(Ο πάγος που καίει)
του Anthony Chen
(κριτική: Δημήτρης Μπάμπας)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2324_the-breaking-ice.jpg

Χειμώνας. Εσχατιές της Κίνας, κάπου κοντά στα σύνορα με τη βόρεια Κορέα. Περιοχή όπου μένει η κορεάτικη μειονότητα της Κίνας. Η αυτόνομη Κορεατική Νομαρχία Yanbian. Η πρωτεύουσα Yanji. Μία παγωμένη λίμνη. Εργάτες που κόβουν με αλυσοπρίονα τους πάγους. Η Nana (στο ρόλο η Zhou Dongyu), ξεναγός τουριστικών γκρουπ που κάνουν χειμερινό τουρισμό. Ένα γαμήλιο γλέντι, ο γάμος ενός συμμαθητή. Ο Haofeng (στο ρόλο ο Liu Haoran) , από τη Σαγκάη, ένας μοναχικός προσκεκλημένος που φεύγει από το γάμο για να παρακολουθήσει μια τουριστική ξενάγηση. Ο Xiao ( τον υποδύεται ο Qu Chuxiao), φίλος της Nana, εργαζόμενος σ’ ένα τοπικό εστιατόριο.
Οι τρεις τους θα ζήσουν μια άγρια νύχτα διασκέδασης και αυτό θα τους φέρει κοντά. Η πτήση που χάνει ο Haofeng θα παρατείνει τη διαμονή του σ’ αυτή την χιονισμένη επαρχιακή πόλη της Κίνας. Βόλτες στην χιονισμένη εξοχή με τρικάβαλο σε μηχανάκι. Βόλτες πάνω στο παγωμένο ποτάμι. Πάνω στη συνοριακή γραμμή. Μία νυχτερινή επίσκεψη στον τοπικό ζωολογικό κήπο. Η συμπάθεια που δείχνει νεαρή κοπέλα στον αδέξιο νεαρό από την μεγαλούπολη πυροδοτεί τη δράση...
Ιστορία ενός ερωτικού τριγώνου που μας θυμίζει στιγμές και εικόνες από τη γαλλική νουβέλ βαγκ, τόσο σπάνιες στο πλαίσιο του κινεζικού κινηματογράφο. Αλλά και ιστορία για τα παγωμένα συναισθήματα, τα κρυμμένα τραύματα που σιγά-σιγά βγαίνουν στην επιφάνεια. Οι αναφορές του σκηνοθέτη Anthony Chen -Ilo Ilo (2013) & Wet Season (2019)- στην κλασική πλέον ταινία του Hou Hsiao-Hsien, Millennium Mambo προσφέρει στον θεατή μια ένδειξη για την κατεύθυνση του: είναι μια ταινία για μια νεότητα που είναι μετέωρη ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, στέκεται αμήχανη μπροστά στο μέλλον και προσπαθεί να ζήσει την ένταση και τις συγκινήσεις της στιγμής...
Παρ’ όλο που ο σκηνοθέτης ακολουθεί ένα ύφος σκηνοθετικής γραφής ρευστό και χαλαρό, με χρήση της κάμερας στο χέρι, ωστόσο αναπτύσσει με υποδειγματική αφηγηματική οικονομία την ιστορία του: τού αρκεί να αξιοποιήσει δραματουργικά μια επίσκεψη σ’ ένα βιβλιοπωλείο, σ’ ένα λαβύρινθο- αξιοθέατο του πάγου ή σ' ένα club για να σχεδιάσει με τη μεγαλύτερη λεπτομέρεια και ευαισθησία, αλλά πάντα με υπαινιγμούς και λεπτότητα, τα κρυφά τραύματα, τους σκοτεινούς κόσμους κρύβονται μέσα στους χαρακτήρες του.
Η εξωτερική θερμοκρασία, το δριμύ ψύχος της εποχής αλλά και της περιοχής, είναι ένας καθοριστικός παράγοντας μέσα στη δραματική πλοκή. Οι ήρωες μοιάζουν να προστατεύουν τους (παγωμένους) εσωτερικούς τους εαυτούς με το πλήθος των ρούχων που φορούν για να αντισταθμίσουν το ψύχος, ως μια πανοπλία του εσώτερού τους. Αλλά και οι δύο κουλτούρες που επικρατούν στην περιοχή, η τοπική κορεάτικη και η κινέζικη, και η αντίστοιχη διγλωσσία, αντανακλώνται στους χαρακτήρες, κυρίως στη νεαρή κοπέλα αλλά και στον επισκέπτη από τη μεγαλούπολη: διχασμένοι ανάμεσα σε δύο εαυτούς ψάχνουν να βρουν μία ισορροπία. Παράλληλα, η εξαιρετική μουσική του Kin Leonn, ενός Σιγκαποριανού συνθέτη ambient μουσικής, συγκροτεί από μόνη της ένα σύμπαν μέσα στο οποίο η δράση διαδραματίζεται, συνεισφέροντας έτσι με τρόπο καθοριστικό στην εικονογραφία και τη σχεδίαση των συναισθηματικών πορτρέτων των τριών ηρώων: Δημιουργεί η μουσική ένα κλίμα υποβλητικού λυρισμού και συναισθηματικής ευαισθησίας. 
Μία επίσκεψη στο όρος Changbai και τη λίμνη του Παραδείσου (Tian Chi 天池), μια ηφαιστειακή λίμνη στα σύνορα μεταξύ Κίνας και Βόρειας Κορέας, συνιστά την κορύφωση στην τρίτη πράξη του δράματος. Εδώ η απεικόνιση του τοπίου έχει κάτι από την οπτική δύναμη της παραδοσιακής κινεζικής ζωγραφικής Shan- Shui - βουνά και νερά-, δηλαδή της κινέζικης, τοπιογραφίας, όπου αρκεί το άσπρο του χαρτιού και το μαύρο του μελανιού για να απεικονισθεί ο συναισθηματικός κόσμος μιας σκοτεινής ψυχής.
Είναι, κατά παράδοξο τρόπο, σ’ αυτήν την αποτυχημένη στην κατάληξη της πορεία, μέσα στο παγωμένο χιονισμένο τοπίο, που ο πάγος που καλύπτει τα εσώτερα των τριών προσώπων σπάει και σιγά –σιγά λιώνει…

Rán dōng (燃冬/ The Breaking Ice/ Ο πάγος που καίει) του Anthony Chen