του César Augusto Acevedo
la-tierra-y-la-sombra.jpg

Ύπαιθρος της Κολομβίας. Ένας άνδρας επιστρέφει στο σπίτι του ύστερα από πολλά χρόνια. Επιστρέφει για να φροντίσει τον γιο του που είναι βαριά άρρωστος. Είναι η εποχή της συγκομιδής του ζαχαροκάλαμου. Η πρώην γυναίκα του μαζί με τη νύφη του είναι αναγκασμένες να δουλεύουν κάθε μέρα στη συγκομιδή. Ο Alfonso αναλαμβάνει την επιτήρηση του εγγονού του και τη φροντίδα του άρρωστου γιου του.
Η δραματική πλοκή οργανώνεται γύρω από την παρουσία του ηλικιωμένου άνδρα σ’ αυτό το σπίτι που κάποτε ήταν δικό του και τώρα του είναι ένας ξένος τόπος. Κεντρικό στοιχείο είναι η αντιστροφή των ρόλων μέσα σ’ αυτό το σπίτι: ο άνδρας παραμένει μέσα στο σπίτι, αναλαμβάνει ένα γυναικείο ρόλο, φροντίζει μ’ ένα τρόπο μητρικό γιο και εγγονό. Και απέναντι του βρίσκονται οι γυναίκες του σπιτιού -η πρώην γυναίκα και η νύφη- σε ρόλο ανδρικό: ως εργάτες γης. Αυτή αντιστροφή συμβαίνει ακριβώς λόγω ανάγκης, και είναι γι’ αυτό που αυτός ο ηλικιωμένος άνδρας πλημμυρίζει στοργή και ανιδιοτελή αγάπη, καθώς υποδύεται έναν μητρικό ρόλο.
Στιγματισμένος από τις θλιβερές προανακρούσεις ενός επερχόμενου τέλους, η φιγούρα αυτού του άνδρα καθώς μεταφέρει το γιο του είναι μια ευθεία αναφορά στην Pietà του Michelangelo.
Ενισχυτικό της θλίψης και του επερχόμενου τέλους είναι το τοπίο και ο περιβάλλων του σπιτιού χώρος. Οι φυτείες ζαχαροκάλαμου που πριν τη συγκομιδή καίγονται, ο καπνός και η σκόνη του δρόμου: όλα αυτά δημιουργούν μια ζοφερή ατμόσφαιρα. Δεν υπάρχουν εδώ οι ακτίνες του ήλιου, ο τόπος είναι σκοτεινός –καμιά ελπίδα, καμιά διαφυγή. Αυτήν ακριβώς την ατμόσφαιρα επιτείνει η θλίψη και τη μελαγχολία και κάνει το τέλος να έρχεται όλο και πιο κοντά.
Αυτό που βλέπουμε είναι ένα σινεμά που κατάγεται από τις επικράτειες του Andrei Tarkovksy και του Alexandr Sokurov: ό,τι έχει σημασία δεν είναι το τέλος που μοιάζει προδιαγεγραμμένο, αλλά το βάρος των αβάστακτων συναισθημάτων, η θλίψη και η μελαγχολία για το αναπόδραστο…

Δημήτρης Μπάμπας