(Κορύνες)
της Ana Poliak
(οι δηλώσεις της σκηνοθέτιδας)
 

ΜΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΑΝΑΜΝΗΣΗ
Όταν ήμουν μικρή, συνήθιζα να πηγαίνω για μπόουλιγκ κατά την διάρκεια των διακοπών. Τότε ήταν η πρώτη φορά που είχα την αίσθηση ότι δεν είμαστε όλοι ίσοι. Θυμάμαι ότι ενώ έβγαζα τα παπούτσια μου για να φορέσω τα ειδικά που χρειάζονται για τους διαδρόμους του μπόουλιγκ, μπορούσα να δω πίσω από τους τοίχους του διαδρόμου όπου υπήρχαν παιδιά στην ηλικία μου, γυμνά από την μέση και πάνω τα οποία εργαζόταν πολύ, πολύ σκληρά. Δεν μπορούσα να κατανοήσω την κατάσταση. Ήξερα ότι δεν έπαιζαν, όμως δεν αντιλαμβανόμουν ότι υπέφεραν. Καθώς έπαιζα δεν μπορούσα να βγάλω αυτή την εικόνα από τον μυαλό μου. Κατά την διάρκεια του αγώνα συγκέντρωνα την προσοχή μου στα πόδια και στα χέρια των παιδιών και αισθανόμουν ότι στη άλλη πλευρά του τοίχου ήταν ένα άλλος κόσμος παράλληλος του δικού μου, τον οποίο δεν μπορούσα να κατανοήσω. Ξεκίνησα από αυτή την ιδέα για να κάνω την ταινία.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
(…)Οι χαρακτήρες της ταινίας προέρχονται από τη ύπαιθρο και κατά κάποιο τρόπο είναι μόνοι στην πόλη. Στην σχέση τους υπάρχει μια αίσθηση αμοιβαίας αφιέρωσης του ενός στον άλλο: ο ένας ενθαρρύνει τον άλλον. Από την άλλη ήθελα να δώσω έμφαση στις διαφορές που υπάρχουν σε δύο ζωές που διασταυρώνονται, γιατί ο ήρωας δουλεύει την νύχτα και αυτή, όπως όλοι οι άνθρωποι, εργάζεται κατά την διάρκεια της μέρας. Με το ζόρι συναντιούνται λίγα λεπτά το πρωί. Και αυτές οι στιγμές ανθρώπινης ζεστασιάς είναι πρακτικά ότι έχουν.
(…) Δεν δουλεύω μ’ ένα εκ των προτέρων καθορισμένο σενάριο: παρακινούμαι κατά την διάρκεια των γυρισμάτων και προσπαθήσω να κατανοήσω τους ανθρώπους που βρίσκονται στις ιστορίες μου.
(…) Κανένας από τους ηθοποιούς δεν είναι επαγγελματίας. Ο πρωταγωνιστής εργάζεται ως σκηνογράφος σε ταινίες και το κορίτσι που υποδύεται την εξαδέλφη είναι η αληθινή του εξαδέλφη. Τα παιδιά με τις κορύνες στην πραγματικότητα κάνουν αυτή την δουλειά. Κατά την διάρκεια των γυρισμάτων μίλησα μαζί τους και μάζεψα βιογραφικό υλικό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, λεπτομέρειες από τον ένα χαρακτήρα μεταφέρθηκαν σ’ ένα άλλο. Για παράδειγμα χαρακτηριστικά του πρωταγωνιστή δόθηκαν στη εξαδέλφη του.

ΤΟ ΦΩΣ
Μεταξύ άλλων, σ’ αυτή την ταινία, ήθελα να μιλήσω για το φως στις δύο ουσίες αυτού του σύμπαντος: Το φως του ήλιου και το εσωτερικό φως ενός ανθρώπου. Ήθελα να δείξω ένα χαρακτήρα που έχει εσωτερικό φως για να δείξω πόσο ένα ανθρώπινο ον μπορεί να πιεστεί σε μια δουλειά και πόσο μπορεί να αντισταθεί χάρις στο δικό του φως. Αυτά είναι ερωτήματα για τα οποία δεν έχω καμιά απάντηση.
(…) Ήθελα ο κεντρικός χαρακτήρας να ‘ναι σχεδόν βουβός για να λειτουργεί ως ένας καθρέπτης: ενός χαρακτήρας που μέσα από το δικό του φως είναι πρόθυμος να ακούσει τους άλλους, στους οποίους ξυπνά την ανάγκη για να μιλήσουν και να αφηγηθούν τις ζωές τους. Είναι περίεργος για το τι κρατούν μέσα τους οι άλλοι.

ΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ
(…)Όταν γυρίζω την ταινία αισθάνομαι την μεγαλύτερη ευτυχία, μια απόλυτη ολοκλήρωση. Και αυτό γιατί αυτοσχεδιάζω, καθώς τα γυρίσματα προχωρούν και δεν κολλάω με κανένα σενάριο. Αν κάτι πάει στραβά, κατά την διάρκεια των γυρισμάτων, αν κάτι καταρρεύσει, έχω την αίσθηση ότι αυτό συμβαίνει γιατί μπροστά μου υπάρχει κάτι καλύτερο. Αν κάτι χαθεί, είμαι σίγουρος ότι θα βρω κάτι καλύτερο στην θέση του. Μετά έρχεται το μοντάζ, που επίσης για μένα είναι μια ευτυχισμένη φάση, αν και είναι λίγο εκνευριστικό, αφού δεν έχουμε σενάριο και θα πρέπει να δώσουμε στην ταινία μια δομή. Μετά έρχεται η τελευταία φάση στην παραγωγή, που είναι ολοκληρωτικά καταθλιπτική, γιατί σ’ αυτήν πρέπει να βρω χρήματα για να τελειώσω την παραγωγή, να κλείσω συμφωνίες, να πάω στα εργαστήρια κ.λπ.

ΕΝΑΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
(…) Η προηγούμενη ταινία μου (La fe del volcán) ήταν σκοτεινότερη και προκαλούσε σύγχυση στον θεατή. Η τελευταία μου είναι μια προσπάθεια να κάνω μια ταινία που να’ ναι απλούστερη και φωτεινή. Δεν την βλέπω ως συνταγή, ήθελα να τη κάνω απλούστερη.
(…)Κάθε φορά που κάνω μια ταινία αισθάνομαι ότι κάνω ένα βήμα προς τα πίσω. Δεν αναφέρομαι στην αισθητική πλευρά. Δεν μπορώ να κρίνω με αντικειμενικότητα τις ταινίες μου. Δεν μπορώ ούτε να κατανοήσω τον κόσμο του σινεμά. Αισθάνομαι ότι θα έπρεπε να προσεγγίζω κάθε ταινία μου με μεγαλύτερη καθαρότητα, μεγαλύτερη αντικειμενικότητα και πιο επαγγελματικά. Ή τουλάχιστον όλα αυτά θα έπρεπε να ’ναι οι κατευθυντήριες γραμμές της επόμενης μου ταινίας. Στο τέλος αυτό που συμβαίνει είναι ότι θα πρέπει να ξεκινήσω πάλι από το μηδέν.

(αποσπάσματα από συνέντευξη της στην ηλεκτρονική τοποθεσία www.wsws.org. Απόδοση Δημήτρης Μπάμπας)