του Vittorio De Sica
(κριτική: Σπύρος Γάγγας)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_umberto-d.jpg

Από τα σπουδαιότερα έργα του Ιταλικού νεορεαλισμού και ένα από τα λιγοστά αριστουργήματα με θέμα τα γηρατειά, τόσο από την υπαρξιακή όσο και από την κοινωνική σκοπιά, το Umberto D. εκτυλίσσεται ως δράμα όχι όμως ως μελό.
Ο συνταξιούχος του ταμείου του Υπουργείου Δημοσίων Έργων Umberto Domenico Ferraris αγωνίζεται, είτε συλλογικά είτε μόνος, προκειμένου να περισώσει την πενιχρή του σύνταξη. Αυτή δεν αρκεί ούτε για το ενοίκιο της κάμαρας την οποία του νοικιάζει μια ξιπασμένη σπιτονοικοκυρά. Η συντροφιά του συνταξιούχου περιορίζεται στο σκυλάκι του τον Flike και στην νεαρή υπηρέτρια Maria. Με την απειλή-βεβαιότητα έξωσης ο Umberto κάνει μια ύστατη προσπάθεια εξοικονόμησης χρημάτων αλλά και απόκτησης κάποιου πρόσθετου εισοδήματος προκειμένου να ανταποκριθεί στο χρέος.
Η συνταρακτική ερμηνεία του ερασιτέχνη ηθοποιού Carlo Battisti αποτυπώνει τη διαρκή αγωνία του η οποία ποτέ δεν εκρήγνυται σε οργή η μελοδραματική κορύφωση. Ο De Sica μεγαλούργησε εδώ με την επιλογή, καθώς η λευκή κώμη του Umberto, οι αθώες εκφράσεις προσδοκίας του, η έντονη ανάγκη προστασίας του αλλά και η αυθόρμητη χαρά προς τον Flike, θυμίζουν τα περιπλανώμενα αγόρια από άλλες περίφημες ταινίες στο πλούσιο ρεπερτόριο του εξαίρετου αυτού δημιουργού.
Η εναρκτήρια σεκάνς της διαμαρτυρίας των συνταξιούχων επικυρώνει εμφατικά την σκηνοθετική πολυπλοκότητα της φαινομενικά ρεαλιστικής γραφής του De Sica. Οι συνταξιούχοι φιλμάρονται προς στιγμήν από ψηλά, δημιουργώντας την εντύπωση κινούμενων κουκίδων, σαν τα μυρμήγκια που τρέχουν πανικόβλητα για να μην ποδοπατηθούν. Η εισβολή της αστυνομίας σε στρατιωτικά τζιπ προκειμένου να διαλυθεί το πλήθος κορυφώνεται με μια εκπληκτική υπερυψωμένη λήψη μέσα από το τζιπ και πίσω από τον οδηγό όπου αυτός κορνάρει κατά ριπάς. Πρόκειται περί αριστοτεχνικής κινηματογραφικής συνεκδοχής με το χέρι στην κόρνα να θυμίζει ριπή μυδραλιοβόλου στο άμαχο πλήθος. Ως προς την αντιστοιχία με τα μυρμήγκια, αυτή επιβεβαιώνεται και στη σκηνή με την αγαθή Μaria να στρέφει το λάστιχο προς το ταβάνι προκειμένου η ριπή νερού να πνίξει τα μυρμήγκια που ξεπροβάλλουν αναιδώς.
Η φαινομενολογική προσέγγιση που τόσο έντονα συνδέθηκε με τον νεορεαλισμό διακρίνεται χαρακτηριστικά στη σκηνή της αγουροξυπνημένης Μαρίας να ετοιμάζει καφέ και να διαπιστώνει την εγκυμοσύνη της. Η κάμερα αναδεικνύει με υπομονή τη φτωχική κουζίνα, καθώς και τον περίγυρο του κτιρίου και δίχως κουβέντα από εκείνη αφήνεται στην απλότητα της καθημερινής διαδικασίας. Με αυτόν τον τρόπο προκύπτει αυθόρμητα, δίχως στυλιζάρισμα, η κοινωνική ολότητα σε όλη της χρονική διάρκεια έτσι ώστε, η μοναχικότητα της ανθρώπινης κατάστασης να καταστεί αντικείμενο ελεγχόμενης ταύτισης, συμπάθειας αλλά και προβληματισμού.
Έχοντας πουλήσει τα πάντα και έχοντας εξαντλήσει διάφορα τεχνάσματα, όπως η παρατεταμένη ανάρρωσή του ή η ζητιανιά μέσω του Flike, ο Umberto απελπισμένος παίρνει τους δρόμους. Η κουφαμάρα του συστήματος δίδεται συγκλονιστικά και κωμικά συνάμα στη σκηνή πρόβας της «αοιδού» σπιτονοικοκυράς πάνω από το πιάνο που τη συνοδεύει και το κάδρο που κρέμεται αναπαριστώντας ένα μαινόμενο Beethoven! Αφού αδυνατεί να παραχωρήσει τον Flike σε φερέγγυους αφέντες και έχοντας λάβει την απόφαση για το μοιραίο, ο Umberto φιλμάρεται από τον De Sica να φθάνει σε μια παιδική χαρά. Η είσοδος στο κάδρο δημιουργεί μια ωραιότατη θεολογική εικόνα αρμονίας και χαράς, μόνο που αυτή, στη δεύτερη «κίνηση» της τρομακτικής διαλεκτικής του De Sica, μολύνεται από τους δύστροπους ενήλικες και τις ψωροπερήφανες δεσποινίδες. Η ρωγμή στην ενότητα εντείνεται με την απόπειρα αυτοκτονίας και τον δυναμισμό που εντάσσεται στο πλάνο. Στην τρίτη κίνηση μερικής όμως συμφιλίωσης του Umberto με τον αγαπημένο του Flike, οι δυο τους θα αποχωρήσουν σιγά σιγά, παίζοντας και ανακτώντας την αξιοπρέπεια (την «ορθοπεδία» τους, αφού και το σκυλάκι στέκεται στα δύο πόδια), μέχρι να εξαφανιστούν από το κάδρο από ένα τσούρμο «μαρίδας».
Με ποικιλία λήψεων – «αισθητικών αποφάσεων», όπως η γλυπτική του κοντινού στα πρόσωπα των συνταξιούχων στη διαδήλωση, τα κομψά πανοραμίκ που αποκαλύπτουν τη γκρεμισμένη κάμαρα και τα εξπρεσιονιστικά φλερταρίσματα (σκιά και χαμηλή θέση της κάμερας στον εσωτερικό διάδρομο), το Umberto D. έχει αγκυροβολήσει στην αλήθεια των ουσιωδών στοιχείων της πραγματικότητας και με έναν αρχοντικό, συγκινητικό και απολύτως αξιαγάπητο πρωταγωνιστή δηλώνει ταπεινά μέχρι και σήμερα το τι λογίζεται ως απαράμιλλο αριστούργημα!