(Η Γκέισα κι ο Σαμουράι)
του Akira Kurosawa
Ένας ιερέας κι ένας ξυλοκόπος συζητάνε έντονα στο ξέφωτο της Πύλης Ρασομόν. Όταν ένας χωρικός πλησιάζει προκειμένου να προστατευθεί από τη βροχή και συμμετέχει στη συζήτησή τους, μαθαίνει ότι ένας σαμουράι δολοφονήθηκε, η σύζυγός του βιάστηκε και ένας περιβόητος ληστής της περιοχής είναι ύποπτος. Και οι τρεις μέσα από αλληλοδιαδοχικά φλας-μπακ, αφηγούνται όσα γνωρίζουν και αυτά που είδαν ή αυτά που νομίζουν ότι είδαν, ενώ στη συνέχεια ένα μέντιουμ εντοπίζει το πνεύμα του νεκρού σαμουράι για να αφηγηθεί κι αυτός την δική του εκδοχή της ιστορίας. Οι ιστορίες του καθενός είναι σε πλήρη ασυμφωνία με των υπολοίπων. Ποια απ’ όλες είναι η αληθινή;
Αδιαφιλονίκητο αριστούργημα του παγκόσμιου κινηματογράφου, το Ρασομόν/ Rashomon (σημαίνει πύλη των δαιμόνων), όταν πρωτοπροβλήθηκε το 1950 στο Φεστιβάλ Βενετίας, κερδίζοντας το Χρυσό Λιοντάρι και λίγο αργότερα το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, αποκάλυψε στο δυτικό κοινό μια άγνωστη κινηματογραφική ήπειρο - αυτή της Ιαπωνίας. Η δωδέκατη ταινία του Ακίρα Κουροσάουα/ Akira Kurosawa, μ’ ένα απαράμιλλο σκηνοθετικό στυλ κι ένα σενάριο «κεντημένο ψιλοβελονιά» που εδώ και δεκαετίες διδάσκεται στις κινηματογραφικές σχολές όλου του κόσμου, έχει ως θέμα την σχετικότητα της αλήθειας και τις πολλαπλές υποκειμενικές εκδοχές της, με βάση τις διαφορετικές αφηγηματικές οπτικές γωνίες του καθενός από τους εμπλεκόμενους ήρωες. Πολύ συχνά συναντούμε την ταινία στις διάφορες λίστες για τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, ενώ ο Toσίρο Μιφούνε, όπως πάντα, είναι εξαιρετικός στον ρόλο του ληστή - όπως και όλοι οι υπόλοιποι.
Με τους: Toshiro Mifune, Machiko Kyo, Masayuki Mori
(δ.τ.)