του David Fincher
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
button3.jpg

Ο πατέρας μου πέθανε πριν πέντε χρόνια και θυμάμαι που ήμουν εκεί όταν άφησε την τελευταία του πνοή. Ήταν μία πολύ δυνατή στιγμή. Όταν χάνεις έναν άνθρωπο που σε έχει βοηθήσει με τόσους τρόπους, που είναι το σημείο αναφοράς σου, χάνεις την ισορροπία σου στη ζωή. Δεν προσπαθείς πια να ευχαριστήσεις κανέναν, δεν αντιδράς πια. Στην πραγματικότητα αισθάνεσαι εντελώς μόνος.
Αρχίσαμε να συζητάμε [με τους παραγωγούς Kathleen Kennedy και Frank Marshall] για την ταινία, και δεκαπέντε λεπτά αργότερα αρχίσαμε όλοι να μιλάμε για ανθρώπους που είχαμε αγαπήσει και πέθαναν, και άλλους που αγαπούσαμε αλλά δεν μας έδωσαν ποτέ καμία προσοχή, άλλους που ‘κυνηγήσαμε’ ή που μας ‘κυνήγησαν’. Η ταινία είναι ενδιαφέρουσα από αυτήν τη σκοπιά. Μπορεί να έχει επίδραση σε όλους μας.

Ο Μπραντ (Brad Pitt) ενδιαφερόταν για το ρόλο μόνο εφόσον θα τον έπαιζε από την αρχή μέχρι το τέλος. Η Κάθι και ο Φρανκ [σ.τ.ε η Kathleen Kennedy και ο Frank Marshall, παραγωγοί της ταινίας] ήταν πολύ ανήσυχοι για το πώς θα μπορούσαμε να το κάνουμε αυτό. Τους είπα, ‘Δεν ξέρω, αλλά θα βρούμε έναν τρόπο…’
Πολλοί ηθοποιοί επιλέγουν έναν ρόλο με βάση αυτά που κάνει ο χαρακτήρας τους. Ε, λοιπόν, ο Μπέντζαμιν μπορεί να μην κάνει πολλά, αυτός ο ίδιος, αλλά περνά από πολλά…Ο Μπραντ ήταν ο καταλληλότερος για να τον ενσαρκώσει. Είναι το είδος του ρόλου που θα ήταν εντελώς άνευρος αν έπεφτε σε λιγότερο ικανά χέρια.
button1.jpg
Στο σώμα του Μπέντζαμιν υπάρχουν ‘σημάδια’ από όλους τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστράφηκε. Έτσι είναι η ζωή – μία συλλογή από μώλωπες και γρατζουνιές. Και είναι αυτές οι γρατζουνιές που τον κάνουν να είναι αυτός που είναι και όχι κάποιος άλλος.
Έρχεται από έναν κόσμο στον οποίο οι άνθρωποι έχουν συμφιλιωθεί με τη θνητότητά τους, οπότε ο θάνατος δεν τον τρομάζει. Όλοι όσοι γνωρίζει μπορούν να πεθάνουν από στιγμή σε στιγμή. Κάθε λεπτό του μαζί τους, μπορεί να είναι το τελευταίο τους. Και όμως κανέναν δεν τον αγχώνει αυτό. Έτσι, από πολύ μικρός είναι εξοικειωμένος με τις πιο βαθιές όψεις του θανάτου. Παρόλο στο τέλος, όλους μας περιμένει ο θάνατος, περνάμε τις ζωές μας επικεντρωνόμενοι σε άλλα πράγματα ώστε να αποφύγουμε να σκεφτόμαστε γι αυτόν.

Διαπιστώνω πολλά κοινά σημεία ανάμεσα στον πατέρα μου και τον Μπέντζαμιν. Ως δημοσιογράφος, που ζούσε την εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης, ο πατέρας μου ήταν στωικός, παρατηρητής της ζωής. Δεν ήταν επικριτικός. Θυμάμαι ότι ήταν ευτυχισμένος επειδή εκτιμούσε τους ανθρώπους γι αυτό που ήταν. Το ίδιο κάνει και ο Μπέντζαμιν όταν συναναστρέφεται με άλλους ανθρώπους ή βρίσκεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Τον βλέπω και σκέφτομαι, ‘Ναι, και ο Τζακ το ίδιο θα έκανε. Θα αντιδρούσε με τον ίδιο τρόπο.
button2.jpg
[Η σχέση ανάμεσα στον ήρωα και τη ηρωίδα] Δεν πρόκειται για μία σχέση εξάρτησης, όπου ο ένας δεν μπορεί να ζήσει δίχως τον άλλο. Δεν περιμένει ο ένας τον άλλο. Είναι και οι δύο σεξουαλικά ενεργοί. Είναι δύο ολοκληρωμένες προσωπικότητες που επιλέγουν να είναι μαζί για κάποιο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ακόμα και αν αυτό δεν είναι πάντα τόσο εύκολο.
Οι δρόμοι τους διασταυρώνονται και χωρίζουν κατά τη διάρκεια της ζωής τους, μέχρι που φτάνουν στο γλυκό σημείο’, το χρονικό σημείο δηλαδή που όλα συνηγορούν για να είναι μαζί. Το σύμπαν συνωμοτεί για να τους κάνει να είναι αυτοί που είναι και να τους φέρει κοντά την κατάλληλη στιγμή. Και σχεδόν ανακουφίζεσαι όταν είναι επιτέλους μαζί, επειδή τώρα όλα μπορούν να συμβούν, όπως ακριβώς θα έπρεπε.

Παρόλο που υπάρχουν πολλά φανταστικά στοιχεία σε αυτήν την ιστορία, ήθελα να την παρουσιάσω όσο πιο ρεαλιστική γινόταν,. Δεν ήθελα να την κάνω να φαίνεται σαν το κλασικό παραμύθι που ξεκινά με τη φράση ‘Μια φορά και έναν καιρό’. Δεν ήθελα να διευκολύνω τους ηθοποιούς. Δεν ήθελα να διευκολύνω το κοινό. Δεν ήθελα να διευκολύνω το σκηνογράφο. Όλα έπρεπε να συμβαδίζουν με την εποχή που η ιστορία εκτυλισσόταν: Οι τοποθεσίες, τα ρούχα των ανθρώπων, τα γυαλιά τους ή οι συσκευές που χρησιμοποιούσαν για να ακούν καλύτερα.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)