του David Michôd
the-rover.jpg

Περιπετειώδης ταινία δρόμου, που διαδραματίζεται στην αυστραλιανή ήπειρο, η ταινία είναι και ένας στοχασμός για την αποτρόπαια πράξη του φόνου.
Στην έρημο της Αυστραλίας, 10 χρόνια μετά την κατάρρευση. Μια ομάδα ληστών κλέβει ένα αυτοκίνητο. Ο ιδιοκτήτης του, οργισμένος, καταδιώκει τους ληστές. Κατά την διάρκεια της καταδίωξης, έχει ως απροσδόκητο σύμμαχο τον τραυματισμένο αδελφό ενός εκ των ληστών. Στην μακρά διαδρομή μέχρι το κρησφύγετο των ληστών συναντούν μια χώρα σε κατάσταση παρακμής και εξαθλίωσης.
Αν και η ταινία σε μια πρώτη προσέγγιση δείχνει γεμάτη αναφορές σ’ ένα ευρύ και πλούσιο κινηματογραφικό παρελθόν, που εκτείνεται από την ταινία “Reservoir Dogs” και φτάνει μέχρι τη σειρά Mad Max, είναι ωστόσο η σχέση της με την παράδοση του western που φαίνεται ότι κυριαρχεί. Δεν είναι μόνο γιατί ο ήρωας της έτσι όπως είναι σχεδιασμένος είναι μια ευθεία αναφορά στον «Άνθρωπο δίχως όνομα» που υποδύθηκε ο Clint Eastwood στις ταινίες του Sergio Leone (και όχι μόνο). Ούτε γιατί το τοπίο της αυστραλιανής ερήμου είναι κεντρικό για τη δραματική πλοκή, με τον ίδιο τρόπο που ήταν στις κλασικές ταινίες western. Είναι κυρίως γιατί σ’ αυτήν την ταινία θα συναντήσουμε ένα είδος λόγου που αναφέρεται στα της ύπαρξης, και ο οποίος είναι τόσο κοινός σε western της «ύστερης εποχής», της δεκαετίας του 60, όπως αυτά που γύρισε ο Jack Nicholson με σκηνοθέτη τον Monte Hellman.(The Shooting, Ride in the Whirlwind).
Αν και η ταινία ξεκινά ως μια τυπική περιπέτεια δρόμου γρήγορα εκτροχιάζεται. Οι κλέφτες και οι διώκτες τους, ο οργισμένος ήρωας και η εκδίκηση- τιμωρία , η περιπλάνηση στην αχανή αυστραλιανή έρημο ως ένας τρόπος για να χάσεις τον εαυτό σου, η σχέση ανάμεσα σε δύο άνδρες -ο ένας φιγούρα πατρική και ο άλλος που αποζητά την προστασία (τον υποδύεται ο Robert Pattinson)-, η ανδρική φιλία που οικοδομείται, και τέλος η αναίτια βία, η αναιτιολόγητη πράξη του φόνου. Καθώς το ταξίδι των δύο ηρώων προχωρά, καθώς εισχωρούν όλο και βαθύτερα μέσα στην αυστραλιανή έρημο, αντιμετωπίζοντας την εχθρότητα και την επιθετικότητα των άλλων, η ταινία φαίνεται σιγά –σιγά να μετατοπίζεται και να αλλάζει κατεύθυνση και χαρακτήρα. Στο τέλος, αντικείμενο της αναζήτησης δεν είναι οι κλέφτες και η τιμωρία τους, αλλά οι καταγωγές της βίας και του φόνου.
Η αφήγηση έχει κυρίως στο κέντρο τον μοναχικό περιπλανητή (τον υποδύεται Guy Pearce), συχνά όμως εστιάζει στο πρόσωπο του ακόλουθού του. Καθώς ο νεαρός θητεύει δίπλα στον κεντρικό χαρακτήρα, μέσα από αυτήν τη μετατόπιση στην εστίαση, αναδεικνύει έτσι σιγά –σιγά το κέντρο βάρους της ταινίας: Είναι η πράξη του Κάιν και οι βαριές συνέπειες της, στην οποία μυείται ο νεαρός ήρωας, ο πυρήνα της δραματικής πλοκής. Μυητικό ταξίδι, λοιπόν, στην πράξη του φόνου, για τον νεαρό ήρωα; Ή ταξίδι συνάντησης με μια «αδελφή ψυχή» για τον μοναχικό περιπλανητή; Ό,τι και να ‘ναι οι δύο δολοφόνοι θα συναντήσουν στην έρημο τον «σκοτεινό» τους εαυτό. Και εκεί θα κληθούν να σηκώσουν το αβάσταχτό βάρος των κριμάτων τους, να έρθουν, αργά ή γρήγορα, αντιμέτωποι με τις ερινύες τους.

Δημήτρης Μπάμπας