(Μέσα από το σπασμένο καθρέφτη)
του Ingmar Bergman
bergman4.jpg

Σ’ ένα νησί, την περίοδο των διακοπών, τέσσερα άτομα βγαίνουν στην παραλία, μετά το μπάνιο: Ο Ντάβιντ, συγγραφέας που ταξιδεύει συνεχώς και μόλις έχει επιστρέψει από το εξωτερικό, η Κάριν η κόρη του με διανοητικές διαταραχές και άρρωστη ψυχικά, ο σύζυγός της Μάρτιν που είναι γιατρός και ο μικρός αδελφός της Μίνους. Τα δύο αδέλφια γιορτάζουν τη σύντομη επίσκεψη του πατέρα, παίζοντας ένα μικρό θεατρικό έργο που έγραψε ο Μίνους με τίτλο «Η τέχνη φάντασμα» και το οποίο αναφέρεται σ’ έναν ποιητή, που αντί να τολμήσει να αγαπήσει, γράφει για την αγάπη, κλεισμένος στην εγωιστική μοναξιά της τέχνης του. Ουσιαστικά, είναι μια μομφή ενάντια στον μονίμως απόντα πατέρα που δεν μπορεί, ούτε νοιάζεται να επικοινωνήσει με τα παιδιά του. Το έργο ενοχλεί τον Ντάβιντ, ο οποίος δυσφορεί πιάνοντας το μήνυμα. Στη διάρκεια της νύχτας η Κάριν άγρυπνη και σε υπερένταση, περιπλανιέται μέσα στο σπίτι, η ψυχική της κατάσταση επιδεινώνεται και στην ταπετσαρία ενός άδειου δωματίου, νομίζει πως βλέπει μορφές και ακούει ήχους που την προσκαλούν κάπου αλλού, σ’ έναν τόπο άγνωστο. Το πρωί, επωφελούμενη της απουσίας του πατέρα της διαβάζει κρυφά το ημερολόγιό του, ανακαλύπτοντας ότι εκείνος -παρόλο που είναι μακριά- παρακολουθεί συστηματικά την αρρώστια της, η οποία ουσιαστικά είναι ανίατη. Θα μοιραστεί την αγωνία της με το αδελφό της, με τον οποίο διατηρεί μια διφορούμενη ερωτικά σχέση, η κατάστασή της θα επιδεινωθεί και ενώ ο άντρας της, τής κάνει μια ηρεμιστική ένεση, αυτή μέσα σε ντελίριο λέει: «Άνοιξα την πόρτα και εμφανίστηκε ο Θεός με την μορφή αράχνης και σκαρφάλωσε πάνω μου, κοιτάζοντάς με ψυχρά στα μάτια». Στο τέλος, ενώ το νοσοκομειακό ελικόπτερο παίρνει την Κάριν, ο Μίνους συνομιλεί με τον πατέρα του για το νόημα της αγάπης.
«Τώρα βλέπουμε μέσα από έναν καθρέφτη. Τώρα είμαστε πρόσωπο με πρόσωπο». Με μότο την φράση αυτή - από την προς Κορινθίους επιστολή που αποτελεί το κλειδί το οποίο ανοίγει τις πύλες της Ιστορίας – η ταινία αποτελεί το πρώτο μέρος της περίφημης τριλογίας της σιωπής του Θεού (που περιλαμβάνει τις ταινίες Μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη, Χειμωνιάτικο φως (Κοινωνούντες) και Σιωπή) και είναι τοποθετημένη σε κομβικό σημείο, ακριβώς στο κέντρο του μπεργκμανικού έργου. Εδώ ο σουηδός δημιουργός ρισκάρει, σκύβοντας και κοιτάζοντας την απύθμενη άβυσσο της ψυχής, προσδίδοντας φιλοσοφικό βάθος και βάρος στο έργο του και ακροβατώντας πάνω στο υπαρξιακό κενό του σύγχρονου ανθρώπου. Η κάμερα «βυθίζεται» στα εσωτερικά τοπία των ηρώων, αποτυπώνοντας με τρομακτική ενάργεια τον διαταραγμένο ψυχισμό της Κάριν. Ο Μπέργκμαν την παρακολουθεί να απομακρύνεται από την επιφάνεια του πραγματικού, περνώντας από το ένα επίπεδο στο άλλο, μέχρι να φτάσει στον πάτο μια ψυχικής κόλασης, σ ’έναν τόπο μυστικό, ανοίκειο και ολοσκότεινο, όπου ο Θεός εμφανίζεται με την μορφή μιας φρικαλέας αράχνης. Αυτή η πτώση της ηρωίδας στον μέσα κόσμο, της τρέλας και της παράνοιας, εξαναγκάζει τους ανθρώπους που είναι γύρω της (πατέρας – σύζυγος - αδελφός), να κοιτάξουν για πρώτη φορά τον εαυτό τους στον καθρέφτη της ψυχής τους, να αντικρίσουν για πρώτη φορά ο ένας τον άλλο, να διανύσουν την απόσταση που τους χωρίζει και να συναντηθούν στην τελική σκηνή, ανακαλύπτοντας πως η αγάπη (ακόμα και στην πιο απαγορευμένη της μορφή) και μόνον η αγάπη, μπορεί να γεμίσει (πιθανόν), το ψυχικό τους κενό, σ’ έναν κόσμο όπου ο Θεός μοιάζει να έχει σιωπήσει οριστικά. Γυρισμένη με λιτότητα, ακρίβεια και μεγάλη στυλιστική καθαρότητα (δια χειρός του σπουδαίου Σβεν Νίκβιστ, στη δεύτερη συνεργασία του με τον σκηνοθέτη) στο νησί Φάρο, η ταινία φαντάζει εγκεφαλική (και είναι), αλλά ταυτόχρονα πάλλεται στον πυρήνα της από τη αδήριτη ανάγκη της επικοινωνίας και της ανθρώπινης επαφής. Και πάλι (μετά την Έβδομη σφραγίδα) το κεντρικό αντρικό δίδυμο Γκούναρ Μπιόρνστραντ και Μαξ Φον Σίντοφ, στέκεται στο ύψος της ανυπέρβλητης ερμηνείας (ηθικά και σωματικά επίπονης) της μούσας (πρώτης ανάμεσα σε πολλές ισάξιες) Χάριετ Άντερσον.
Στην ταινία απονεμήθηκαν τα βραβεία: Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας 1962, Βραβείο Διεθνούς Ένωσης Καθολικών για τον Κινηματογράφο στο Φεστιβάλ Βερολίνου 1962
(δ.τ.)