εδώ τον ανάλογο του προφορικού λόγου που μας έδωσε την Ιλιάδα, την Οδύσσεια, την Πολιτεία του Πλάτωνα.
Απέναντι στον ομιλούντα περί τα κινηματογραφικά δεν υπάρχει ένας συνομιλητής, δεν υπάρχει ένα κοινό ακροατών με δικαίωμα λόγου και παρέμβασης, μία ομάδα ανθρώπων η οποία εν τέλει να συνδιαμορφώνει αυτόν τον λόγο. Ή μάλλον υπάρχει κάποιος: αυτός είναι ο μέσος ακροατής (ή τηλεθεατής). Πρόσωπο φάντασμα, κατασκευασμένο από τα νούμερα ακροαματικότητας ή θεαματικότητας, γέννημα θρέμμα της στατιστικής, ο μέσος θεατής είναι ένας προνομιούχος συνομιλητής: χωρίς φωνή και χωρίς λόγο ακούει και βλέπει. Η μόνη του απαίτηση, σύμφωνα με τους "υπηρέτες" του, τα ενδιαφέροντά του να προβλέπονται, οι ανάγκές του να προκαταλαμβάνονται. Η αισθητική αυτού του φανταστικού προσώπου είναι μια αισθητική του μέσου όρου -και είναι αυτήν την αισθητική που καλούνται να υπηρετήσουν οι "υπηρέτες" του. Επιβάλλοντας την κοινοτυπία, ως το κύριο χαρακτηριστικό του προφορικού λόγου για τον κινηματογράφο, αυτό το πρόσωπο έγινε και ο αποδιοπομπαίος του τράγος, ένα καλό άλλοθι για την έκπτωση της κριτικής: αυτός είναι ο υπεύθυνος για την απαξίωση του κριτικού λόγου, αφού όλες οι ανάγκες του αρχίζουν και τελειώνουν στην επικράτεια του infotainment. Εύκολα κανείς αντιλαμβάνεται που οδηγεί αυτή η στάση της κολακείας του μέσου όρου: η ακρισία γίνεται η αδελφή της κοινοτυπίας, η καθαρότητα του βλέμματος χάνεται και ο προφορικός λόγος γρήγορα γίνεται κενός περιεχομένου. Αρεστός στον φανταστικό αποδέκτή του, είναι πλέον ένας λόγος συνοδευτικός των εικόνων ("μια φωτογραφία είναι χίλιες λέξεις" άρα ο κριτικός λόγος δεν έχει λόγο ύπαρξης), ένας λόγος που πρέπει να δημιουργεί στον θεατή ή ακροατή την ψευδαίσθηση της ανθρώπινης επαφής (καταναλώνοντας τις εικόνες ή τους ήχους δεν πρέπει να αισθάνεται μόνος).
Σ' αυτό το ομιχλώδες τοπίο μόνο μια οδός διαφυγής υπάρχει: Η βάσανος της ενδοσκόπησης και του στοχασμού, αλλά και η μαρτυρία της γραφής είναι η μόνη διέξοδος. Είναι η επαναφορά του γραπτού λόγου, στο προσκήνιο, μια χειρονομία που διαλύει τα φαντάσματα του μάρκετινγκ και της διαφήμισης, που απομακρύνει τους δαίμονες της αγοράς. Και όπως είναι προφανές αυτός ο κριτικός λόγος δεν μπορεί αντιμετωπίζει την ταινία ως ένα άλλο ένα προϊόν που διαγκωνίζεται στον στίβο της αγοράς, αλλά ως μια μορφή τέχνης που κατοικεί στην σκοτεινή αίθουσα προβολής (και όχι στην φωτεινή οθόνη της τηλεόρασης). Αντιπαραθέτει στην ψευδή κοινωνικότητα του προφορικού λόγου, την μοναξιά της γραφής• στην ακρισία και την κοινοτυπία τον στοχασμός και την ανάλυση. Χαμηλών τόνων, ο κριτικός λόγος που διακονεί την γραφή οφείλει να προσπερνά την λατρεία του θεάματος, και να αποστρέφεται το κραυγαλέο και το επιφανειακό• οφείλει να αποκαλύπτει την καθαρή και ανεξαργύρωτη αλήθεια της ταινίας, να εμμένει στο ουσιώδες• να θέτει την ταινία στο διάκενο τον λέξεων και των γραμμών, έναν χώρο πολύ πιο ευρύχωρο από τα ευρηματικά ρεπορτάζ των δελτίων ειδήσεων ή τις λαμπερές σελίδες των lifestyle περιοδικών. Δίνοντας λιγότερο βάρος στην αξιολόγηση (το φάντασμα του υποκειμενισμού πλανάται πάντα πάνω από την κριτική) να εμμένει στα ζητήματα αισθητικής που η ταινία θέτει: να αναλύει το πως και το γιατί της ταινίας, το raison d' etre της.
Δημιουργημένος στον νεκρό χρόνο που ακολουθεί την προβολή της ταινίας, ο γραπτός λόγος για τον κινηματογράφο καλείται να προσληφθεί από τον θεατή αναγνώστη στον επίσης νεκρό χρόνο της ανάγνωσης. Καλείται δηλαδή το κριτικό κείμενο να γίνει ο τόπος μιας συνάντησης ανάμεσα σε δύο πρόσωπα -τον συγγραφέα και τον αναγνώστη θεατή• σ' αυτήν την συνάντηση ο λόγος δεν εκφέρεται αλλά υποβάλλεται. Είναι η γραφή και η κριτική σκέψη ο μόνος τρόπος για να διασωθεί, μέσα στην ρωμαϊκή αρένα της αγοράς και τους θεάματος, το πρόσωπο και ο λόγος -του αναγνώστη, του σκηνοθέτη, του κριτικού. Πέρα απ' όλα όμως ο κριτικός λόγος οφείλει να είναι ένας λόγος διάστικτος από την αισθητική συγκίνηση που προκαλεί η ταινία• να συλλαμβάνει κάτι από το κρυφό της νόημα • να μιλά για "τις πιο κρυφές μας σκέψεις"• να καταγράφει κάτι από το άρρητο της εμπειρίας που συνιστά η παρακολούθηση μιας ταινίας μέσα στην σκοτεινή αίθουσα.

Δημήτρης Μπάμπας

1   Θα λοιδωρηθεί ακόμα και θα απειληθεί. Είναι ενδεικτική η περίπτωση του κριτικού των Los Angeles Times, Ken Turan που τόλμησε να αμφισβητήσει την απόλυτη κυριαρχία της ταινίας Titanic. Ο σκηνοθέτης της James Cameron απαίτησε την απόλυση του.
2  Δεν αναφερόμαστε μόνο στο σύνηθες διαφημιστικό υλικό –τις αφίσες ή τα trailer-, αλλά και στις έτοιμες προκάτ συνεντεύξεις που μοιράζονται στα τηλεοπτικά κανάλια, καθώς επίσης και τα ντοκιμαντέρ του είδους "making of…". Ένα επιπλέον διαφημιστικό μέσο είναι και τα press kit ή τα production notes, τα οποία, με πρόφαση την δημοσιογραφική διευκόλυνση, κατευθύνουν τον δημοσιογραφικό και κριτικό λόγο.
3  Υπ' αυτό το πρίσμα και τα θεωρητικά εφόδια που έχει ένας κριτικός χρειάζονται αναβάθμιση και προσαρμογή στις νέες συνθήκες: γνώσεις οικονομίας και μάρκετινγκ πρέπει να προστεθούν στο θεωρητικό του οπλοστάσιο.
4  Αλλά και τις οικονομικές αντιδράσεις του θεατή μετά τον προβολή της ταινίας. Αυτή η "σκηνοθεσία της υποδοχής" εκτείνεται και στα επέκεινα της προβολής, καθώς καλεί τον θεατή να αναβιώσει τον μύθο μέσα από την κατανάλωση προϊόντων που φέρουν το σήμα της ταινίας.
5  Infotainment: ο όρος -που προκύπτει από τις αγγλικές λέξεις information (πληροφορία) και entertainment (διασκέδαση)- χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια τηλεοπτική εκπομπή που αποτελεί ανάμειξη, δημοσιογραφικών νέων και θεμάτων που αναφέρονται στον χώρο της διασκέδασης (μουσική, κινηματογράφος, θέατρο) με την μορφή συνεντεύξεων, σχολίων και κριτικών (reviews). Αυτής της μορφής η εκπομπή καλείται επίσης και docutainment
6  Τυπικό παράδειγμα υπήρξε το τηλεοπτικό σώου των Siskel & Ebert στην αμερικάνικη τηλεόραση.