(Η χώρα των νομάδων )
της Chloé Zhao
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
Η δίψα της περιπλάνησης κι η αγάπη για την ελευθερία του δρόμου, υπήρξαν πάντα σύμφυτες με την κατάκτηση του Νέου Κόσμου, πολύ πριν τα γουέστερν κι οι ταινίες δρόμου αποκτήσουν όνομα και το αμερικανικό όνειρο μεταφραστεί σε λεφτά, στατικότητα και πόλη. Ίσως γι αυτό η αμερικανική ψυχή συνεχίζει να κρατάει κάτι απ’ το πνεύμα των πρώτων πιονέρων και ν’ αναζητά στην κίνηση και στην επαφή με τη Φύση ένα σημείο αναφοράς που θα τη βοηθήσει να ξανασταθεί στα πόδια της και να επαναπροσδιοριστεί, όπως ακριβώς κάνουν στη Χώρα των Νομάδων οι μεσήλικες ήρωες που βρίσκουν στη ζωή εν κινήσει ανθρωπιά και νόημα και την αξιοπρέπεια που η κοινωνία συνεχίζει να τους αρνείται.
Στη Χώρα των Νομάδων (τρίτη της ταινία μετά το Songs my brother taught me και το πολυβραβευμένο The Rider), η Κλοέ Ζάο μας τα θυμίζει όλα αυτά, γυρνώντας το βλέμμα του αμερικανικού σινεμά από τον ουρανό ξανά πίσω στη γη και δημιουργώντας, με βάση το μη μυθοπλαστικό βιβλίο «Nomadland: Surviving America in the 21st Century» της Τζέσικα Μπρούντερ και με τη βοήθεια μιας μικρής ομάδας συνεργατών, την πιο καθάρια, συγκινητική και γνήσια αμερικανική ταινία που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια. Η αφήγηση μοιάζει μ’ απαλό χάδι στο πρόσωπο του θεατή, με την πλοκή να κυλά σαν γάργαρο νερό και ν’ αντλεί δύναμη κι ουσία απ’ τη φωτογραφία του Τζόσουα Τζέιμς Ρίτσαρντς (ο φυσικός φωτισμός και τα πλάνα με βάθος πεδίου του αξίζουν ένα βραβείο από μόνα τους), με ποιητική διάθεση που άλλοτε θυμίζει σονέτο του Σαίξπηρ κι άλλοτε στίχους των Cure, αναδεικνύοντας συνεχώς την απόκοσμη ομορφιά των άγριων, ερημικών τοπίων και τη δύναμη του σκαμμένου απ’ το χρόνο προσώπου της Φερν (η Φράνσις ΜακΝτόρμεντ είναι από μόνη της όλο το νόημα της ταινίας) που παρά την οδύνη και το πένθος του, δεν χάνει ποτέ την παιδικότητά του.
Η πρωταγωνίστρια Φερν, μια 61χρονη γυναίκα απ’ το Εμπάιρ της Νεβάδα, που μέσα σε λίγα χρόνια είδε τον άνδρα της να πεθαίνει και την εργατούπολη που ζούσε να διαλύεται, κι έμεινε χωρίς δουλειά και σπίτι, αλλά με ακέραιο ηθικό, λειτουργεί ως ξεναγός του θεατή στο ταξίδι αυτό της γνωριμίας με τους σύγχρονους Αμερικανούς νομάδες. Οι άνθρωποι αυτοί, άλλοι από επιλογή κι άλλοι από ανάγκη, έχουν κάνει σπίτι τα φορτηγάκια τους, και περιπλανιόνται στην αμερικανική Δύση για ανεύρεση δουλειάς ή νοήματος, προσπαθώντας να προσδώσουν νέα χροιά στο καθημαγμένο αμερικανικό όνειρο και να φτιάξουν άλλες, συνεκτικές κοινότητες με θάρρος κι αποκοτιά, καθιστώντας τους εαυτούς τους απόγονους των πρώτων Αμερικανών πιονέρων.
Η Ζάο, που είναι επίσης η σεναριογράφος και μοντέρ της ταινίας, διανθίζει κι εδώ τη μυθοπλασία της με στοιχεία πραγματικότητας και πλαισιώνει με πραγματικούς ήρωες της Μπρούντερ τους δύο βασικούς ηθοποιούς της. Δεν επιδιώκει, όμως, παρά τις εκλεκτικές συγγένειες, να κάνει τα νέα Σταφύλια της Οργής, ούτε να κατευθυνθεί προς έναν επιτηδευμένο λυρισμό τύπου Μάλικ, παρά χρησιμοποιεί όλη τη σκηνοθετική δεξιοτεχνία της για να αναπτύξει την ανθρωποκεντρική θεματολογία της μ’ ελεύθερη μορφή έτσι ώστε ο κάθε θεατής να πάρει από αυτή ό,τι νομίζει ότι εκφράζει τον εαυτό του. Ίσως θέλει κι εκείνη να αφήσει κάτι ανοιχτό, όπως ακριβώς κάνουν κι οι ήρωες της που δεν θέλουν τελικούς αποχαιρετισμούς, αλλά λένε πάντα κάπου θα σε βρω ξανά. Αύριο, μεθαύριο, όλο και θα σε ξανασυναντήσω πιο κάτω.
Ενδεικτικά Βραβεία:
Χρυσός Λέοντας, Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας 2020
Βραβείο Κοινού. Φεστιβάλ Κινηματογράφου Τορόντο 2020
Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Δραματικής Ταινίας 2021
Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Σκηνοθεσίας 2021
Χρυσή Σφαίρα Καλύτερου Σεναρίου 2021
Βραβείο Σκηνοθεσίας Αυστραλιανής Ακαδημίας Κινηματογράφου (AACTA) 2021
Βραβείο BAFTA Καλύτερης Ταινίας 2021
Βραβείο BAFTA Σκηνοθεσίας 2021
Βραβείο BAFTA Α’ Γυναικείου Ρόλου 2021
Βραβείο BAFTA Καλύτερης Διεύθυνσης Φωτογραφίας 2021