των Anna Cady & Emily Cooper
(ένα κείμενο της Ελίζας Σικαλοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1920_30-women-and-politics-in-sierra-leone.jpg

Όλες την ίδια ιστορία έχουμε
– Franca Rame

Δε ντρέπομαι για τη φτώχεια μου, γιατί δεν είναι κάτι που αντιβαίνει στην αξιοπιστία μου.”
– Salematu, ακτιβίστρια και πρωταγωνίστρια του ντοκιμαντέρ

Κάπου, στο δυτικό τμήμα της ξεχασμένης ηπείρου, μια κάμερα ακολουθεί τις δραματικές και λυτρωτικές αφηγήσεις των Bernadette, Barbara και Salematu, τριών πολιτικών και ακτιβιστριών από τη Σιέρα Λεόνε, που αγωνίζονται ενάντια στην πατριαρχία για τη θέσπιση νόμου περί της ποσόστωσης του 30% γυναικείας παρουσίας στο τοπικό Κοινοβούλιο. Παραδομένοι στην ουσία αυτής της κίνησης, ακολουθούμε το νήμα της δίψας για ελευθερία στη γλώσσα τους, όσο συμπλέκεται σα γλωσσοδέτης με τα ερμητικά μετεμφυλιακά τραύματα και τη βαθύτερη ρίζα των κοινωνικών σημασιών που επιβιώνουν με θηλυκό αίμα. Στο δρόμο για τη συνάντηση “κορυφής” των τριών πρωταγωνιστριών, η κάμερα μπαίνει μαζί τους στο αυτοκίνητο και διαγράφει μια σιωπηλή ιστορική πορεία, περιγράφοντας, όσο ο οδηγός επιταχύνει, τη συνολική εμπειρία της αφρικανικής πραγματικότητας: την υπανάπτυξη, την ανέχεια, το συνωστισμό, τα παιδιά στους δρόμους, την πολυχρωμία, τις ζωντανές αντιφάσεις.
Ως ελπιδοφόρο θραύσμα ρητορικής στο σύγχρονο δημόσιο λόγο περί φεμινισμού εντός και εκτός βουλής ή ως ικεσία σε έναν ιδιάζοντα φορμαλισμό, το εκκεντρικό και συμπαγές animation των Anna Cady και Emily Cooper ζωντανεύει τις μνήμες του πολέμου σε ψηφία χρωμάτων, κινήσεων και εναλλαγών. Ένα συνεχές παιχνίδι με τη φόρμα και μια διαρκής αλλαγή τόνου συστήνεται μέσω της ταύτισης ζωγραφικού και κινηματογραφικού κάδρου, με τη μετάβαση από live action σε ροτοσκοπικό animation στα flashbacks των ηρωίδων. Τελικά, το κινηματογραφικό σχέδιο αποκτά τη μέγιστη ρευστότητα: η ιμπρεσιονιστικής σύλληψης ζωγραφική με λάδια αποτυπώνεται σε ένα μοντάζ που λιώνει και μεταμορφώνει τα πρόσωπα, διαταράσσει τις χρονικότητες και συνδέει ετερόκλητα πεδία.
Ο πρόσφατος Εμφύλιος στη Σιέρα Λεόνε (1991-2002) οργανώνεται μέσα σε ένα ανοιχτό κάδρο μέσα στο κάδρο, όπου στο μαύρο της οθόνης στο establishing shot εισβάλλουν βίαια οι αποχρώσεις της φρίκης: το κόκκινο για τη συμβολοποίηση του αίματος, τα χτυπητά κίτρινα ως οπτικές ενισχύσεις των πυροβολισμών που κορυφώνονται στον ήχο, καθώς και αδρές πινελιές από ένα ιξώδες άσπρο που εγγράφει ρυθμικά τις κινήσεις των στρατιωτών και τη βεβαιότητα της απώλειας πολύτιμων ζωντανών πόρων στον διαρκή αγώνα για ζωή, όπου η γυναίκα δεν βρίσκει την εγγενή της θέση, όσο επιτακτική κι αν είναι η αναδιαμόρφωση της συλλογικής πραγματικότητας.
Στον εμφύλιο του ’91 και, σε μικρότερες κλίμακες, στα τοπικά πραξικοπήματα, οι γυναίκες υποβλήθηκαν στην απώλεια της αξιοπρέπειάς τους κυρίως μέσω της προσβολής προς το σώμα (ξυλοδαρμοί, βιασμοί, πορνεία), γεγονός που οδήγησε στην αναγκαιότητα για επαναφορά του έμφυλου ζητήματος στο προσκήνιο της μεταπολεμικής αναμόρφωσης, παρά τη γενικευμένη υποτίμηση του γυναικείου στάτους και τις αναδιπλώσεις της πατριαρχίας. Η δουλικότητα, η καθημερινή υπενθύμιση της επιτελεστικότητας και η κρατική βία είναι πρωτοταγή ζητήματα προς επίλυση ακόμη και σήμερα. Βαθμιαία, σαν επάλληλες χρωματικές στρώσεις, οι διακλαδώσεις της ταξικής και έμφυλης βίας φανερώνουν τα μονοπάτια τους, όσο οι γυναίκες, σταθερά στο πολιτικό περιθώριο, απειλούνται με απαγωγή – ακόμη και με όπλα μέσα στη βουλή- ή διαγράφονται αν τολμήσουν να πολιτευτούν, αντικειμενοποιούνται, περιορίζονται στη σφαίρα του ιδιωτικού βίου για να εκπληρώσουν τους κατεστημένους ρόλους της μητέρας και συζύγου και παρόλ’ αυτά συνεχίζουν να διεκδικούν ορατότητα σε όλα τα ζητήματα που παραδοσιακά αποτελούν αιτία για τις παρούσες διεκδικήσεις!
Η δυναμική εστίαση στους κόλπους του γυναικείου ζητήματος σχηματοποιείται με ένα όμορφο dissolve προς το τέλος του φιλμ και με το ακόλουθο πέρασμα σε ζωγραφικό σκίτσο των κινούμενων, ανοιχτών χεριών τους όσο εκθέτουν την υποεκπροσώπησή τους στα θεσμικά όργανα και τα πολιτικά αξιώματα στα οποία η παρουσία τους θα ήταν απαραίτητο συμπλήρωμα της ανδρικής προσπάθειας, αφού οι στοχεύσεις για μια  προοδευτική, ανοιχτή κοινωνία είναι διαφυλετικές. Οι ηρωίδες ζητούν την υπέρβαση των πολιτικών και θρησκευτικών αγκυλώσεων, καθώς οι προλήψεις και ο μυστικισμός καταργούνται στον κόσμο της απομάγευσης και, κατά συνέπεια, με αυτό τον τρόπο ελπίζουν και στην απομυθοποίηση της πολιτικής.
Η θεωρητικός του φύλου Hussainatu Abdullah δηλώνει ενθαρρυντικά ότι “ο συνασπισμός από γυναίκες βουλευτές, εργαζόμενες σε ΜΚΟ και ακτιβίστριες στη συντονισμένη προσπάθεια να υποστηριχθεί η γυναικεία πρόσβαση στα πολιτικά αξιώματα προσέφερε ευκαιρίες για πολιτική ενδυνάμωση όπου οι συμβατικές διέξοδοι,  όπως τα πολιτικά κόμματα, στάθηκαν απαγορευτικές.” Κι όμως, το ηλεκτρισμένο πολιτικό παρελθόν και οι πάσης φύσεως αταβισμοί υπερθεματίζουν την ανάγκη για ενεργό γυναικεία συμμετοχή και αποχρωματισμό του ανδροκεντρισμού στην πολιτική εδώ και τώρα. Η αποκατάσταση του φυσικού δε μπορεί παρά να συντελεστεί πάνω στα συντρίμμια του παλιού κόσμου, σα μια αυθόρμητη πράξη που αποδίδεται ισόποσα, χωρίς περιττή διαπραγμάτευση (που πάντα υποκρύπτει τη βία της μίας πλευράς) και στα δύο φύλα. Σαν ένα σφύριγμα στα χείλη μιας γυναίκας. “Εγώ απλώς σφυρίζω. Μ’ αρέσει να σφυρίζω.