(Πασχαλίτσα)
της Greta Gerwig
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1718_lady-bird.jpg

Η πρώτη σκηνοθετική «απόπειρα» της ηθοποιού δεν είναι καθόλου απόπειρα, αλλά ένα ολοκληρωμένο πορτραίτο μιας περιπετειώδους εφηβείας σε τόνους  χιουμοριστικούς, αλλά και μια ταινία για  τις περιπλοκές της σχέσης μητέρας –κόρης.
Αρχές δεκαετίας του 2000. Σακραμέντο. Εσωτερικού ενός αυτοκινήτου. Ένας καυγάς ανάμεσα σε μια μητέρα και την 17χρονη  κόρη της που διακόπτεται με τρόπο απρόσμενο: η κόρη πηδά από το εν κινήσει αυτοκίνητο.  Η αφήγηση της ταινίας παρακολουθεί την ομώνυμη του τίτλου ηρωίδα καθώς διάγει τα τελευταία μέτρα της εφηβικής της ζωής, λίγο πριν το τέλος της σχολικής της ζωής και την εκ των πραγμάτων ενηλικίωση της. Η σχολική της ζωής στο καθολικό οικοτροφείο, τα μαθήματα και οι δραστηριότητες, οι πρώτες ερωτικές επαφές, οι απογοητεύσεις και  τα όνειρα για τα μέλλον, οι σχέσεις με τις συμμαθήτριες της, η οικογένεια και οι σχέσεις της, οι προοπτικές για το μέλλον. Εδώ ο τόνος στην αφήγηση είναι κωμικός και η κεντρική ηρωίδα απεικονίζεται από την εξαιρετική Saoirse Ronan, πάντα δίνοντάς έμφαση στο ανατρεπτικό και το αιρετικό της οπτικής της: και είναι ακριβώς αυτά τα δύο –το ανατρεπτικό και το αιρετικό με φόντο το συντηρητικό περιβάλλον του καθολικού σχολείου- απ’ όπου πηγάζει το κωμικό.  Είναι επεισόδια από μια εφηβεία σε εξέγερση ό,τι παρακολουθούμε: αυτό που διεκδικεί η ηρωίδα είναι η μοναδικότητά της,  να ορίζει η ίδια την παρουσία της γι’ αυτό και η εμμονή της να συστήνεται όχι με το όνομά της –Christine- αλλά  με το ψευδώνυμο της «Lady Bird».
Το πλαίσιο της αφήγησης ορίζεται από μια σπάνια για το αμερικάνικο σινεμά ταξικότητα: η ηρωίδα και η οικογένεια της είναι ενταγμένη στην εργατική τάξη (blue-collar) –ζει στις «λάθος πλευρά των σιδηροδρομικών γραμμών»- και είναι αντιμέτωπη με τις αναταράξεις και τις αστάθειες των καιρών (ανεργία). Και απέναντί της η σκηνοθέτις τοποθετεί τα ευημερούντα μεγαλοαστικά στρώματα. Αυτή η ταξική αντίθεση και οι αστάθειες των καιρών αντανακλώνται και στην ηρωίδα και στις -ενδοοικογενειακές της (και όχι μόνο)- σχέσεις. Ζώντας την εφηβεία της η ηρωίδα αρνείται ό,τι μοιάζει να είναι καταθλιπτικό: δηλαδή την ταξική της καταγωγή. Αν και τα προηγούμενα ερμηνεύονται μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της κωμωδίας, ωστόσο η αφήγηση  έχει τις σκοτεινές της γωνίες: είναι το ενδοικογενειακό τοπίο και ιδιαίτερα η σχέση μέσα από την οποία η σκηνοθέτις συστήνει την ηρωίδα: τη σχέση μητέρας κόρης. Αυτή η σχέση αναδεικνύεται σιγά –σιγά ως κεντρική και πικραίνει τους κωμικούς τονισμούς. Είναι αυτό το περίπλοκο τοπίο της σχέσης μητέρας κόρης που έρχεται στο τέλος στο προσκήνιο, πλουτίζοντας έτσι το εφηβικό πορτραίτο που η σκηνοθέτις σχεδίασε και μετατοπίζοντας την ταινία από είδος της κωμωδίας -λυκείου.

Δημήτρης Μπάμπας