(Η αλήθεια και το ψέμα)
του Orson Welles
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1718_f-for-fake.jpg

Η ίδια η ταινία μας παρουσιάζεται σαν μια πλαστογραφία- ένα τρυκ στην πραγματικότητα. Ο Ουέλλες, ο άριστος ταχυδακτυλουργός ανακατεύει με μαεστρία τις σκηνές του και απαγγέλει τις παρλάτες του ενώ εμείς απορούμε που να’ χει άραγε κρύψει το κεντρικό θέμα της ταινίας του. Μας παρουσιάζει τον πλαστογράφο Έλμυρ ντέ Χόρυ που οι Μουντιλιάνι και οι Ματίς του μπορούν να εξαπατήσουν ακόμα και τους ειδικούς. Συνεχίζει το παιχνίδι του παρουσιάζοντας τον Κλίφορντ Ίρβινγκ που εμφανίζεται στην ταινία απλά σαν βιογράφος του Χόρυ. Ο Ίρβινγκ, όμως ξέρουμε πως πλαστογράφησε την βιογραφία του πολυεκατομμυριούχου Χάουρντ Χιούζ. Γρήγορα αντιλαμβανόμαστε πως ούτε ο Χόρυ ούτε ο Ίρβινγκ αποτελούν το κεντρικό θέμα. Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι Ουέλλες ο ίδιος. Είναι ο αφηγητής εμφανίζεται κατ’ επανάληψη στην ταινία και μας παρουσιάζει μια σύντομη επισκόπηση της καριέρας του σαν ηθοποιός και σκηνοθέτης. Αρχίζει και τελειώνει την ταινία κάνοντας μαγικά κόλπα. Σαν αφηγητής εμφανίζεται με τον μανδύα του μάγου ανάμεσα στις φωτεινές οθόνες των στούντιο της τηλεόρασης και στην κορύφωση της ταινίας κατασκευάζει ένα ανέκδοτο για τον Πικάσο, μια όμορφη γυναίκα και μια σειρά από πλαστούς πίνακες. Είναι φανερό πως ο Ουέλλες τοποθετεί τον εαυτού του δίπλα στον Χάρυ και στον Ίρβινγκ, ένας ακόμα πλαστογράφος και μάλιστα ο χειρότερος απ’ όλους.
Είναι το ντοκιμαντέρ κομμάτι της ταινίας περισσότερο αληθινό από την υπόλοιπη ταινία; Μπορούν τα μη πραγματικά στοιχεία (όπως το ανέκδοτο με τον Πικάσο) και οι τεχνικές διαδικασίες του φιλμ (μοντάζ, ήχος, μουσική κ.λ.π.) να μας δώσουν την ίδια ή και μεγαλύτερη αίσθηση της πραγματικότητας; Που βρίσκεται η αλήθεια και που το ψέμα σ’ αυτήν την νόθα ταινία; Εδώ ακριβώς βρίσκεται το κεντρικό θέμα της ταινίας που δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα ιδιόμορφο σχόλιο πάνω στην οντολογία του κινηματογράφου σαν μέσο επικοινωνίας.
Ο Ουέλλες σ’ όλη του την ταινία απορρίπτει οποιαδήποτε προνομιούχα θέαση την πραγματικότητα διευκρινίζοντας ξεκάθαρα πως τα αποσπάσματα που καταγράφει δεν έχουν καμιά αντιστοιχία με την πραγματικότητα. Το συνεχές ανακάτεμα των σκηνών που η κάθε μια αντιμετωπίζει την πραγματικότητα με διαφορετικό τρόπο, υπενθυμίζει στον θεατή ότι τα αποσπάσματα είναι αποσπάσματα. Συγχρόνως καταδεικνύει ότι τ’ αποσπάσματα μπορούν πράγματι να έχουν κάποια συνοχή: μέσα από το συνονθύλευμα διαλέγει ένα διάστημα ζωγράφο, μια ωραία γυναίκα, την ιδέα της απομίμησης και την ιδέα του να υπερηφανεύεται κανείς για την απομίμηση και φτιάχνει το ανέκδοτο με το Πικάσο. Φυσικά είναι ο ίδιος ο κινηματογράφος κι όχι η διαδικασία της έγγραφης της πραγματικότητας που αποφασίζει γι’ αυτήν τη συνοχή.

(Από το περιοδικό “Film Quarterly” , ελληνική μετάφραση πρόγραμμα του κινηματογράφου τέχνης Αίας -Θεσσαλονίκη)