του Cyril Aris
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_dancing-on-the-edge-of-the-volcano.jpg

Στη Βηρυτό του 2020 η έκρηξη του λιμανιού καταστρέφει ένα μεγάλο μέρος της λιβανέζικης πρωτεύουσας, διαλύοντας όχι μόνο τα σπίτια και τις ζωές, αλλά και τις μελλοντικές ελπίδες των ανθρώπων. Η καθημερινότητα γίνεται χάος μη διαχειρίσιμο, η λιβανέζικη λίρα τελεί σε ελεύθερη πτώση, το ηλεκτρικό κάνει διακοπές, τα παιδιά τρομοκρατούνται με κάθε θόρυβο και πολλοί κάτοικοι θυμωμένοι κι απελπισμένοι μαζί αναρωτιόνται μήπως έχει τελειώσει αυτή η χώρα. Κι όμως μια παρέα καλλιτεχνών και το συνεργείο τους επιμένουν πως θα κάνουν ταινία. Και συνεχίζουν τα το προσπαθούν ακόμα κι όταν οι περιορισμοί του κορονοϊού ροκανίζουν σαν τρωκτικά το ήδη πενιχρό μπάτζετ της παραγωγής, κινδυνεύοντας να θέσουν εκτός τις ξένες εταιρείες παραγωγής που θέλουν να βοηθήσουν και να συμμετάσχουν. Και δεν το βάζουν κάτω, ούτε όταν οι αρχές παρά τις υποσχέσεις τους, κρατάνε δέσμιο έναν απ’ τους βασικούς τους ηθοποιούς, έναν Παλαιστίνιο κάτοικο Ισραήλ, που διέσχισε μια σειρά από χώρες για να έρθει. Τι είδους πείσμα είναι λοιπόν αυτό, που κάνει μια ομάδα ανθρώπων να αναρωτιέται καθημερινά αν πρέπει να εγκαταλείψει τη χώρα τρέχοντας, αλλά συνεχίζει να γυρνά την ταινία;
Απ’ όλα τα συναισθήματα που αποπνέει το δυναμικό και βραβευμένο με ειδική μνεία στο Φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι, Dancing on the edge of a volcano, του Cyril Aris, αυτό που διαπερνά την οθόνη συνεχώς, και συντροφεύει το θεατή σ’ όλη του τη διάρκεια, είναι η αδάμαστη ζωντάνια και ζωτικότητα που αποπνέει κάθε του πλάνο κι εγκιβωτισμένη ιστορία. Ο πέρα για πέρα αυθεντικός κι ειλικρινής τρόπος που το ντοκιμαντέρ αυτό «παίζει» και με τα μυθοπλαστικά στοιχεία για να αποδώσει κινηματογραφικά το δίλημμα παραίτηση ή επιμονή, τις αμφιταλαντεύσεις των πρωταγωνιστών και την αντίθεση πόλη-φύση, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο πώς οι δημιουργοί, παρά τα περιορισμένα μέσα τους ή ίσως χάρη σ’ αυτά, κατορθώνουν να πραγματευτούν και να αναδείξουν το αρνητικό και την απελπισία όχι ως κάτι το αήττητο, αλλά ως μέρος της ζωής και της καλλιτεχνικής δημιουργίας της οποίας γίνονται κι οι ίδιοι συνεχώς μέρος. Η ταινία μεταμορφώνεται έτσι σε πράξη αντίστασης και σε νόημα που ξαναβρέθηκε και προσφέρεται καλλιτεχνικά μεταβολισμένο στο θεατή, μέσα από μια αφήγηση που δεν κάνει άρνηση στα δύσκολα, αλλά ζυμώνεται και συμπορεύεται μαζί τους, χορεύοντας θαρραλέα τριγύρω και πάνω τους, με χιούμορ και χαρά ή με στενοχώρια και πίκρα, αλλά πάντα σαν μια άμεση, ολόψυχη και συνεχής κατάφαση στη ζωή που όσο άσχημα κι αν είναι τα πράγματα δεν χάνει ποτέ σε αξία.
«Οι μόνοι άνθρωποι που υπάρχουν για μένα» λέει στο Δρόμο ο Κέρουακ «είναι οι τρελοί, αυτοί που τρελαίνονται να ζήσουν, τρελαίνονται να μιλήσουν, τρελαίνονται να σωθούν (…) κι όσοι τους βλέπουν κάνουν: Αααα!!!! με θαυμασμό». Κι αυτή είναι περίπου η αίσθηση που νοιώθει κανείς όταν δει την ταινία.

Kalrovy Vary 2023