του Martin Rejtman (*)
kypros.jpg

Αν γυρίζεις ταινίες και αν είσαι αρκετά τυχερός ώστε αυτές να προβάλλονται σε φεστιβάλ, τότε μπορείς να ταξιδεύεις σ΄ όλη την υφήλιο πηγαίνοντας με την ταινία σου από το ένα φεστιβάλ στο άλλο. Είναι μία μεγάλη ευκαιρία - όχι μόνο για να κάνεις όνομα - κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό για όλους εμάς που είμαστε εκτός του κυρίου ρεύματος -αλλά και γιατί ανακαλύπτεις άλλες ανεξάρτητες ταινίες και αντιλαμβάνεσαι ότι δεν είσαι μόνος.
Ακολούθησα αυτή την οδό των προσκυνητών και γνώρισα συναδέλφους σκηνοθέτες στην Ταϊβάν, την Νότια Κορέα, την Ιαπωνία και το Ιράν. Στο Βερολίνο, στη Ναντ, στο Ρότερνταμ και στο Sundance, έγινα μάρτυρας ενός νέου δυναμικού ρεύματος ταινιών που προέρχονται από την Ασία το οποίο συνέπιπτε με την αναβίωση του κινηματογράφου της Λατινικής Αμερικής.
Δεν υπάρχει σ' αυτές τις ταινίες ένα μόνο θέμα ή ένα μοναδικό ύφος. Κάθε ταινία είναι διαφορετική - όμως όλες έχουν ως πρόθεση την απεικόνιση της αληθινής ζωής και όλες έχουν γίνει με οικονομικά μέσα, ανάξια λόγου.
Γύρισα μία από τις ταινίες μου, το Rapado, με μια επιχορήγηση από το Φεστιβάλ του Ρότερνταμ, που μου δόθηκε για να γράψω μία περίληψη σεναρίου. Τα χρήματα που στην Ευρώπη πληρώνονται για την σύνοψη ενός σεναρίου, μπορούν να χρηματοδοτήσουν μια ολόκληρη ταινία μεγάλου μήκους στην Αργεντινή. Το να μην έχεις χρήματα δεν είναι προσόν -όμως σε εξαναγκάζει να εστιάσει τον νου σου και σε αναγκάζει να ψάξεις για αφηγηματικές λύσεις που να ταιριάζουν στον προϋπολογισμό σου.
Γιαπωνέζοι σκηνοθέτες συμφωνούν με τους Νοτιαμερικανούς ότι οι κινηματογραφικές σχολές θα έπρεπε να είναι φυτώριο σκηνοθετών και τεχνικών, και επίσης να είναι ένας δρόμος για να μπει κάποιος στο επάγγελμα. Το Μπουένος Άιρες τώρα έχει πάνω από 15 κινηματογραφικές σχολές - μια υπερβολή που το μόνο που μπορεί να προκαλέσει είναι να εμπνεύσει τους ανθρώπους να κάνουν ταινίες.
Έχει ο δυτικός κινηματογράφος χάσει το δρόμο του; Ίσως, όμως ακόμα υπάρχουν κάποιοι σπουδαίοι σκηνοθέτες. Ταινίες που γυρίζονται στις αναπτυγμένες χώρες αυτή την εποχή κάνουν τους θεατές να ασφυκτιούν με τις πολυχρησιμοποιημένες πλοκές και τις εύκολες εικόνες που προέροχονται από την πανταχού παρούσα τηλεόραση. Στο Ιράν μπορείς ακόμα να ασχοληθείς, μ' ένα θέμα, μ' ένα πρωτότυπο και αθώο τρόπο, και να κινηματογραφήσεις κάτι με την αίσθηση ότι το δείχνεις, για πρώτη φορά, στην οθόνη. Ο Ιρανικός κινηματογράφος είναι γεμάτος μ ' αυτά τα "για πρώτη φορά" στοιχεία, και είναι αυτό που του δίδει δύναμη. Οι κινηματογραφιστές στην Ταϊβάν δουλεύουν κάτω από δύσκολες συνθήκες, ωστόσο έχουν και αυτοί επίσης κατορθώσει να εισχωρήσουν στο πυρήνα, αναδιφώντας στο παρελθόν της χώρας τους και ρίχνοντας φως σε μια κοινωνία, η οποία ορισμένες φορές αμφιβάλει για την ίδια την ύπαρξη της. Δεν μπορείς να πεις το ίδιο και για την Γιαπωνέζικη κινηματογραφική βιομηχανία, η οποία έχει ένα ένδοξο παρελθόν και τώρα ανταγωνίζεται τον ταχέως διογκούμενο οπτικό ακουστικό σύμπαν των τηλεοπτικών καναλιών και των βιντεοπαιχνιδιών. Εκεί δεν υπάρχει χώρος για αθωότητα, μόνον για τη δεξιοτεχνική, ευφυή και ανατρεπτική χρήση των τρεχουσών δομών. Σκηνοθέτες από την Ιαπωνία και το Χονγκ - Κονγκ δανείζονται τετριμμένες τεχνικές από τη διαφήμιση και το βίντεο για να αφηγηθούν ιστορίες και να δώσουν ζωή σε διαφορετικά συναισθήματα.
Αυτή η άνοδος "νέων κυμάτων" ίσως έχει σχέση με την γενική κατάρρευση ή εξαφάνιση των κυβερνητικών μηχανισμών για την χρηματοδότηση ταινιών. Εκτός από τις Η.Π.Α. όπου τέτοιου είδους βοήθεια δεν είναι αναγκαία, στις περισσότερες χώρες η κυβερνητική βοήθεια στις τοπικές κινηματογραφικές βιομηχανίες έχει εκμηδενιστεί. Οι μηχανισμοί που απομένουν έχουν παραμείνει αδρανείς, με το χρήματα να πηγαίνουν σχεδόν πάντα στα ίδια πρόσωπα. Θα ήταν τρομερό αν τώρα οι κυβερνήσεις υποστήριζαν κάτι που έχει ξεκινήσει να ανθίζει σε πολλά μέρη της υφηλίου. Η έλλειψη κρατικής υποστήριξης ίσως ήταν αυτή που επέτρεψε την ανάδειξη μιας νέας τάσης. Είναι η τάση των νέων παραγώγων, ατόμων και ιδρυμάτων που δουλεύουν χωρίς καμιά εθνική υποστήριξη. Είναι μια άλλη μορφή παγκοσμιοποίησης, που στοχεύει σε σχέδια για ταινίες, οι οποίες ικανοποιούν συγκεκριμένες ανάγκες και επιθυμίες, φέρνοντας κοντά ανθρώπους που μοιράζονται μία αγάπη για ένα συγκεκριμένο είδος κινηματογράφου και μία επιθυμία να δουν κάτι διαφορετικό από αυτό που τους σερβίρουν γιγάντια δίκτυα διανομής.

* Ο Martin Rejtman (σκηνοθέτης της ταινίας Σίλβια Πριέτο/ Silvia Prieto), καταγράφει στο παρακάτω κείμενο τις εντυπώσεις του από τα Φεστιβάλ, ανά τον κόσμο, που παρακολούθησε συνοδεύοντας την ταινία του. Οι παρατηρήσεις του έχουν ιδιαίτερη σημασία για έναν θεατή του 42ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: είναι ένας "εκ των έσω λόγος" για τα φεστιβάλ και τον παγκόσμιο κινηματογράφο.

(κείμενο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της UNESCO, Courier, Οκτώβριος 2000. Απόδοση Δημήτρης Μπάμπας)