του Paolo Sorrentino
grandebe.jpg

 H Ρώμη αποτελεί πηγή έμπνευσης και τον καμβά της τελευταίας ταινίας του Paolo Sorrentino. Η αιώνια πόλη, ως μνημειακό παρελθόν και ελιτίστικο παρόν, ως κινηματογραφικό σύμβολο και παραμορφωτική αντανάκλαση μιας πραγματικότητας, ξεδιπλώνει το πληθωρικό της σώμα και τη γερασμένη της ψυχή σε μία από τις πιο γοητευτικές κινηματογραφικές της εκδοχές. Η Ρώμη, ως φανταχτερή σκηνή μιας γεμάτη ένταση παράστασης, σκηνοθετημένης ως την τελευταία της λεπτομέρεια, που πάλλεται ανάμεσα στο ρεαλιστικό και το ονειρικό, με εναλλασσόμενα επεισόδια, χαλαρά συνδεδεμένα και συγκλίνοντα σε αυτό που συνιστά το στόχο του κεντρικού ήρωα της ταινίας. Στην αναζήτηση της μεγάλης ομορφιάς.
Πρωταγωνιστής αυτού του πολύχρωμου καμβά είναι ο Jep -στον ρόλο ο Toni Servillo-, πνευματώδης δημοσιογράφος των κοσμικών στηλών, συγγραφέας ενός και μοναδικού μυθιστορήματος που κάποτε είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία, η ανάμνηση  της οποίας επανέρχεται ως υπενθύμιση άλλοτε μιας παραίτησης κι άλλοτε μιας προσωπικής αποτυχίας. Διασκεδαστής τώρα της μπουρζουαζίας και περιστοιχισμένος από μια ετερόκλητη κομπανία  επιχειρηματιών, καλλιτεχνών και επίδοξων συγγραφέων, ατενίζει την πόλη από την υπέροχη βεράντα του, με θέα το Κολοσσαίο. Εμποτισμένος από ένα περίεργο μείγμα ναρκισσισμού και απάθειας, ζωγραφισμένο μόνιμα στο πρόσωπό του, φιλοσοφεί για τη ζωή, αυτοσαρκάζεται αλλά και σχολιάζει με καυστικότητα τον κόσμο που τον περιβάλλει. Την προβολή και την έκθεση του εαυτού, το θόρυβο και τη φλυαρία, την κενότητα και την παρακμή. Μετά το θεαματικό εορτασμό των εξηκοστών πέμπτων γενεθλίων του – μια εντυπωσιακή σκηνή που, αν και παραπέμπει σε διαφημιστικό σποτ, παρουσιάζει με δυναμικό τρόπο όλους τους εμφανιζόμενους χαρακτήρες να στροβιλίζονται στους εκκωφαντικούς ρυθμούς ενός extravagance πάρτι- ο Τζεπ, αυτός ο αμετανόητος δανδής, αρχίζει μια ενδοσκόπηση. Η ομορφιά βρίσκεται για αυτόν θαμμένη στο παρελθόν, στην ανάμνηση του πρώτου νεανικού του έρωτα και αναδύεται μέσα από τη νωχελική ονειροπόληση, τη βύθιση στην ακηλίδωτη ομορφιά της νεότητας. Σταδιακά μια νέου είδους ευαισθησία ξυπνάει μέσα του, μια επιθυμία για πιο επιλεκτικές σχέσεις. Στην καινούρια αυτή διαδρομή έρχεται αντιμέτωπος, πότε ονειρικά και πότε ρεαλιστικά, με το πέρασμα και τη φθορά του χρόνου, την ανθρώπινη κενοδοξία  και τη θρησκευτική πίστη, την απώλεια και το θάνατο. Για να καταλήξει ένας flaneur, περιπατητής σε μια πόλη που η ομορφιά της σε στοιχειώνει.
Με σαφείς αναφορές στην Dolce Vita του Fellini ο Sorrentino δίνει μέσα από την ματιά ενός κυνικού αλλά και αθεράπευτα ρομαντικού ένα ταξίδι που ο προορισμός του δεν είναι πάντοτε σαφής. Σταθμοί του τα υπέροχα αρχιτεκτονικά τοπία της πόλης ή αυτά της μνήμης, άλλοτε σκοτεινά και άλλοτε λουσμένα στο φως. Το ζητούμενο δεν είναι εδώ τόσο η ίδια η αφήγηση-της οποίας η ποιητική γλώσσα είναι εξαιρετική-, όσο η μπαρόκ απεικόνιση ενός αστικού κόσμου που βυθίζεται στην παρακμή. Αλλά και η διαρκής υπενθύμιση των αντιθέσεων που χαρακτηρίζουν αυτόν τον κόσμο. Με έντονες οπτικές και ηχητικές συνθέσεις και με τη συνεχή εναλλαγή του φωτός και των χρωμάτων ο Sorrentino αποκαλύπτει μια μανιώδη περιπλάνηση : από την παθητικότητα στην κίνηση κι από την ευτέλεια της ανθρώπινης ύπαρξης  στην αναζήτηση της μεγάλης ομορφιάς η απόσταση είναι μικρή, σε μια πόλη που πίσω από το γκροτέσκο πρόσωπό της δεν παύει ούτε στιγμή να γοητεύει.

της Καλλιόπης Πουτούρογλου [ Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]