bergman4.jpg
Του Θοδωρου Αγγελοπουλου

Δύο θάνατοι που αποκτούν συμβολική σημασία για το ευρωπαϊκό σινεμά, το οποίο εδώ και χρόνια βρίσκεται σε μεγάλη κρίση.
Τους γνώρισα σε διαφορετικές περιόδους. Ο κινηματογράφος του Αντονιόνι ήταν πάντα πιο κοντά μου από εκείνον του Μπέργκμαν. Φτάνοντας στο Παρίσι της δεκαετίας του ’60 έζησα την έκρηξη της νουβέλ βαγκ.Ανακαλύπταμε τον έναν μετά τον άλλον όλους τους μεγάλους: Αντονιόνι, Μπέργκμαν, Φελίνι – ο οποίος όμως είχε προηγηθεί. Και, παράλληλα, τα κινήματα της εποχής: Ανοιξη της Πράγας, Cinema nuovo. Το Παρίσι τότε ήταν μια ταινιοθήκη.
Η πολιτικοποίηση άλλαξε τα πάντα. Αλλαξαν οι εκτιμήσεις, άλλαξαν και οι αγάπες. Ο Μπέργκμαν έπεσε σε ανυποληψία. Δεν τον αγαπούσαμε.
Ξαναβρήκαμε τις ισορροπίες μας έπειτα από χρόνια. Ημουν στις Κάννες όταν παιζόταν το «Κραυγές και ψίθυροι». Εκεί «συνάντησα» και πάλι τον Μπέργκμαν, την έλξη που είχε ασκήσει πάνω μου. Εκτοτε, συνεχίστηκε μια σχέση διαρκούς κινηματογραφικής ομορφιάς που απολάμβανα. Η τελευταία του ταινία, το «Saraband», αναδίδει μια λύπη γι’ αυτά τα δύο γέρικα σώματα που συναντιώνται. Εχεις την εντύπωση ότι αισθάνεται πως φεύγει...
Με τον Αντονιόνι ήταν διαφορετικά. Υπήρξε μια μεγάλη αγάπη από την αρχή ώς το τέλος. Με τους συμφοιτητές μου στη σχολή πηγαίναμε να πάρουμε τη «δόση» Αντονιόνι στο Καρτιέ Λατέν, όπου η «Περιπέτεια» παιζόταν σ’ ένα μικρό κινηματογράφο. Τον συνάντησα όταν έκανε το ντουμπλάζ στην «Ταυτότητα μιας γυναίκας». Ζήτησε από τους ηθοποιούς να βγουν από το στούντιο. Μείναμε μόνοι και τότε του είπα χαμογελώντας: «Εχω μαζί μου το 13ο εισιτήριο της “Περιπέτειας”»... Εκείνος μου μίλησε για την «Αναπαράσταση» και τον «Θίασο»... Καθίσαμε σε δύο ψηλά σκαμνιά για πολλή ώρα και συζητούσαμε «σαν ερωτευμένοι», όπως παρατήρησε η γυναίκα μου, η Φοίβη, που μας παρακολουθούσε από απόσταση. Εκτοτε, συναντηθήκαμε πολλές φορές. Ηταν παρών στην επίσημη προβολή του «Μετέωρου βήματος του πελαργού» (1991) στη Ρώμη. Είχαν ήδη εκδηλωθεί τα σοβαρά προβλήματα της υγείας του. Στο τέλος της προβολής με πλησίασε, ψιθυρίζοντας «Il matrimonio Teo, il matrimonio», αναφερόμενος στη σκηνή του γάμου που υπάρχει στην ταινία και απομακρύνθηκε. Είχαμε πάντα μια συνενοχή με τον Αντονιόνι.
Η δουλειά του πάνω στον χρόνο, το timing, και την εκμετάλλευση του χώρου είναι μοναδική. Μαζί με τον Γκοντάρ έσπασε τις καθιερωμένες φόρμες στον τρόπο που παντρεύονται δύο πλάνα. Ο Αντονιόνι, όταν τελείωνε ένα πλάνο, του έδινε μια ανάσα, μια εκπνοή, να υπάρχει για λίγο ακόμη. Αυτό, είναι το πλάνο που θα έκοβε κάθε μοντέρ.
Ο Μπέργκμαν είναι τα πρόσωπα, η γεωγραφία των προσώπων. Δεν θα μπορούσε να φανταστεί ταινία χωρίς κοντινά πλάνα. Η προσέγγισή του ήταν εντελώς διαφορετική από αυτήν του Αντονιόνι.
Ενα πράγμα μπορούμε να πούμε και για τους δύο: Εφυγαν πλήρεις ημερών και πλήρεις έργου.
Οταν φεύγουν δύο άνθρωποι τόσο μεγάλοι, φεύγει και κάτι από την καρδιά μας.

H KAΘHMEPINH 05-08-07