(Οι Ιστορίες του Γκέντζι)
του Kōzaburō Yoshimura
genji.jpg

Διασκευή του μεγαλύτερου και αρχαιότερου λογοτεχνικού μνημείου της Ιαπωνίας, γραμμένο από μια αριστοκράτισσα της αυλής του Κυότο, στις αρχές του 11ου αιώνα. Περιγράφεί ως μυθιστορηματικό έπος, τον ταραχώδη βίο –πολιτικό και ερωτικό- του πρίγκιπα Γκέντζι, εξώγαμου γιου του τότε αυτοκράτορα.
Το 1952, η ταινία του Γιοσιμούρα/ Kōzaburō Yoshimura, σκηνοθέτη της γυναικείας ευαισθησίας και καταπίεσης στην μεταπολεμική Ιαπωνία, κερδίζει το Βραβείο της Καλύτερης Καλλιτεχνικής Συμβολής (για τα ντεκόρ και την φωτογραφία) στο Φεστιβάλ των Κανών. Πρωτιά για Ιαπωνική ταινία στις Κάνες, πριν τον Χρυσό Φοίνικα, δυο χρόνια αργότερα για την Πύλη της Κολάσεως, του Κινουγκάσα. Μεταφέροντας όμως στην οθόνη το ομώνυμο κλασικό μυθιστόρημα- ποταμό (το οποίο ο Μπόρχες θεωρούσε ανυπέρβλητο), οι δημιουργοί της ταινίας, ο Γιοσιμούρα, ο τότε σεναριογράφος Κανέτο Σίντο και ο σπουδαίος διευθυντής φωτογραφίας Σουγκιγιάμα (συνεργάτης του Κινουγκάσα και του Μιζογκούτσι) έπρεπε να καλύψούν ένα τεράστιο χάσμα εικονογραφικών αναφορών καθώς και μια ελλειμματική τεκμηρίωση γύρω από τα ήθη και τις συμπεριφορές της μακρινής μεσαιωνικής εποχής της αυτοκρατορίας Heian-kyo, στα τέλη του 10ου αιώνα. Επέλεξαν την λύση μιας μεγαλοπρεπούς παρά πιστής  αναπαράστασης: εκθαμβωτικά σκηνικά, γοητευτική φωτογραφία, βιρτουόζικες κινήσεις της μηχανής και μια γλαφυρή σκηνοθεσία- αληθινό κομψοτέχνημα, όπου οι μεγάλες σταρ της δεκαετίας του ‘50 έδιναν το επιβλητικό παρόν τους. Αυθαιρετώντας σε σχέση με μια αυστηρή ιστορική προσέγγιση, έδωσαν τόπο σε μια εκλεπτυσμένη φαντασμαγορική αναβίωση που έριχνε το βάρος στην άκρατη επιθυμία μιας λαβωμένης κοινωνίας να ξεφύγει έστω φαντασιωτικά, μερικά χρόνια μετά την ήττα, από το πεπρωμένο της καταβύθισης και της καταστροφής.
Μ.Δ.